Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧριστοφιλάκηςΓ.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧριστοφιλάκηςΓ.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2019

Δε νταγιαντώ δυό πράματα





Δε νταγιαντώ δυό πράματα
φτώχια και γεροντάματα

Ρεμπέτικο κλασικό διστιχο από τη 'Σβούρα' του Γιώργη Χριστοφιλάκη.
Ναι στην Αθήνα είμαι, πρώτη μέρα μετά τα events και τα ακτιβιστικά μου, μόνη με τα βιβλία μου που καθένα, έχει και δική του ιστορία.
Η Σβούρα. Από τη βιβλιοθήκη του πατέρα μου που μοιραστήκαμε με τις αδελφές μου. Στο εσώφυλλο αφιέρωση στο Νίκο Κούνδουρο με σκιτσάκι πορτραίτο του Χριστοφιλάκη όπως τον θυμάμαι όταν ήμουν παιδί κι έτρεχα στη Σκουφά με πιρουέττες απ' της Ναταλίας Στεφάνου τα μαθήματα μπαλέτου, στο γραφείο του πατέρα μου, Λυκαβηττού, σ΄ένα θαυμάσιο φωτεινό διαμέρισμα που ανήκε σε παλιά μαθήτρια στο σχολείο του παππού μου, λίγο πιο κάτω στη Σταΐκου. Κι οι δυό παππούδες μου ήταν φιλόλογοι αλλά στο σχολείο αυτού του ίδιου παππού μαθητής ήταν κι ο Χριστοφιλάκης για πολύ λίγο (κι έχει γράψει γι αυτό).
Και διέσχιζα τη Σκουφά με πιρουέττες. Από Πλουτάρχου (απέναντι σφoλιάτα από το Μήτσο Ακτύπη για να φτιάξουν στο σπίτι quiche lorraine), Σκουφά ο φούρνος που έβαζε δυό λουκάνικα στη λουκανικόπιτα κι ύστερα εκεί άνοιξε το Joy με τα ωραία ρούχα εμπνευσμένα από τη ΒΙΒΑ κι ύστερα εκεί μετακόμισε το Free Shop όταν χωρίστηκε από το Pop Eleven που εγκαταστάθηκε από πάνω, κι εκεί ,στους «αδελφούς Φαληρείς» όπως τους λέγαμε, δούλευε ο Κύριος Kastell όταν γνωριστήκαμε-με τη βιβλική έννοια, διότι κοινωνικά γνωριζόμασταν χρόνια στις ίδιες παρέες της Δεξαμενής αλλά όχι ακριβώς στην ίδια διότι τότε ήταν μεγαλύτερος, τότε, που τα πέντε χρόνια ήταν διαφορά.
Πιρουέττες. Με τη σφολιάτα στα χέρια, 12 ετών σφίζουσα από ζωή και ενδορφίνες μετά το χορό και τη χαρά πως λίγο παραπάνω άνοιξαν τα πόδια μου, λίγο πιο πολύ άντεξα στην απόλυτη ακινησία που απαιτεί ο χορός.
Διότι όπως η Μουσική θέλει παύση,
όπως η Γλυπτική θέλει κίνηση,
έτσι ο Χορός δίχως ακινησία, χορός δεν είναι.
Πιρουέττες στη Σκουφά. Απ' τη Λυκαβηττού με θέα τον τρούλο πίσω από τον τρομερό πατέρα μου καθισμένο στο φωτεινό γραφείο να συζητά τα ακατανόητα με τους συνεταίρους του Ντίντη Καρύδη (με τα σόρτς και τη Citroen βάτραχο) και τον πάντα ευγενή κι απόμακρο Γιώργο Σταμπουλόπουλο, τρέχοντας έμπαινα Σκουφά 52, στο σκοτεινό γραφείο της μητέρας μου. Άλλη ατμόσφαιρα, σκοτεινή γιατί δεν έμενε, ούτε έμεινε, πολύ εκεί, γρήγορα μεταφέρθηκε στο κτίριο με τους φαρδείς διαδρόμους, πρώτη γυναίκα διεύθύντρια της ΕΡΤ προ Μανθούλη που τη μνημονεύει στη θαυμάσια αυτοβιογραφία του.
Δε νταγιαντώ δυό πράματα
φτώχια και γεροντάματα
Ποιον ενδιαφέρουν άραγε όλα αυτά; Είμαστε η μνήμη μας είπε ο Προυστ κι επιβεβαίωσε ο Φρόυντ. Είμαστε μόνο η μνήμη μας, λέει η σύγχρονη Νευροχειρουργική που μελετά εγκεφάλους, ηλεκτρονικούς και μη, και υπόσχεται αθανασία όταν με τη βοήθεια των νέων Τζομπς και Γκέιτς θα μπορεί ο άνθρωπος να φορτώσει τη μνήμη του σε ένα υπολογιστή και μέσα εκεί να ζει για πάντα μια virtual ζωή δίχως φθορά και σωματικό πόνο.
Δίχως μπαγκάζια.
Ή ενθύμια, σαν αυτά της δικής μου Αθήνας.
Στον Κούνδουρο, αφιέρωσε ο Χριστοφιλάκης τη Σβούρα του που αφηγείται 'τουρνέ', ταξίδι ενός θιάσου, ο Βέγγος, η Σμάρω, ο Διευθυντής Σκηνής που βάζει πρόστιμα στην «κοπελιά» που «κάνει χάσμα» στο κρύο θέατρο με πάνινες καρέκλες, σε παγωμένες πόλεις «και κάτι μουζικαρέοι ντούρου ντούρου...κι αρνιά κι αυγά, κοκορέτσι, σαλάτες και χαλβάς και παγωτό... Τα ξέρασα.».
Πώς απ' τον Κούνδουρο, βρέθηκε εδώ σ΄ εμένα αυτό το βιβλίο, σε άλλο δρόμο, άλλο σπίτι, άλλο αιώνα; Πώς αλλάζουν χέρια οι μνήμες;
Και το αιώνιο ερώτημα: Τι αξία έχουν όλα αυτά;
Και το καινούργιο μου βάσανο: Τι θα απογίνουν, ποια χέρια θα τα ανοίξουν μετά τα δικά μου;
Και πάλι πίσω, στα αιώνια: Και τι, τι σημασία μπορεί να έχει αυτό;

Δε νταγιαντώ, δε νταγιαντώ, σας λέω.


Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2015

Για τον παππού μου από το Γιώργη Χριστοφιλάκη



Δεν πιστεύω στο αίμα και στις οικογένειες κι απεχθάνομαι την προγονολατρεία, τα έχουμε πει. Κάτι κληρονομούμε, δεν αμφιβάλλω, μα εκτιμώ περισσότερο τα επίκτητα, την επιρροή. Κι αυτή είναι που με συγκινεί.
Όταν τα καλοκαίρια περνώ μέρες ολόκληρες μια σκάβοντας και κλαδεύοντας και μια γράφοντας στον κήπο, όταν όλοι οι άνδρες με τους οποίους σχετίστηκα έχουν κάτι που μου τον θυμίζει, όταν καμιά φορά που πιάνω ένα παλιό βιβλίο οι σημειώσεις με μολύβι στα περιθώρια με μπερδεύουν, τόσο πολύ μοιάζουν τα γράμματά του με τα δικά μου, τότε θυμάμαι τον παππού μου- για τον οποίο δε σκόπευα να γράψω εδώ.
Όμως κάποιος τον  γκούγκλαρε και, άγνωστο γιατί, το Google τον έστειλε εδώ σ' εμένα και συγκινήθηκα.

Ο παππούς μου ήταν φιλόλογος και είχε ιδιωτικό σχολείο στην οδό Σταΐκου στο Κολωνάκι. Θυμάμαι το πιάνο, την κυρία Ματθίλδη που το δίδασκε, θυμάμαι και τις σκάλες. Ο παππούς μου αγαπούσε τους κήπους, έγραψε βιβλία και συνελήφθη από τη Γκεστάπο στην Κατοχή. Άλλα δε θα σας πω, μόνο μια ιστοριούλα, ανάμνηση του συγγραφέα Γιώργη Χριστοφιλάκη. Αν περνούσατε από το δρομάκι με τις νεραντζιές ή αν ήσασταν μαθητής στη Σχολή Φωτοπούλου, θα θυμηθείτε.