Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΜΣΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΜΣΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Το βλέπετε; Το βλέπετε κι εσείς;



Το βλέπετε; Το βλέπετε αυτό που είδα σήμερα στον καθρέφτη;
_____________________________________________

All things that pass
Are woman's looking-glass;......
έγραψε η Christina Rossetti κι εγώ παλιότερα, σε μια άλλη ζωή την είχα μεταφράσει σε ένα βιβλίο με μπλε εξώφυλλο. Ιδού και η μετάφραση.
Τώρα φτάνει για σήμερα. 
Αν σας έλειψε η σοφία της Μαντάμ το σημερινό είναι στο Open Salon. Όσο για μένα επιστρέφω στο 'The Help' της Kathryn Stockett παρότι το έξω με καλεί.
Καλεί και προσκαλεί και επιμένει. Αλλά, το βλέπετε;
Το βλέπετε αυτό που είδα σήμερα;
___________


Τρίτη 19 Απριλίου 2011

19 Απριλίου 1824: Ο Θάνατος του Βύρωνα

Με μιά από τις φορεσιές που έφτιαξε στο πρώτο ταξίδι του

Σα σήμερα 19 Απριλίου του 1824, (έπεφτε Δευτέρα του Πάσχα), πέθανε στο Μεσολόγγι ο Λόρδος Βύρων, γνωστός έως τότε για την έκλυτη ζωή και το σπουδαίο και διασκεδαστικό 'Δον Ζουάν' του και από τότε και για την ένθερμη και γενναιόδωρή του υποστήριξη της Ελληνικής Επανάστασης. 

Από όταν πάτησε το πόδι του σε ελληνόφωνο έδαφος, στο Ιόνιο, προσπάθησε να δώσει παράδειγμα με τη συμπεριφορά του και 'να αποτινάξει το πνεύμα του δανδή' όπως λέει ο Sir Leslie Stephen {στη σχετική πραγματεία της οποίας παραθέτω link}.

Μαζί με τους 50-60 στρατιώτες που συντηρούσε και το χρήμα που έφερε, επιδόθηκε και στη φιλανθρωπία προς τα θύματα πολέμου, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Γιά παράδειγμα εκτός του κωμικού του φλερτ Λουκά Χαλανδρουτσιάνου τον οποίο συντηρούσε (κι εμμέσως τα ναζάκια του αναφέρει  στο κάτωθι ποίημα) ανέλαβε τη φροντίδα και μιάς ορφανής Τουρκοπούλας, της Χατώς ή Χατιζέ, θύματος της σφαγής της Τριπολιτσάς.

Δυστυχώς τα στρατιωτικά ιδεώδη που έτρεφε από παιδί ξύπνησαν μέσα του έναν οίστρο να σκληραγωγηθεί και στις 9 Απριλίου βγήκε με βροχή για την καθημερινή του ιππασία, αρρώστησε με πυρετό και μετά από παραλήρημα και διάφορα γιατροσόφια ('Οι γιατροί μου με δολοφόνησαν' είπε στον αγαπημένο του υπηρέτη) πέθανε δέκα ημέρες μετά, μάλλον από ελονοσία.

Η συμμετοχή του στην Ελληνική Επανάσταση, ως διάσημου ρομαντικού ποιητή αλλά και εκπροσώπου των Άγγλων φιλελλήνων, προσέδωσε κύρος στον αγώνα κι ενέπνευσε ενθουσιασμό στην Ευρώπη.

 

Το ποίημα που αναρτώ (από το βιβλίο μου ('Ονειρο μέσα σε Όνειρο') θεωρείται το τελευταίο του επισήμως. Διότι έχει βρεθεί και ένα μεταγενέστερο και πολύ προσωπικό το οποίο πρόσφατα βγήκε στην επιφάνεια. 

Το επίσημο που αναρτώ γράφτηκε το πρωί των γενεθλίων του στις 22 Ιανουαρίου 1824 , λίγους μήνες πριν το θάνατό του. Ειλικρινής όπως πάντα δεν κρύβει τις προσωπικές του θλίψεις και πίκρες, το ματαιόδοξο φόβο του γήρατος ούτε τη γελοία ερωτική απογοήτευση που τον βασανίζουν παράλληλα με τις σοβαρότερες έγνοιες γιά τον τόπο από τον οποίο δεν προσδοκά παρά 'εναν τάφο στρατιώτη'  αφού αφήσει 'την ύστατη πνοή'. Ο οποίος τάφος, όπως γίνεται, δεν του δόθηκε. Μα αυτό όπως κι άλλες ειρωνείες της τύχης είναι μιά άλλη ιστορία, γιά άλλο Post.

                                           ❧


 ΛΟΡΔΟΣ ΒΥΡΩΝ
        (1788-1824)

ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΠΟΥ ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΩ  
ΤΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΕΚΤΟ ΕΤΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ
Μεσολόγγι, 22 Ιανουαρίου 1824

                           Ι
Τούτη η καρδιά να πάψει να χτυπά,
Αφού έπαψαν αυτές που είχε, είναι ώρα·
Μα κι αν αγαπημένος δεν μπορώ να είμαι πιά,
Μπορώ ακόμα ν’ αγαπώ και τώρα.
                        ΙΙ 
Οι μέρες μου κιτρινισμένα φύλλα.
Τα άνθη κι οι καρποί τού έρωτα είναι πιά χαμένα·
Η θλίψη, τα έλκη κι η σαπίλα
Απόμειναν για μένα.
                       ΙΙΙ 
Η αρπακτική φωτιά που καίει εντός μου
Σαν ηφαιστειακό νησί είναι ερημική·
Ποτέ πυρσός δεν θα ανάψει από το φως μου,
Αποτεφρωτική πυρά είναι, νεκρική.
                       IV 
Το φόβο, τη ζηλότυπη φροντίδα,
Του έρωτα τη δύναμη…Ποτέ μου δεν θα ξαναμοιραστώ
Τον εξυψωτικό τον πόνο, την ελπίδα…
Μόνο την αλυσίδα θα φορώ.
                      V
Μα όχι έτσι ― κι όχι εδώ·
Δεν πρέπει την ψυχή μου τέτοιες σκέψεις να την κάνουνε κομμάτια,
Όχι τώρα που η δόξα στέφει το κρεββάτι το στερνό
Και κλείνει του ήρωα τα μάτια.
                      VI 
Βλέπω τη δόξα, τη σημαία, το σπαθί,
Την Ελλάδα, της μάχης τα πεδία!
Πεσμένος πάνω στην ασπίδα πιο πολλή
Ο Σπαρτιάτης δεν είχε ελευθερία.
                      VII
Ξύπνα ! (Όχι η Ελλάδα – εκείνη ξύπνια είναι)
Ξύπνα πνεύμα μου! Και την αιτία σκέψου
Που πήρε το αίμα σου το δρόμο που οδηγεί στη λίμνη των πατέρων, κρίνε·
Και πίσω, προς το σπίτι στρέψου !
                        ΙΙΧ 
Ξεπέρνα τα τονωτικά ετούτα πάθη τα παράφορα,
Ήρθε η ανάξια ηλικία, είσαι μεγάλος·
Κατσούφιασμα, χαμόγελο θα ‘πρεπε να ‘ναι αδιάφορα
Για σένα όταν έρχονται από το κάλλος.
                        ΙΧ 
Αν νοσταλγείς τα νιάτα σου γιατί να ζήσεις;
Του τιμημένου του θανάτου η γη
Εδώ είναι ― προχώρα στο πεδίο για ν’ αφήσεις
Την ύστατη πνοή.
                        Χ 
Ψάξε ― λίγοι τον αναζήτησαν, πολλοί τον έχουν βρει ―
Έναν τάφο στρατιώτη, είν’ το καλύτερο για σένα· ετοιμάσου,
Κοίταξε γύρω, τον τόπο τον δικό σου διάλεξε με προσοχή
Και ύστερα, για πάντα ξεκουράσου.



                                            
____________ ❧ ❧_________________
 Πιο πολλά:  
Η Επιστολή  μου προς έναν Αναγνώστη (η Ε΄ περί Βύρωνος αλλά και η ΚΘ΄ με αναφορά στο πρώτο του ταξίδι και τον Αλή Πασά) από το Περί Γραφής ή εδώ στη Σελίδα
'Ονειρο Μέσα σε Όνειρο:  μεταφράσεις μου αγαπημένων μου ποιημάτων του, από όπου και το 'Νησιά Ελληνικά (Δον Ζουάν Κάντο ΙΙΙ) στο άλλο μου ιστολόγιο.
       
 βιογραφικά:
Σημαντικό, σαφές και σωστό σύγγραμμα (του1886) του Sir Lesley Stephen, (ιστορικού, δημοσιογράφου, βιογράφου και πατέρα της Βιρτζίνια Γουλφ).
Επίσης ακριβές και με κάποια ποιήματα: Shadow Poetry
______________________________________________

   

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011

'Ο Δρόμος που δεν πήρα' κι η άμμος που έφερε η βροχή

ανάποδος καιρός στο Γιαλό, 2004
        
 Καφέ βροχή τη νύχτα έφερε ο νοτιάς. Μας φέρνει της Αιγύπτου κλίμα είπε ο Mr Kastell, καθώς, ως Μαντάμ Νώε η Mme Kastell έστυβε τις πιο παχιές πετσέτες της που μούλιαζαν στο πρεβάζι.

Και με τη σκούπα ανά χείρας μέσα από τις χαραμάδες τον ένιωσα τον άνεμο της επανάστασης της άλλης της προαιώνιας (μόνη, με κύριο μακάριο επί καναπέ σαν μιά στα τότε που η σκούπα γίνεται σκουπόξυλο για μακρινά ταξίδια―αν με καταλαβαίνουν οι κυρίες).
Όμως μέχρι κιβωτού θα αντισταθούμε στα κοπλάν, (ή όπως λέγονται) εκείνα τα ακαλαίσθητα τα δήθεν, που περνούν και για "οικολογικά" επειδή τάχα εξοικονομούν ενέργεια ή σώζουν δάση.
Ώρα να το ξανασκεφτείτε. Οι πληροφορίες είναι παντού.
Τα δάση του Αμαζονίου δεν κόβονται για τα παράθυρά σας. Αντίθετα, πολύ πιο κοντά μας, καλλιεργούνται επί τούτου δένδρα για ξυλουργεία, ευεργετώντας χλωρίδα, πανίδα, όζον κι εργατική τάξη όσο και την αισθητική κουλτούρα όλων μας. Όσο για τα εργοστάσια που κατασκευάζουν τα ψευδο-οικολογικά κουφώματα ήδη έχουν μολύνει ποτάμια και χωριά (μακριά σας) κι όταν αλλάξει η μόδα και τα αλλάξετε θα μολύνουν και τη δική σας γειτονιά. 
Αν δε το σπίτι σας είναι παλιό σαν το δικό μου, η τιμή  του (δηλαδή η αξία του) κατακορύφως πέφτει με τα πλαστικά, τα βολικά και τάχα ανθεκτικά.
Πολλές επιλογές έχει καθένας στη ζωή του διότι όπως το είπε ο Ρόμπερτ Φροστ, «ο ένας δρόμος σ΄ άλλον οδηγεί» και ζούμε με τις επιλογές μας, τυχαίες συνήθως και, σε περιπτώσεις σαν τη δική μου με προτεραιότητα μάλλον αισθητικών κριτηρίων.
Διότι η δική μου επιλογή (μιά από τις λίγες για τις οποίες δε μετάνιωσα, μα αυτό είναι άλλη κουβέντα) ήταν η πολυτέλεια έναντι των ανέσεων. Luxury versus Comfort.
Γι αυτό, με αφορμή την καφετιά αιγυπτιακή βροχή, στύβοντας και βάζοντας στο πλυντήριο τις παχιές μυρωδάτες μου πετσέτες απαγγέλλω το αγαπημένο ποίημα του Robert Frost (που ελληνικά είναι στο Μπλε Βιβλίο* με τις μεταφράσεις μου).
Και επειδή θέλω να βγω να περπατήσω τώρα που κόπασε για λίγο η καταιγίδα σας μεταφέρω βιαστικά (αλλά με προσοχή) το αγγλικό πρωτότυπο..
                                 _______________________________________________




* Μπλέ Βιβλίο το 'Ονειρο μέσα σε όνειρο'  με μεταφράσεις  μου   

                                      
ή το πρωτότυπο:             
                                        
                                         Τhe Road Not Taken 
                                                                    by Robert Frost 
                                   Two roads diverged in a yellow wood,
                                    And sorry I could not travel both
                                 And be one traveler, long I stood
                                And looked down one as far as I could
                                To where it bent in the undergrowth;
                  Then took the other, as just as fair

And having perhaps the better claim,

Because it was grassy and wanted wear;

                 Though as for that, the passing there

         Had worn them really about the same,
               And both that morning equally lay

In leaves no step had trodden black 
Oh, I kept the first for another day!

            Yet knowing how way leads on to way,
 
I doubted if I should ever come back.
                           I shall be telling this with a sigh

Somewhere ages and ages hence:
 two roads diverged in a wood, and I --
 
I took the one less traveled by,
  
                          And that has made all the difference.
                                         

  Κατασκοπεύστε μας: Μύκονοs live