Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εξάρχεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εξάρχεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2023

ΟΧΙ στη βία προς τις γυναίκες που παίρνουν ναρκωτικά #EvaWUD23 #16μέρες #16days

EvaWUD23 EuroNPUD  PeerNUPS

Ναι στην ελευθερία σωμάτων και πνευμάτων.

ΟΧΙ στη βια προς τις γυναίκες που παίρνουν ναρκωτικά.

#EvaWUD 

#16days #16μέρες

25 Νοεμβρίου-10 Δεκεμβρίου

 

 

Όπως κάθε χρόνο, εμείς οι γυναίκες που κάνουμε/κάναμε χρήση απαγορευμένων ουσιών, διεκδικούμε το δικαιωμά μας να ζούμε δίχως βία και φόβο.

EvaWUD: η ετήσια Καμπάνια μας για την Εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών που παίρνουν ναρκωτικά.


H ΕuroNPUD SisterWUD, εμείς οι ΓYΝΑΙΚΧΣ της EuroNPUD Public (ευρωπαϊκού δικτύου ατόμων που παίρνουν ναρκωτικά) σε συνεργασία και πάνω σε μια ιδέα της διεθνούς οργάνωσης WHRIN (Women Harm Reduction International) ενωθήκαμε και φέτος στην καμπάνια ευαισθητοποίησης κατά της βίας προς τις γυναίκες της κοινότητάς μας.

25 Νοεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, ξεκινάμε 16 ημέρες δράσης ως τις 10 Δεκεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. 

Μέλος βεβαίως είναι και το Δίκτυο Ομότιμων Χρηστών .Ψυχοδ/κων Ουσιών-PeerNUPS μαζί με τις ομάδες των  Ευρωπαίων Ναρκοαδελφών μας:

 

CASOΜUSA

GAT -MANAS 

Metzineres

Chemical Sisters 

PeerNUPS

Nouvelle Aube 

HR M2M (Harm Reduction Mother2Mother) 

 

 

Φοράμε κάτι πορτοκαλί (χρώμα της καμπάνιας ΟΗΕ), οργανώνουμε δράσεις και δημοσιοποιούμε φωτογραφίες και πληροφορίες.

Αν θέλετε να μας στηρίξετε κοινοποιήστε ή δημοσιεύστε φωτογραφία σας με με κάτι πορτοκαλί με το σύνθημα και τα #hashtags μας:

#EvaWUD #16days #16μέρες

25 Νοεμβρίου-10 Δεκεμβρίου

 

Ναι στην ελευθερία σωμάτων και πνευμάτων

ΟΧΙ στη βια προς τις γυναίκες που παίρνουν ναρκωτικά

 

https://www.instagram.com/p/C0BmfNdNEZj/?igshid=MzRlODBiNWFlZA%3D%3D

 

 


Campaign to Eliminate Violence Against Women who Use Drugs (EVAWUD) including trans and gender non-conforming people.

 

With the International campaign for the elimination of violence against women, the EuroNPUD SisterWUD and WHRIN call for an end to all forms of violence against women who use drugs.

#EvaWUD23

 #16Days

 

#16DaysOfActivism!

#IDEVAW 

#NoExcuse





euronpud_official 

The Elimination of Violence Against Women who Use Drugs (EVAWUD) is a campaign launched by the Women and Harm Reduction International Network (WHRIN). It is 16 days of campaigning that runs from the International Day of Elimination of Violence Against Women on November 25, through to the International Human Rights Day on December 10th 2023.

EVAWUD as a campaign has been integral in galvanising the organisational development of women who use drugs. These groups stem from grassroots activism, community-led service providers, mutual aid groups and advocacy organisations.

EuroNPUD’s growing Women’s Team (the SisterWUD) has used the EVAWUD campaign to support the sustainability, impactful advocacy and strengthening of women who use drugs across Europe and its neighbouring countries. 

_________
Artwork by the indomitable @maligneando

 







Daphne in Vero, Mykonos
Daphne Chronopoulou, Vero


Vero- Mykonos


Bibliotheque, Εξάρχεια
#GirlsWhoRead
EvaWUD 23 Bibliotheque






Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2022

Κατερίνα Ιατροπούλου #rip

 



«Τα Εξάρχεια παίξανε σπουδαίο ρόλο μεταπολιτευτικά, έφτιαξαν συνειδήσεις. Ήταν επίσης –κι εν μέρει παραμένουν– καταφύγιο και άσυλο κάθε διαφορετικού. Αντικατέστησαν, επίσης, την Αριστερά σε μια σειρά ζητήματα που εκείνη σνόμπαρε (φυλακές, σεξουαλικότητα, πορνεία, αποποινικοποίηση ουσιών, ψυχασθένεια, άρνηση στράτευσης κ.λπ.).»
Κατερίνα Ιατροπούλου
Καλό ταξίδι Κατερίνα!
#rip 7 Νοεμβρίου 2022
___________________________________________________________________

LIFO

Η Κατερίνα Ιατροπούλου αφηγείται τη ζωή της


Γεννήθηκα στην Τρίπολη. Ήμουν κόρη διευθυντού Τραπέζης, οι οποίοι τότε ήταν κάτι σαν προύχοντες, ειδικά στις μικρές πόλεις – κι αλλάξαμε αρκετές, οπότε έχανα διαρκώς τα σημεία αναφοράς μου. Σε κάποια, έτυχε να μένουμε στο ίδιο κτίριο και νόμιζα, πιτσιρίκα ούσα, πως η Τράπεζα ήταν δική μας, κανονικά.

Όσο μεγάλωνα, τώρα, τόσο πιο πολύ πνεύμα αντιλογίας γινόμουν. Στο σχολείο, στη γραμμή μάς έλεγαν «στρίψτε δεξιά», «στρίψτε αριστερά» κι εγώ πάντα μπερδευόμουν, έστριβα ανάποδα. Επιπλέον, δεν άντεχα με τίποτα το άδικο. Ένστικτο αυτοσυντήρησης μηδέν, ακόμα κι ένα γατί να έβλεπα ότι πάει να το πατήσει ένα αμάξι έμπαινα στη μέση, πόσο μάλλον άνθρωπο. Παρότι μικροκαμωμένη,ένιωθα πάντα πως, για κάποιον λόγο, έπρεπε πάση θυσία να προστατεύω τον αδύναμο και να αποκαθιστώ τη δικαιοσύνη. Οι δικοί μου με προόριζαν επίσης για την Τράπεζα ήδη από τα 17 μου κι εγώ έφριττα. Φοβούνταν επιπλέον ότι, αν ερχόμουν στην Αθήνα να σπουδάσω, θα έτρεχα συνέχεια σε πορείες.

• Στην Κρήτη και στα σχολεία των καλογραιών υπέφερα, αλλά ευτυχώς τα τελευταία γυμνασιακά χρόνια τα πέρασα στην περισσότερο προοδευτική και κοσμοπολίτικη Λέσβο. Γνωρίστηκα με έναν κύκλο καλλιτεχνών και διανοουμένων που σύχναζαν στην κινηματογραφική Λέσχη του Κούνδουρου και που με «υιοθέτησαν». Κοντά τους κιόλας πολιτικοποιήθηκα – οι γονείς μου τους χρέωναν την καταστροφή μου κι εγώ έκανα το παν να τους δικαιώσω!

Πέρασα στη Νομική δίνοντας εξετάσεις σχεδόν κρυφά, εγκαταστάθηκα στα Άνω Πατήσια αρχικά, έμαθα και τα Προπύλαια διαδηλώνοντας με τη Νεολαία Λαμπράκη. Μέχρι και σε μια «παράτυπη» –δίχως καν κομματική έγκριση– πορεία για το Βιετνάμ είχα κατέβει. Μ' έβρισκες στην Tropicana, απέναντι από τη Νομική, στα πατάρια των γύρω καφέ όπου συνεδριάζαμε, στα γραφεία της ΕΔΑ στην Αριστείδου, στην κινηματογραφική Λέσχη Μητροπούλου –ήταν, βλέπεις, πεδία διαπαιδαγώγησης τότε αυτές οι Λέσχες–, αλλά και σε Εξάρχεια, Πλάκα, Θησείο, παντού όπου υπήρχε ζωή και κίνηση ανθρώπων και ιδεών.

Ξημερώματα της 21ης Απριλίου '67 κι ενώ είχαμε διαγώνισμα για τις ατομικές ελευθερίες στον Γάφο, αυτές ήδη είχαν καταλυθεί το προηγούμενο βράδυ. Τα τανκς στο δρόμο, συλλήψεις. Κατεβαίνουμε με κάτι συμφοιτητές στα Εξάρχεια να δούμε τι γίνεται, το κέντρο αποκλεισμένο, στην Καλλιδρομίου βλέπω να συλλαμβάνουν τον Κιάο.

Η καθοδήγηση μάς παραμύθιαζε πως αποκλειόταν να γίνει χούντα γιατί ο λαός θα πλημμύριζε, λέει, τους δρόμους και θα την απέτρεπε. Καμία σχέση. Κάποια μπουλούκια που έκαναν να συγκεντρωθούν στον ΟΤΕ και αλλού διαλύθηκαν άμεσα. Παράδοση άνευ όρων. Άκυρη εννοείται η εξέταση, ποια δικαιώματα και ποιες ελευθερίες.

 

• Λίγοι παλέψαμε τη χούντα. Εγώ εντάχθηκα στο Πατριωτικό Μέτωπο ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ Ρήγα Φεραίου και κάποιων ακόμα υποτυπωδών αντιστασιακών πυρήνων. Συγκεντρώναμε πληροφορίες και έντυπα, έκανα τη διανομή. Η εν γένει εμφάνισή μου βοηθούσε να περνώ απαρατήρητη, ώσπου τον Ιούνιο του '68, δίχως να πολυκαταλάβω πώς, βρίσκομαι δαρμένη στην απομόνωση της Μπουμπουλίνας.

Πλήρης οπτικοακουστική απομόνωση σε ένα στενό υπόγειο κελί για 25 μέρες. Παραδίπλα άλλοι λιανισμένοι σύντροφοι. Ύπνος στο νοτισμένο τσιμέντο, απανωτές ανακρίσεις στο Σπουδαστικό με πρωταγωνιστές τους Καραπαναγιώτη, Καλύβα, Κραββαρίτη. Τα χρειάστηκα, είναι η αλήθεια. Η καθωσπρέπει μητέρα μου στέλνει ένα τάπερ με ζελέ φρούτων για επιδόρπιο, δεν διανοείται καν πως μας κρατάνε νηστικούς. Απελευθερώθηκα χάρη στις οικογενειακές γνωριμίες, ωστόσο μέχρι τέλους επέμεναν να υπογράψω, να ταπεινωθώ.

• Επιστρέφοντας σπίτι, οι γονείς συμφωνούν με την εντολή του διοικητή Λάμπρου να με ελέγχουν ασφυκτικά, αναφέροντας κάθε μου κίνηση. Οι περισσότεροι φίλοι μου φυλακή ή φευγάτοι εξωτερικό. Θέλουν και να με προξενέψουν. Ασφυξία. Το σκάω εντέλει κι εγώ στο Λονδίνο. Είναι καλοκαίρι του '69, ο κόσμος έξω αλλάζει ραγδαία, αναστάτωση παντού, είναι σαν να είχαμε επιτέλους κυριαρχήσει στον πλανήτη οι νέοι. Διαδηλώσεις για Βιετνάμ, Ιρλανδία, Ελλάδα, νέες ιδέες, κοινωνικά κινήματα...

Οι Έλληνες έχουν δημιουργήσει σχήματα εκτός παραδοσιακών κομμάτων. Κυριαρχεί η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, μια και ο γαλλικός Μάης είχε αναβιώσει την επαναστατική προοπτική. Γνώρισα από διανοούμενους μέχρι πολιτικούς πρόσφυγες. Έκανα διάφορες δουλειές, από σερβιτόρα μέχρι μεταφράστρια. Ταυτόχρονα, διεύρυνα τους πνευματικούς μου ορίζοντες σε τέχνη, λογοτεχνία, μουσική. Αλλάξαμε πολύ όλοι μας μέσα από αυτές τις εμπειρίες.

• Με τη Μεταπολίτευση επιστρέφω στην Αθήνα. Ενθουσιασμός, πανηγύρι, εκδοτικός οργασμός και μια απέραντη –δικαιολογημένη, ωστόσο– πολυλογία. Σε πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, καφέ, πλατείες, παρέες, παντού. Μόλις, βέβαια, καταλάγιασαν οι ζητωκραυγές, αναδύθηκαν τα πραγματικά ζητήματα της κοινωνίας. Ξεκινούν μεγάλες απεργίες, διαδηλώσεις, κινητοποιήσεις. Ξημεροβραδιαζόμαστε στα εργοστάσια, συμπαραστεκόμενοι στους εργαζόμενους.

Το '76 αρχίζω τη δικηγορία, μετακομίζω στα Εξάρχεια κι ανοίγω γραφείο στη Ναυαρίνου. Αστυνομικές αγριότητες εναντίον των διαδηλωτών και των εξωκοινοβουλευτικών, κυρίως, πολιτικών ομάδων. Μαζικές δίκες και καταδίκες. Ψηφίζονται οι πρώτοι τρομονόμοι με θύματα τον Σκανδάλη (ομάδα γιατρού Τσιρώνη), τους Κυρίτσηδες, τον Σερίφη, διώκονται οι Άσιμος, Μπαλής, Κωνσταντινίδης, Πρωτοψάλτης, το '77 δολοφονείται ο Κασίμης στην AEG, το '80 οι Κουμής-Κανελλοπούλου στο Πολυτεχνείο. Οι υποθέσεις αυτές με έφεραν κοντά στον κόσμο και στα κινήματα των φυλακών, μια πορεία που με καθόρισε στο εξής. Σανταρόζα - Αρσάκειο - Ομόνοια -Αίγινα - Κορυδαλλός - Ευελπίδων - Αλεξάνδρας ήταν ο άξονας που κινούμουν επί 36 χρόνια. 

• Με τον Ρολφ Πόλε γνωριστήκαμε το '82. Είχε μόλις απελευθερωθεί κι επιστρέψει στην Ελλάδα για να δει τους ανθρώπους που αντιτάχθηκαν στην έκδοσή του το '77. Πίστευε κιόλας ότι εδώ θα ζούσε πιο ανθρώπινα. Είχα επίσης συμμετάσχει ενεργά στο κίνημα συμπαράστασης, οπότε παρευρέθηκα στην υποδοχή του. Υπήρξε μια ψυχική συγγένεια που μας έφερε κοντά. Δικηγόρος επίσης, διέθετε απίστευτη διορατικότητα και τεράστια εμπειρία κινηματική, πράγματα που είχε πληρώσει ακριβά – η γερμανική καταστολή δεν αστειευόταν.

Μου φαινόταν αστείο, αλλά εκείνος πίστευε σοβαρά ότι κάποια στιγμή θα τον εκδικηθώ για την εκτέλεση της θείας μου από τους ναζί το '43 στην Τρίπολη, ήταν πολύ ενοχική η γενιά του! Παντρευτήκαμε το '84, προκαλώντας το διεθνές αστυνομικό ενδιαφέρον. Βέβαια και μου λείπει, σε όλους μας λείπει. Φοβόταν διαρκώς, ξέρεις, ότι αν καταλάβουν πως απέκτησε συναισθήματα για κάποιον άνθρωπο θα τον χτυπήσουν μέσω αυτού, όπως κι έγινε – ήταν η βασική αφορμή της σκευωρίας για όπλα και ναρκωτικά που στήθηκε το '86 σε βάρος μου.

• Τα Εξάρχεια παίξανε σπουδαίο ρόλο μεταπολιτευτικά, έφτιαξαν συνειδήσεις. Ήταν επίσης –κι εν μέρει παραμένουν– καταφύγιο και άσυλο κάθε διαφορετικού. Αντικατέστησαν, επίσης, την Αριστερά σε μια σειρά ζητήματα που εκείνη σνόμπαρε (φυλακές, σεξουαλικότητα, πορνεία, αποποινικοποίηση ουσιών, ψυχασθένεια, άρνηση στράτευσης κ.λπ.).

Άσε που και ως γειτονιά είναι πολύ ιδιαίτερα, με γωνιές μοναδικές. Αλλάξανε, βέβαια, πια, όπως όλα, ίχνη όμως του παλιού χαρακτήρα τους συναντάς ακόμα Σάββατα στην Καλλιδρομίου στη λαϊκή, στη Μουριά, στον Ηριδανό, στην πλατεία και στα στέκια ολόγυρα. Θυμάμαι τη νύχτα της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου, οπότε έσμιξαν αι γενεαί των Εξαρχείων πάσαι. Τίποτα δεν χάνεται τελικά, η μνήμη παραμένει ζωντανή σε αυτή την πόλη και στα δύσκολα αφυπνίζεται. Όχι, δεν νιώθω τελικά πως υπήρξα κάποιο ιδιαίτερο άτομο. Απλώς αντιστάθηκα.

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2022

Λεηλασία περιπτέρου μέρα μεσημέρι #Αθήνα

 


Στο περίπτερο μπροστά στο σπίτι μου σήμερα Κυριακή κάπου μετά τις 4:15μμ, κατά τη συνήθειά μου ούτε που κοίταζα τριγύρω. 

Αμπαρωμένη μέσα η κυρία που το κρατά μου έκανε ‘σσσ’ με το δάχτυλο στο στόμα ώσπου πέρασε κι έφυγε μια ομάδα ανδρών που ανέμιζαν γκλομπς.

Πάλι, μου είπε μετά, την είχαν καταληστέψει.

«Αλλά δε με νοιάζει αυτό. ΦΟΒΑΜΑΙ» πρόσθεσε.

«Θα το κλείσω, δεν αντέχω άλλο».

 

Με περίμενε αυτοκίνητο, είχα πάει σπίτι να πάρω κάτι. «Καλά που είχες αφήσει την τσάντα» μου είπαν. 

 

Η Αστυνομία τι κάνει;

Φυλάει πάνοπλη ένα εκσκαφέα στην Πλατεία Εξαρχείων που τρυπάει για μετρό 100 μέτρα από ήδη υπάρχον;

Η Αστυνομία τι κάνει;

Χτυπάει παιδιά;

 

Αυτοί οι αλήτες ψευτοδιαδηλωτές δεν ήταν «Αναρχικοί», δεν ήταν παιδιά. Ήταν γεροδεμένοι, μαυροντυμένοι επαγγελματίες προβοκάτορες και μπράβοι που έκαναν μαγκιές σε λεωφόρο του κέντρου της πόλης.

 

Και μην ξεχνάμε: εμείς τους πληρώσαμε και σήμερα.

Σάββατο 21 Αυγούστου 2021

Δημήτρης Πολύτιμος #rip

Ο Δημήτρης Πολύτιμος ταξιδεύει.

O ευγενέστερος, ο γλυκύτατος,
ο Συριανός, ο ιδρυτής ίσως του πρώτου ελληνικού γκρουπ,
ο πιανίστας που έπαιξε με τους Rolling Stones,
τη Σπυριδούλα, το Σιδηρόπουλο, τον Πουλικάκο
κι όλους τους αγαπημένους φίλους,
ο περαστικός από 'Τα Κουρέλια τραγουδάνε ακόμα'
κι από τραγούδια
και βραδιές και νύχτες και μαγαζιά και συναυλίες.

2/1/1933 - 20 /8 /2021
RIP





https://www.youtube.com/watch?v=zEDhkVEpvWs

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

Εξαρχειώτικη Τρολιά που ας ήταν αλήθεια

 


Η ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙCKOΠH AΘΗΝΩΝ τοιχοκόλλησε μήνυμα κατά των αντιφεμινιστών: 

ΤΑ CΩΜΑΤΑ ΜΑς 

ΜΑς ΑΝΗCOYN.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

CΤΟΝ ΑΓΩΝΑ

ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

CTHN ΠΟΛΩΝΙΑ.

 

Εξαρχειώτικη Τρολιά που μου άρεσε 

 Διότι είναι εφιαλτικό αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Πολωνία, διότι τελικά τίποτε δεν είναι κατακτημένο, διότι αυτό μάς έλειπε να αφήσουμε πάλι κάτι συντηρητικούς κυρίους να νομοθετούν για το τι θα κάνει κάθε γυναίκα με το σώμα της.

Και όχι, δεν είναι μήνυμα της Αρχιεπισκοπής (προσέξτε τον κύκλο γύρω από το Α της υπογραφής)― πού τέτοια τύχη. Αλλά μακάρι να ήταν, ιδίως στις μέρες μας που η οργανωμένη θρησκεία έχει βαλθεί να ξεκάνει από Covid τους πιστούς της την ώρα που πολλοί  στρέφονται προς δεισιδαιμονική συνωμοσιολογία για να γεμίσουν το κενό.

Η ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙCKOΠH AΘΗΝΩΝ τοιχοκόλλησε μήνυμα κατά των αντιφεμινιστών: 

ΤΑ CΩΜΑΤΑ ΜΑς 

ΜΑς ΑΝΗCOYN.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

CΤΟΝ ΑΓΩΝΑ

ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

CTHN ΠΟΛΩΝΙΑ.

 

__________

Αφιερωμένο στις WUD του
PoliNPUD
,
συναγωνίστριες ναρκοεδελφές μου
της παγκόσμιας SisterWUD

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2020

Θεόδωρος Μπασιάκος #rip




Λιγοστεύουμε,
λιγοστεύουμε επικίνδυνα.
Ώρες πριν το μάθω, σε διάβαζα Monsieur Μπασιάκ και έβαλα ετικέτα το όνομά σου σε μια μικρή παρουσίαση της Ποιητικής Ανθολογίας στην οποία συμμετείχαμε κι οι δυό, όπως συχνά συμπέσαμε, ομόσταυλοι σε περιοδικά, ραδιόφωνα,  ή  στης ΤΡΥΠΑΣ ανάμεσα στις συνερΓΑΤΕΣ και τους συνερΓΑΤΟΥΣ τους Τέο Ρόμβου.

Καλό ταξίδι Θόδωρε,
πιάσε μας τόπο,
ερχόμαστε...

Πάνω αυτοπροσωπογραφία με φρέσκα κρεμμυδάκια.
το τελευταίο αυτοβιογραφικό περιτριγυρισμένος από « η ομορφιά του κόσμου» και την «Κυρία Αρρώστια»,
κάτω βιογραφικά,
ποιήματα, φωτογραφίες 
και πιο κάτω οι σύνδεσμοι.
____________________________________________


Μπουρλότο!
Την Πέμπτη 23 Ιουλίου 2020, στη 1 μ.μ. αποχαιρετούμε τον Θόδωρο Μπασιάκο στο αποτεφρωτήριο Ριτσώνας. Η αποτέφρωση θα γίνει στις 2 μ.μ.





Θεόδωρος Μπασιάκος
(Σαβ. 12/7/20, 1.30 π.μ.)
LA LUTTE CONTINUE
Μεσάνυχτα στο νοσοκομείο
Έχω βγει στο μπαλκόνι, σε στάση επαγρύπνησης
Καπνίζω το τελευταίο τσιγάρο της καβάτζας
Με περιτριγυρίζει η ομορφιά του κόσμου, φυτά κι' αστέρια κι' όλα
Πλάϊ μου ο σύντροφος, ένα ντερέκι καλοκάγαθο, εργάτης, με τον καθετήρα του παρά πόδας.
Ησυχία.
Εν αναμονή των μεγάλων μαχών.
Αυτή την ώρα αντιλαμβάνομαι τη ζωή ως φρουρά απεργιακή.
Σιγοτραγουδώ Ραούλ Βανεγκέμ, ένα τραγουδάκι πολύ αγαπητό σ' εμάς τα παιδιά των Λυσσασμένων:
("la vie s'ecoule, la vie s'enfuit...")
Πρώτα θα μου βγει η ψυχή και μετά η ποίηση.
Θεόδωρος Μπασιάκος Φίλοι μου, σας ευχαριστώ ολόψυχα έναν προς έναν κι' όλους για τη θέρμη της συμπαράστασης. 
Είναι προφανές ότι ανοίξαμε λογαριασμούς με την Κυρία Αρρώστια. Δεν είμαστε κι' οι μόνοι και, φευ, πολλές οι απώλειές μας... Θα νικήσουμε. Μαθαίνω επίσης πως έχουμε και γεννητούρια στη παρέα μας. Ο αγώνας συνεχίζεται. Απ' το σπίτι γράφω τώρα κι' είμαι καλά, ποτέ δεν ήμουν καλύτερα. Μη ξεχνάτε: Η αγάπη θέλει φίλημα κι' ο πόλεμος τραγούδια!
https://www.youtube.com/watch?v=F8A6LH4YT18
(Το βάθος τ' ουρανού΄είναι κόκκινο!)





Ο Μπασιάκος επισημαίνει σε γραπτά του, πως κάποιοι στίχοι του είναι «δανεισμένοι» από άλλους ποιητές, όπως επίσης κάποια ποιήματά του είναι μεταγραφές από μνήμης, ποιημάτων Γάλλων κυρίως ποιητών και στιχουργών. Πρακτικές «δανεισμού», που μας παραπέμπουν στους ντανταϊστές. Ενδεικτικά παραδείγματα της δεύτερης περίπτωσης είναι τα ποιήματα «Όχι» και «Aucassin et Nicolette MMXIV», από τη συλλογή «Νυχτερινό καφενείο και άλλα ποιήματα». Όπως μας πληροφορεί ο Μπασιάκος, το πρώτο ποίημα «μπορεί να θεωρηθεί ως ελεύθερη απόδοση ενός ποιήματος του Blaise Cendrars», ενώ το δεύτερο ποίημα, «πρόκειται για μια ερωτική εξομολόγηση του ήρωα προς την ηρωίδα του ομώνυμου μεσαιωνικού ρομάντσου, αντιγραμμένη από μνήμης κι ίσως κομμάτι αυθαίρετα».




«Ο Θεόδωρος Μπασιάκος ή Γκαγκάν, καλλιτέχνης συγγραφέας, 
έλκει την καταγωγή του από τον Βιγιόν και τον Γιεσένιν....»

γράφει ο Σπύρος Θεριανός
Ο Θεόδωρος Μπασιάκος γεννήθηκε το 1963. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά ήδη απ’ τη δεκαετία του ’80. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή Μαύρα μάτια, Τραγούδια για γραφομηχανή και τσιγγάνικη ορχήστρα, στις εκδόσεις του περιοδικού Πλανόδιον, το 2006. Συνήθως όμως, κυκλοφορεί τα ποιήματά του εκτός εμπορίου, σε αυτοσχέδιες φωτοτυπημένες εκδόσεις ή τα δημοσιεύει στο διαδίκτυο. Στα χέρια μου έχω τις αυτοσχέδιες συλλογές Μικρό Παρίσι, ποιήματα 1985-2007, Jam Session στο αμέρικαν μπαρ (2007), Αμαζόνιος (2008), Αγγούρια και μαργαρίτες (Άπαντα τ. 1, 2015), Μπασιάκ Θεόδωρος ο γκαν-γκαν (Άπαντα τ. 2, 2015), Νυχτερινό καφενείο και άλλα ποιήματα (Άπαντα τ. 3, 2015), Τα γαλλικά μου τραγούδια (Άπαντα τ. 4, 2015). Η χρήση της λέξης «Άπαντα» είναι ένα αυτοσαρκαστικό σχόλιο του ποιητή απέναντι στο έργο του. Ένα ειρωνικό νεύμα απέναντι στην αγωνία να μην πάει τίποτα χαμένο απ’ όσα έχουμε γράψει. Το 2017 κυκλοφόρησε σε μορφή ηλεκτρονικού βιβλίου μια επιλογή ποιημάτων του με τον τίτλο Κούκου Νιάου από τις εκδόσεις Ενδυμίων, η οποία διατίθεται ελεύθερα στο διαδίκτυο.

Η ποίησή του αντλεί απ’ τον αναρχισμό και το κίνημα του dada, τόσο σε κάποιες όψεις της γραφής του* όσο και στην αίσθηση που κυριαρχεί στα ποιήματά του, πως η πραγματικότητα είναι ολότελα λάθος και πως η τέχνη δεν πρέπει να είναι μια πρακτική διαχωρισμένη από τη ζωή:

Ζω μέσα στο ποίημα.
Ποίημα είναι η ίδια η ζωή.
(από τις «Σελίδες ημερολογίου»)

Η καλλιτεχνική του ταυτότητα;

ΓΡΑΦΩ. Τι το περίεργο; Είμαι συγγραφέας. Αν ήμουν
ζωγράφος φερ’ ειπείν θα ζωγράφιζα.

Τα γραπτά μου:
Τοπία, απόψεις της πόλης μας ως επί το πλείστον,
σκηνές δρόμου αλλά και αρκετά εσωτερικά (το δωμάτιο
του καλλιτέχνη κλπ.)
Νεκρές φύσεις
Προσωπογραφίες – μεταξύ των οποίων πολλές οπωσδή-
ποτε αυτοπροσωπογραφίες
– και βεβαίως: –
Γυμνά.

Η Μαρ. είναι το αγαπημένο μου μοντέλο.

Και τώρα τίθεται το ερώτημα: κατά πόσον ένα πορ-
τραίτο φιλολογικό «μοιάζει» τον άνθρωπο;
Ενδιαφέρον ερώτημα, το οποίο έχει κι’ ακόμα απα-
σχολεί μία σημαντική μερίδα του αναγνωστικού μας
κοινού και της κριτικής… (Στη ζωγραφική τόχουν θαρρώ
απαντήσει προ πολλού…)

Εγώ, βεβαίως, γράφω σε «στυλ Πικασσό».

Το μέτρο των στίχων του, μας το δίνει ο ίδιος:

Στα ρεπό τους
τα «δουλικά»
(βουλγάρες, ρωσίδες κλπ.)
ανταμώνουνε πάντα
στο ίδιο παγκάκι
σ’ αυτή δω τη πλατεϊτσα
καπνίζουνε ασταμάτητα
και τα λένε τα λένε
και καπνίζουνε
και κουνάνε τα
πόδια τους νευρικά –
κι αυτό είναι!

-αυτό!-
το μέτρο του στίχου μου.

(«Το μέτρο»)

Στα ποιήματά του αναδύονται οι διπλές αξίες της ζωής και η σύγκρουσή τους. Από τη μία, οι επιτακτικές υποχρεώσεις της καθημερινότητας και από την άλλη ο επιθυμητός τρόπος ζωής με τα διαβάσματα, τα γραψίματα, τους φίλους, τις κρασοκατανύξεις, την αλληλέγγυα κουλτούρα, τις ξάπλες.

Ξάπλα –μου γουστάρει –
μεσ’ το δείλι.

Τα πόδια ν’ απλώνω ίσια στο άπειρο!
Η κάλτσα τρύπια, γυμνό το μεγάλο μου δάχτυλο!

Τσιγαράκι –να φουμά –
τώρ’ ανάβω.

Με τον καπνό δαχτυλίδια σου φκιάνω!
Για τα νέα του χρηματιστηρίου, καπίκι δε δίνω!

(«Ένα γαλλικό τραγούδι»)

Χαρακτηριστικό της ουτοπίας της αλήτικης ζωής είναι πως ο φορέας της συγκροτεί την αυτοεικόνα του και τις προβολές του για μια καλύτερη ζωή, με εικόνες και έννοιες από την κοινωνική πραγματικότητα, στην οποία ζει και στην οποία εναντιώνεται. Δεν έχουμε ανάγκη από περιφράξεις, ιδιοκτησίες και φυλακές. Μόνο ηλιόλουστες μέρες τον χειμώνα. Ατελείωτη περιπλάνηση. Μια όμορφη σκιά το καλοκαίρι. Και ζήσε. Ζήσε και άσε και τους άλλους να ζήσουν. Να μερικά απ’ τα στοιχεία της ιδανικής πολιτείας του, τα οποία συναντούμε και στα ποιήματα του Μπασιάκου. Μια απελευθέρωση από την εργασία και μια φυγή από την πολιτική και από την ίδια την κοινωνία.

Φωτογραφία: Aleksandras Macijauskas
Ο άνεμος, voilà!
παίζει την μουσική που παιζότανε
παλιά στα τσίρκα τα λούνα-παρκ τα καρναβάλια ακόμα

Στ’ ανθοπουλειά σουρώνω μ’ όλα τούτα τα φτηνά και δυνατά
αρώματα
που με κερνάνε οι μόρτες

Ψώνισα δυο τόπια φύλλα τριανταφυλλιάς απ’ την πόλη, φουστάνι
καινούργιο να ράψεις

Ας παντρευτούμε
Θάρθω απόψε στον ύπνο σου να σε κλέψω
-πάλι!-
Θα ζούμε με ποιήματα . θα κάνουμε αφού το θες πολλά παιδιά
Τι κι αν είμαστε φτωχοί
Πουλιά, αγάπη μου, σαν πουλιά θ’ αναστήσουμε τα παιδιά μας.

(«Αμαζόνιος»)

Ο λιτός βίος μετατρέπεται σε ιδεώδες, κάτι που το συναντούμε σε όλες σχεδόν τις πνευματικές παραδόσεις, αλλά και σε αντιπολιτευτικές αντικουλτούρες, όπου ατομικοί τρόποι διαβίωσης μπορούν να αποκτήσουν ανταγωνιστικό χαρακτήρα (Porta, Diani, 2010): ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη πολλά για να ζήσει και αυτό από μόνο του μπορεί να γίνει πράξη αντίστασης ή ανάκτησης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας:

Να βρίσκεσαι με τους φίλους
Να φροντίζεις την τριανταφυλλιά
Να φουμέρνεις στο δειλινό
Ν’ αφίνεις να τρίβεται η γατούλα στα πόδια σου
Να κάνεις έρωτα (όχι λεφτά)
Να πίνεις μ’ απόλαυση το νερό
Να διαβάζεις να γράφεις
Κ.τ.λ.
Ν’ απαλλοτριώνεις αλύπητα τους απαλλοτριωτές
της ζωής μας
Η ζωή είναι ωραία.
Να μη πλένεις πιάτα ποτέ το βράδυ
γιατί τη νύχτα μπορεί να πεθάνεις – γράφει κάπου
ο φίλος μου ο Θανάσης.
Ωραίος ο Θανάσης! Όπως κι’ όλοι οι φίλοι μου.
(«Χτες είδα τον Χριστό φαντάρο»)

Ο David Graeber, επισημαίνει πως οι αναρχικοί δεν πιστεύουν στην καθορισμένη πορεία της ιστορίας και πως καμιά μορφή εξαναγκασμού δεν προάγει την ελευθερία. Ωστόσο, οι κοινωνικές και πολιτικές διαδικασίες μεσολαβούν για να οδηγήσουν στη συναίνεση έναν κόσμο ταραχώδη (Graeber, 2007). Πιθανό παρεπόμενο η αποδοχή της μοίρας, μια amor fati (αγάπη της μοίρας): να αισθάνεται κανείς καλά με ότι έχει τώρα, σήμερα. Αυτή η στάση συνυφαίνεται κάποιες φορές με την αγάπη και την κατανόηση για το κοντινό και το μοναχικό. Τη συναντούμε στο Βιβλίο της Ανησυχίας του Μπερνάντο Σοάρες, ετερώνυμου του Φερνάντο Πεσσόα: ο Σοάρες εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την πραγματικότητα στην οποία ζει, για τη δουλειά του, για το αφεντικό του, μέχρι και για τον δρόμο που βρίσκεται η εμπορική εταιρεία. Παραδέχεται όμως, πως αν του δινόταν η ευκαιρία σε μια επόμενη ζωή, θα αγόραζε ένα εισιτήριο, με το οποίο θα επέστρεφε στην ίδια ζωή, στην ίδια δουλειά, στο ίδιο αφεντικό, στον ίδιο δρόμο. Ο Μπασιάκος δεν θα ξόδευε τα λεφτά του για την ίδια διαδρομή. Καμιά φορά διχάζεται, γιατί στην πραγματική ζωή υπάρχουν περισσότερες από μία διαστάσεις:

Θα μπορούσε να είναι έτσι:
να ‘χω δουλειά
αυτό μονάχα
ν’ αμείβομαι,
το βασικό
Να μπορώ απλώς να επιστρέφω κάθε μέρα
κατάκοπος στο καμαράκι
με το μεροκάματο στην τσέπη
και μ’ ένα λουλούδι για την καλή μου
Η αγκαλιά της να ‘ναι η ξεκούρασή μου
ο έρωτάς της η ανάσα μου
Κι αύριο
ξανά
πάλι μια από τα ίδια
με μικρές παραλλαγές
ας πούμε: αντί λουλούδι, λουκούμια
ή ένας δίσκος τζαζ…
Τις Κυριακές, απόδραση, στο κύμα, στο ταβερνάκι
Τη μέρα του συλλαλητηρίου, στο συλλαλητήριο…

Χιονίζει σήμερα.
Δεν έχω μία.
Ούτε λουλούδι ούτε λουκούμι.
Κάνω όνειρα «μικροαστικά»
Κι έτσι μου ‘ρχεται να κλάψω-
Δεν ξέρω αν
Από απελπισία; Ή απ’ την ομορφιά όλης αυτής της απλότητας;

(«Και πουρκουά πα, δηλαδή, μανίτσα μου;»)

Φωτογραφία: Εliot Εrwitt
Ωστόσο, αντί για την «αγάπη της μοίρας», θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στην «αίσθηση της θέσης» όπως αποκαλεί ο Γκόφμαν, την πρακτική γνώση της σύνολης κοινωνικής δομής, που συνεπάγεται σιωπηρή αποδοχή της θέσης και αίσθηση των ορίων («δεν είναι για μας αυτά»). Όσο πιο άκαμπτα επιβάλλεται η αρχή της πραγματικότητας και όσο πιο άκαμπτα για λόγους αρχών εναντιώνεται σε αυτήν το άτομο, τόσο περισσότερο το τελευταίο ορίζει με αυστηρότητα τις αποστάσεις, που πρέπει να τηρηθούν. Βρίσκει τη συνέχεια και τη σταθερότητα του νοήματος που δημιουργεί για τον κόσμο στην πιστή δέσμευση της συνείδησής του στον εαυτό της, όπως ο Οδυσσέας δέθηκε μπροστά στις Σειρήνες (Bourdieu, 1999). Ο Μπασιάκος δεν παύει ποτέ να σιχτιρίζει την ανισότητα και τη νευρωτική συμμόρφωση που απαιτείται εντός των κοινωνικών πλαισίων που διαμορφώνονται στον καπιταλισμό, την αποξένωση των ανθρώπων. Οι ίδιες οι κοινωνικές σχέσεις μπορούν να αποτελέσουν παράγοντες ξεριζώματος (Weil, 2014). Στα ποιήματά του συναντούμε εικόνες ξεριζωμένων. Για τον Μπασιάκο, οι ποιητές για παράδειγμα, είναι εσωτερικοί εμιγκρέδες, συγχρωτισμένοι με όλους τους ξεριζωμένους της γης:

Κι’ εμείς
οι ποιητές
πρόσφυγες είμαστε
και μετανάστες,
εμιγκρέδες,
ξένοι, ξεριζωμένοι,
εξόριστοι
είτε αυτοεξόριστοι,
κυνηγημένοι,
στη καλύτερη: γύφτοι…
(στη πιο καλύτερη: μπατιροτουρίστες…)
Μου τόχε πει και μια γειτόνισσα,
η Αλμπένα,
Βουλγάρα; – Βουλγάρα, ναι:
Είστε κι’ εσείς σαν εμάς κύριε Θόδωρα
μόνο λίγο παράξενος… τί τα θέλετε τόσα βιβλία;!
(«Γραφικοί τύποι»)

Αρκετά ποιήματα του Μπασιάκου φέρουν τα ίχνη επανεγγραφών σε ποικιλόμορφα συμφραζόμενα, μετεικασμάτων που δίνουν την αίσθηση της ενεργοποίησης μιας ποιητικής μνήμης. Συναντούμε σε ένα σημαντικό μέρος του έργου του, τα διακριτικά γνωρίσματα μιας ποίησης εμποτισμένης από το καρναβαλικό πνεύμα και κυρίως, από μορφές πολιτισμού του λαϊκού γέλιου. Το ποίημά του «Κακβιμάρτζος», λέξη που σημαίνει «εις υγείαν» στα Γεωργιανά, θα μπορούσε να είναι μία «λειτουργία των μεθύστακων», όπως την παρουσιάζει ο Μπαχτίν στα πλαίσια της χιουμοριστικής λατινικής φιλολογίας, πεποιημένη με τον ποιητικό τρόπο του Μπασιάκου, προσαρμοσμένη σε περιστάσεις της εποχής μας. Στο συγκεκριμένο ποίημα, ο ποιητής, που αποστρέφεται την κρατική εξουσία και τα όργανά της, τα πίνει μ’ έναν πρώην αστυνομικό από την εποχή της Ε.Σ.Σ.Δ.. Έχουν γείρει ο ένας στον ώμο του άλλου και τα λένε:

Αν είναι δυνατόν
εγώ
ο ποιητής
να τα πίνω απόψε παρέα
μ’ έναν μπάτσο
(!)
ναι
(πρώην,
στην Ε.Σ.Σ.Δ.)
γερτοί λιώμα ο ένας στον ώμο τ’ άλλου
τους παλιούς καλούς καιρούς και να κλαίμε
(μπαλαλάικες… πούντες, θε ν’ ακώ μπαλαλάικες!)
τότε που

-ο λόγος στον φίλο μου:-

Κάτι χούλιγκαν σαν εσέ
εγκώ, αντελφέ, τους έστελνα στο Σίμπιρι ευγκαρίστως.

(«Κακβιμάρτζος»)

Η Λολομπριτζίτα, ο γύφτος με τις αρκούδες, τα καρουζέλ των πανηγυριών, οι καλντεριμιτζούδες παρελαύνουν στα ποιήματά του, όπως σε μια μέρα καρναβαλιού:

Το καρουζέλ των πανηγυριών
Ο «γύρος του θανάτου»
Τα ρεφρέν της Πασκάλ
(το κορίτσι με τη λατέρνα)
Το ζωντόβολο του γύφτου Αρκουδιάρη
Τα κουνήματα και τα γλυκά μάτια της καλντεριμιτζούς
Η μπύρα στου Πάλιβετς το καπηλειό
Τα δαχτυλίδια από καπνό
Οι λέξεις
(ο ποιητής).

(«Μέρα γιορτινή»)

Όπως επίσης, στο ποίημα «Στον ύπνο μου…», ο Μπασιάκος αξιοποιεί -συνειδητά ή ασυνείδητα, δεν το γνωρίζουμε- το «ονειρικό όραμα» (dream vision). Ένα λογοτεχνικό είδος εξαιρετικά δημοφιλές στα μεσαιωνικά χρόνια, αλλά και με διαχρονική δημοτικότητα. Κατά τη συνήθη σύμβαση, ο αφηγητής αποκοιμιέται και ονειρεύεται γεγονότα, που πρόκειται να εξιστορήσει στη συνέχεια, ενώ τα όσα ονειρεύεται, φέρουν εν μέρει τουλάχιστον, ένα αλληγορικό απόθεμα :

Στον ύπνο μου ροχαλίζω σαν τραίνο
Λιβάδια διασχίζω καταπράσινα
Άγρια άλογα με παραβγαίνουνε στη πηλάλα…
Είμαι λέει σ’ ένα βαγόνι
στο διάδρομο
εγώ κι’ ένα ασκέρι Τσιγγάνοι
που επιστρέφουν στην Γιουγκοσλαβία από δουλειές στην Ιταλία
εγώ γυρνάω από Ιταλία επίσης
στο σακίδιο μου έχω 2 κρασιά και μια γκράπα
τα κοπανάμε με τους Τσιγγάνους
μια νεαρή Τσιγγάνα έχει κολλήσει τα γόνατά της στα γόνατά μου
σκέφτομαι εδώ θα γίνει μακελειό
μου λέει την λεν Μιάρκα, όπως την γιαγιά της, γιαγιά της ήταν μου λέει η ηρωίδα του ομώνυμου μυθιστορήματος του Ζαν Ρισπέν
είμαι τύφλα και την πιστεύω κλαίω από ευτυχία
λέω: κλαίω από ευτυχία
(άρα είμαι άντρας
πλέον
τα παιδιά κλαιν από δυστυχία όχι οι άντρες)
επίσης, ξέχασα να σημειώσω ότι στο ίδιο βαγόνι
στα κουπέ κυριλέ
ταξιδεύουν δυο πουτάνες εξαίσιες λίγο γριές αλλά αξιαγάπητες
με καπελαδούρα πίπα κ.τ.λ.
σκέφτομαι:
αν τις έβλεπε ο Φελίνι θα τις έκανε πρωταγωνίστριες
κι’ επίσης
κουβαλώ στο σακίδιό μου:

ένα φύλλο της Lotta Continua (το οποίο θα μου κατασχέσουν οι μπάτσοι στην Λουμπλιάνα…)
2 αφίσες του αναρχικού ζωγράφου και χαράκτη Flavio Constantini
μερικοί δίσκοι: 2 των Area, το διπλό “The great white wonder” bootleg του Ντύλαν, Enzo Jannacci ένας δίσκος με τραγούδια σε στίχους Dario Fo, Yves Montand ένας δίσκος με τραγούδια σε στίχους Jacques Prevert
ένα τεφτέρι με στίχους
κι’ ένα μπλου-τζην, που δεν μου χωράει, μικρό, άγνωστο πώς βρίσκεται στο σακίδιό μου…
Η ζωή είναι ένα όνειρο
(άμα την ζεις).

Με την ποίηση του Μπασιάκου αναδύεται μπροστά μας ως «χρονότοπος» ο λαϊκός κόσμος της δομικής ανέχειας, της αναδουλειάς, της ανεργίας, του μετανάστη, του ακαμάτη, του ονειροπόλου, του άπορου καλλιτέχνη, του πότη, της καθημερινότητας, της ευθυκρισίας, του «κοινού νου».

Η γειτόνισσα βήχει ασταμάτητα.
Βουλγάρα, γι’ αυτό βήχει.
Πολύ με στενοχωρούν οι άνθρωποι που βήχουν.
Είναι άδικο που βήχουν μόνο οι φτωχοί.
Θα της έκανε καλό πιστεύω ένα τσάι ζεστό.
Ακόμα καλύτερα ένα ταξιδάκι στις Μπαχάμες, ή
στις Άλπεις που είναι ξηρό το κλίμα.
Τέλος πάντων:
Ό,τι μας πει ο γιατρός, δεν είμαστε γιατροί εμείς.

(«Μεταξουργείο»)

Πρόκειται για εικόνες καθόλου μεμονωμένες και αυθαίρετες ή αποκομμένες από τα άλλα πολιτισμικά και κοινωνικά φαινόμενα. Κι αυτό τον διαφοροποιεί από τους ποιητές του «ιδιωτικού οράματος» της γενιάς του. Στα ποιήματά του συμπλέκονται τα στοιχεία μιας «αυθόρμητης λαϊκής φιλοσοφίας» με τη φωνή ενός αναρχικού που εκφράζεται μέσα από το γέλιο της λαϊκής κουλτούρας το «νικηφόρο για κάθε τι» (Μπαχτίν, 2017). 
                            Σπύρος Θεριανός




Οληνύχτα σκάβω
Σκάβω μια τρύπα ανοίγω
Βαθειά
Βρίσκω πετρέλαιο
Βρίσκω διαμάντια
Βρίσκω λίρες χρυσές θαμμένες
Μα όλα αυτά μου είναι αδιάφορα εννοείται
Βρίσκω κι εσέ τρελλό κορίτσι
Στον έρωτά σου πέφτω
Τίποτε δεν λογαριάζω
Ούτε τον μαντράχαλο τον αδελφό σου
Ούτε και τις μαύρες του ζώνες στο “βαράτε”
Και σκάβω και σκάβω
Βλέπω φως στο βάθος του τούνελ
Έλα βγαίνουμε
Βγαίνουμε
Στην άλλη μεριά της γης –
Στη Μαλακάσα,
στη συναυλία του Bob Dylan
Για δες! 
Κι η Αργυρώ εδώ!
Κι ο Σταμπάκης εδώ!
“Ooh, I ain’t gonna work on Maggie’s farm no more…”
(τσίου!)

Το τελευταίο τραγούδι που ανέβασες.



Ο ΠΟΛΕΜΟΣ / ΤΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
[Από τον 'Πόλεμο' φυλλάδιο με ποιήματα, που κυκλοφόρησε σε ελάχιστα αντίτυπα, εκτός εμπορίου, το 2007]
Η ΚΗΔΕΙΑ

Αγόρι, κορίτσι.
Δώστε -
Στο κορίτσι μια κούκλα.
Στο αγόρι φτυαράκι.
Η κούκλα ξεχαρβαλωμένη να 'ναι, νεκρή.
Τ' αγόρι θα σκάψει με το φτυαράκι του λάκκο
ένα λάκκο μικρό, τόσο δα, για την κούκλα της φίλης του.
Δώστε -
Και στον Ούζο, τον χαζό μας, ένα καπέλο
καπέλο να 'χει ο χαζός μας, να το βγάλει καθώς περνά η κηδεία.

ΦΟΥΤΜΠΩΛ
Το κρανίο μου παίζουν κλωτσοσκούφι
Στρατηγοί Vs Μπίζνεσμεν.
Γ κ ο ο ο ο ό λ !
Ζήτω! Σεισμός στην εξέδρα
Διαμαρτυρίες, ήτανε οφσάϊντ
Πουλημένος ο ρέφερυ.
Εγώ τώρα πάλι - άουτ!
το κρανίο μου στου διαόλου τη μάνα.
"- Να ζει κανείς ή να μη ζει;" αναρωτιέται ο Αμλετάκος
τραβώντας να μαζέψει τη μπάλλα.
Αν κάνει καλά τη δουλειά του ο σπόρος, μπράβο, κονόμησε χαρτζιλικάκι.

ΠΟΛΕΜΟΣ
Χαλασμένη γειτονιά είναι οι στίχοι μου.
Στα χαλάσματα των στίχων μου, πιτσιρικάδες βγήκαν
και παίζουν -
πόλεμο
έναν
πόλεμο αφελή
όμως
καθαρό
παλικαρίσιο
έναν
πόλεμο χωρίς
υποκρισίες
μήτε τις προστυχιές
του
πόλεμου
των μεγάλων.



"ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν;
Ματθ. 6, 26.

Ο Θοδωρας είχε ένα αυθεντικό τσιγκανικο ταρατατζουμ στο ρυθμό της ποίησης του, κ αυτό ήταν που τον έκανε μοναδικό.
Ουτε "μεγάλος ποιητής", ούτε "ο τελευταίος μποέμ" κ άλλα τετοια που είδα να γράφονται σε ένα πνεύμα δακρυβρεχτης συναισθηματικής εντεχνιλας, αταιριαστης για τον ίδιο κ τον χαρακτήρα του. Σίγουρα όμως, τον θεωρώ πολύ καλύτερο απο την Γώγου, ή διάφορους άλλους σημερινούς αμαθεις ψευτοαντεργκραουντ, που κάνουν τσάμπα φιγούρα στα διάφορα ποιηταδικα, για να δώσω ένα μέτρο της εκτίμησης μου στην ποίηση του.
Μιλουσε τη γλώσσα του Γκορπα, του Πρεβερ, κ του Χραμπαλ κ λίγα τσιγγανικα που τα μάθε μόνος του. 
Ο Μπασιακ ήταν ένας ευλογημενος ανεπροκοπος, εύθραυστος αλλά κ αμετακινητος. Μια φορά που είχε στριμωχτει οικονομικά του είπα να έρθει να βοηθήσει στο βιβλιοπώλειο με το αζημίωτο. Αρνήθηκε, λέγοντας μου ότι μόνο τσάμπα, αν είναι, θα έρχεται να βοηθάει. Φυσικα, του αρνήθικα κ εγώ κ έτσι δεν ευδοκιμησε να αλληλοβοηθηθουμε.
Όταν είχε το βιβλιοπωλείο του στην Αμαλιάδα ήταν η χαρά του μικροεκδότη. Συνήθως πλήρωνε μπροστά κ όχι παρακαταθήκη, ό,τι κουλο βγάζαμε, ο Φαρφουλας, η Τυφλομυγα, το Πανοπτικον κ οι λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Κ μας είχε στη βιτρινουλα του πρώτη μούρη. Κάποτε που τον είχα επισκευτει στην Αμαλιάδα, το καλοκαίρι πριν κλείσει κ κουβαληθει μετά στην Αθήνα, έβγαλα μια φωτογραφία της βιτρίνας του, που δυστυχώς δεν τη βρίσκω.
Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στον Κώστα Δεσποινιαδη Εκδόσεις-Περιοδικό Πανοπτικόν που ετοιμάζει την έκδοση ολόκληρου του ποιητικού έργου του Μπασιακ. Είναι το μόνο παρήγορο μέσα στο ζοφο της απροσδόκητης αποδημιας του.
Πτηνό χειμαζομενο, μια ζωη, ο Θοδωρας, ήρθε το καλοκαιράκι αυτού του κωλοδισεκτου έτους κ μας την έκανε προς τους ουρανιους λειμωνες.
Αλι από μας...


Μόλις πριν λίγες ώρες κοινοποίησα- τον διάβαζα κι έγραφα για την Ανθολογία μια ώρα πριν μάθουμε το θλιβερό μανάτο.





Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟΔΩΡΟ ΜΠΑΣΙΑΚΟ
Από τα ευεργετήματα του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι ο τρόπος να στήνεις γνωριμίες και φιλίες που δεν τις φανταζόσουν,… που είναι –με την κυριολεκτική σημασία της λέξης– απίθανες. Χάρη στο facebook είχα την προνομιακή τύχη να γνωριστώ με τον –έτσι υπέγραφε– Θεόδωρο Μπασιάκο. Με τη πρωτοβουλία, μάλιστα, της κοινής μας φίλης Αλεξάνδρας Δήμου βρεθήκαμε κάμποσες φορές, παρ’ όλο που δεν ήταν εύκολο: αυτός στην Αθήνα και εγώ στην Κέρκυρα. Όσες φορές συναντηθήκαμε, η αφορμή ήταν κάτι που το ονομάζαμε (χάριν της συνεννοήσεως) «γιορτή», γιατί ήταν όντως γιορτή. Συναντιόμασταν στο Salero στα Εξάρχεια καμιά εικοσαριά (τουλάχιστον) άτομα και στήναμε ποιητικές / καλλιτεχνικές βραδιές. Εκ του προχείρου και με τη σοβαρότητα της αυθόρμητης κίνησης: ο έχων δίδει, ο μη έχων λαμβάνει.
Από τις 19 Ιουλίου ο Θεόδωρος Μπασιάκος δεν είναι στη ζωή. Στις 23 Ιουλίου αποτεφρώθηκε η σορός του. Τα λόγια που ακολουθούν γράφονται υπό το κράτος συγκινησιακής φόρτισης και άφατης αμηχανίας.
Δώδεκα μέρες προτού αποβιώσει, του ζήτησα να μου στείλει ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα για κάποια έκδοση ανθολογημένων ποιημάτων. Ιδού τι έλαβα στο messenger:
Μπασιάκος Θεόδωρος. Αθήνα 1963. Επισήμως έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «Μαύρα Μάτια», Πλανόδιον 2006, και παλιότερα τα νεανικά του «22 ποιήματα» και «Πολύ ευγενής», αρχές δεκαετίας ’80. Ποίημά του πρωτοδημοσιεύτηκε στο Νέο Σοσιαλιστή, αριστερό εφημεριδάκι της μεταπολίτευσης. Συνήθως διακινεί τους στίχους του εκτός εμπορίου υπό μορφή μικρών αυτοσχέδιων φυλλαδίων εκτός εμπορίου. Ηλεκτρονικά κυκλοφορεί κι η συλλογή «Κούκου-νιάου», Ενδυμίων 2017, στην δε ομαδική συλλογή «Επ7ά φωνές», Εξιτήριον 2018, συμμετέχει με 7 «γαλλικά» κομμάτια. Ο ίδιος πάντως προτιμά τα λάιβ σε διάφορες αντεργκράουντ μουσικοποιητικές βραδιές της «αριστερής όχθης» των Αθηνών.
Και κλείνοντας σημείωνε: «Το παράκανα λίγο, ας περικοπεί όσο είναι απαραίτητο».
Ο Μπασιάκος (ή Γκαν-γκαν ή Ινδιάνος) είναι αυθεντική φωνή της αντεργκράουντ ποίησης. Το αποδεικνύουν οι στίχοι του. Με υλικά από την καθημερινή κουβέντα, που καμιά φορά –με παιγνιώδη διάθεση– τα διανθίζει με λόγιους τύπους («μη πλέον εν χρήσει»), στήνει ποιήματα που ευχαριστούν την ψυχή του αναγνώστη. Ο ίδιος ήταν τραγουδιάρης: λάτρευε τα ρωσικά και τα τσιγγάνικα τραγούδια, όπως επίσης και τα ιταλικά, ακόμα και αυτά του τύπου «canzonissima».
Τα ποιήματά του είναι τραγούδια – δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά, αλλά είναι. Γκινσμπεργκιανή και φερλινγκέτεια διάθεση διατρέχει τους στίχους του, που τους συντηρεί σε μονόφυλλα.
Ο Μπασιάκος είναι περιθώριο αυθεντικό – καθόλου ιμιτασιόν, καθόλου φολκλόρ, καθόλου φιγουρατζής. Δεν περιάγει την τέχνη του επαιτώντας θαυμασμό και αναγνώριση. Σούμπιτος είναι η τέχνη του, και η τέχνη του είναι η ίδια του η ζωή. Είναι ευγενής και γι’ αυτό του αρέσουν οι απολαύσεις που μπορεί να έχει. Αλλά δεν νιώθει να του χρωστάνε τίποτα, ούτε διεκδικεί ποικιλώνυμα «κεκτημένα». Ενθουσιάζεται σαν μικρό παιδί, όταν λέει ότι είναι «ανεπρόκοπος»
Είναι ποιητής ταγμένος στη μεριά των προλετάριων. Τελεία. Ούτε «μποέμ» ούτε «προφητικός» – αυτά είναι για τους αστούς ποιητές, για να νιώθουν ότι δεν είναι αστοί, αλλά κάτι άλλο. Ο Μπασιάκος είναι μια ποιητική ανθρώπινη ύπαρξη που «καταλαβαίνει» τους πάντες. Ακόμα και τους ταξικούς του εχθρούς! Η μακροθυμία του είναι απόσταγμα ποιητικό. Μέσα σε κλίμα «φαμφάρας» και «ταρατατζούμ» στήνει το τσιγγάνικο πανηγύρι του και μας χαρίζει εκ περιουσίας τη χαρά της ζωής όπως την προσλαμβάνει ο ίδιος. Ήταν άρρωστος, ήξερε ότι τα πράγματα «δεν εξελίσσοντο καλώς», κι εντούτοις απευθυνόταν προς την αρρώστια του σαν να είχε μπροστά του μια κυρία που δεν ζει χωρίς τις ρεβεράντζες που απαιτεί να της κάνουν.
Τρελαινόταν για Μαγιακόφσκι, για Πρεβέρ, για Νικανόρ Πάρρα. Του άρεσε πολύ και ο Ρενέ Σαρ – κουβεντιάζαμε πάντα γι’ αυτόν, όπως και για τον Μπόρχες. Είχε γράψει κι ένα ποίημα με τίτλο Μπορχεσάρ.
Σύντομο και αμήχανο τούτο το σημείωμα. Αν το ήξερε, θα με απέτρεπε. Είμαι βέβαιος, πάντως, ότι με συγχωρεί. Γι’ αυτό και το γράφω. Όπως με «συγχώρησε» τότε που είχα διδάξει σε φοιτητές μου στο μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας κάποια ποιήματά του, όταν τον διαβεβαίωσα ότι τα παιδιά «δεν δυσαρεστήθηκαν καθόλου». Έχω μάθει ότι οι εκδόσεις Πανοπτικόν ετοιμάζουν μιαν έκδοση των ποιημάτων του. Εκεί θα διαβάσουμε λόγια σαν κι αυτά, από το τελευταίο του ποίημα, όπου η πάλη συνεχίζεται:
LA LUTTE CONTINUE
Μεσάνυχτα στο νοσοκομείο
Έχω βγει στο μπαλκόνι, σε στάση επαγρύπνησης
Καπνίζω το τελευταίο τσιγάρο της καβάτζας
Με περιτριγυρίζει η ομορφιά του κόσμου, φυτά κι' αστέρια κι' όλα
Πλάϊ μου ο σύντροφος, ένα ντερέκι καλοκάγαθο, εργάτης, με τον καθετήρα του παρά πόδα.
Ησυχία.
Εν αναμονή των μεγάλων μαχών.
Αυτή την ώρα αντιλαμβάνομαι τη ζωή ως φρουρά απεργιακή.
Σιγοτραγουδώ Ραούλ Βανεγκέμ, ένα τραγουδάκι πολύ αγαπητό σ' εμάς τα παιδιά των Λυσσασμένων:
("la vie s'ecoule, la vie s'enfuit...")
Πρώτα θα μου βγει η ψυχή και μετά η ποίηση.
(Σαβ. 12/7/20, 1.30 π.μ.)
Χαίρε, Τεό Μπασιάκ. Χαιρετίσματα στους φίλους, ξέρεις εσύ.




_________________________________________
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ