Σας συστήνω το δικό μου CheshireCat, που εμφανίστηκε πέρσι τέτοιες μέρες νεαρούλης, σκελετωμένος και ματωμένος διότι τον έδερναν οι άλλοι γάτοι όπου τον πετύχαιναν. Κι οι δικές μου τον δέρνουν, ακόμα μέσα δεν τολμά να μπει αν και προσπαθεί δειλά κι ευγενικά με την πραότητα και λεπτότητα που χαρακτηρίζει τους κόκκινους γάτους.
Κάποιοι όταν ακόμα ήταν μικρός του φόρεσαν λουράκι για τους ψύλλους και τον παράτησαν χειμώνα στη Μύκονο. Κατάφερε να το ξεφορτωθεί μα ακόμα, ένα χρόνο μετά, έχει στο λαιμό του σημάδι σα να ήταν αλυσοδεμένος μέχρι χθες.
Γάτα χωρίς χαμόγελο βλέπεις μα χαμόγελο δίχως γάτα; απορεί η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων
κι η Γάτα του Τσεσάιρ σοφά της απαντά πως δεν είναι και τίποτε αφού « είμαστε όλοι εδώ τρελλοί».
Και είμαστε. Με την έννοια του ‘άφρονες’.
Αρχή καλοκαιριού ένας κύριος ‘εξαμηνίτης’ (όπως έλεγαν οι Μυκονιάτες τους καλοκαιράκηδες που νομίζουν πως Μύκονος είναι μόνο πάρτι και ασυδοσία) ανέβασε φωτογραφία ενός νεκρού φιδιού και καμάρωνε που το σκότωσε, διότι λέει το βρήκε στην πέργκολα, και μάλιστα σύστηνε να κάνουμε το ίδιο «προσέχετε τις οικογένειές σας’ μας προέτρεπε.
Τι κι αν το φίδι ήταν λαφίτης, δίχως δηλητήριο; Τι κι αν είναι χρησιμότατο διότι τρώει τα ποντίκια; Μα κυρίως τι αν ο κύριος καταλάβαινε πως εκείνος είναι ο παρείσακτος, στον τόπο του φιδιού ήρθε κι έχτισε;
Οι άνθρωποι ξεχνούν ότι τη γη τη μοιραζόμαστε. Δεν είμαστε μόνοι. Κι αλίμονο αν ήμασταν διότι θα αναγκαζόμασταν να τραφούμε ο ένας με το παιδί του άλλου μια και δίχως άλλη ζωή ούτε τσουκνίδα δε φυτρώνει.
Εδώ που ζω, την αλλαγή τη βλέπω το χειμώνα που αδειάζει. Φεύγουν τα νταμπαντουμπάδικα με τους προβολείς και τους κραδασμούς κι έρχονται τα πουλιά.
Μα η φύση υποφέρει. Ξεριζώνουν τα αυτοφυή και φυτεύουν κοκοφοίνηκες κι αυτό έχει άμεση επίδραση στα ζώα, στα πουλιά και κυρίως στα έντομα. Χάνονται οι πυγολαμπίδες και οι πασχαλίτσες, μέχρι κι οι μύγες φέτος δεν εμφανίστηκαν – (κι όχι επειδή είναι το νησί πιο καθαρό, βρωμάνε τα γείσα των δρόμων από το αμάζευτο σκουπίδι που παίρνει ο αέρας).
Τα λέω σήμερα που είναι ‘Ημέρα των Ζώων’,
μοιράζομαι μαζί σας κάποιους από τους επισκέπτες που υποδέχομαι με σεβασμό, όμως τα λέω για να τα πω, από παλιά συνήθεια να ελπίζω κι ας μην ελπίζω πια.
Χαρείτε τα κι εσείς, όσο ακόμα..
Κορώνες στα βράχια
Μια ακρίδα που τις νύχτες τραγουδά κι έζησε λίγες μέρες μαζί μας
Μάντης διαβάζει Λαπαθιώτη
Πασχαλίτσα στον ασβεστωμένο τοίχο
Σπάνια επίσκεψη μιας πέρδικας
Κι οχιά που έφερε η Μάικο και είχα για νεκρή αλλά:
...Tir'd with all these, from these would I be gone,
Save that, to die, I leave my love alone...*
Δυό φορές μου συνέβη την τελευταία εβδομάδα. Νόμιζα ότι μιλάω ρεαλιστικά. Ότι μοιράζομαι σκέψεις απολύτως λογικές. Όμως δυό φίλες μου τρόμαξαν, ανησύχησαν,κι έδειξαν ότι ένιωσαν να επιζητώ παρηγοριά, 'αγκαλίτσες', συμπαράσταση- κάτι απεχθές που ούτε μου θα μου περνούσε από το μυαλό.
Η μια με ρώτησε αν διαβάζω τη ' Θιβετανική Β'ίβλο των Νεκρών΄ (Ναι, κάπου εδώ είναι αν ψάξω. Την είχα διαβάσει στα 19 μου, τότε που μελετούσα το Ταρώ και Αστρολογία και ερωτεύτηκα δια βίου τα σύμβολα.
Η άλλη φίλη είπε τη λέξη 'morbid' στην κουβέντα και στο επόμενο τηλέφωνο με είπε 'Δαφνάκι'.
Δαφνάκι. Εγώ;
Δε σχολίασα. Της ξέφυγε, το ένιωσα στην παύση.
Μισό αιώνα προσπαθώ.Δεν είναι εύκολο να υψώνεις αναχώματα γι αυτούς που αγαπάς. (Ιδίως αυτούς- οι άλλοι τι μας νοιάζουν. ΟΙ άλλοι μ΄ένα βλέμμα απομακρύνονται).
Μα αυτό είναι σήμερα το ζήτημα. Πώς να ανοιχτείς, να μοιραστείς μύχιες σκέψεις που θα επηρεάσουν το όποιο μέλλον σου, σε ένα κόσμο που έκανε taboo κάθε κουβέντα για το μόνο σίγουρο, το μόνο βέβαιο μέλλον, το μόνο δρόμο που ουδείς μας θα αποφύγει.
―Ολόκληρο βιβλίο έγραψα για το Θάνατο, είπα. Μα φαίνεται 40 ποιήματα δεν κατάφεραν να επιδείξουν πώς τον βλέπω.
_____________________________
'Εξι 'Εκτου σήμερα.
Με δυό σονέττα που αγαπώ.
Πάνω Σαίξπηρ,του 66 η κατάληξη:
*'..Κουράστηκα· να φύγω θέλω από τη ζωή εδώ πάνω
Μόνο που μόνη μένει η αγάπη μου αν πεθάνω..."
(σε δική μου πρόχειρη μετάφραση που εύχομαι να μεταδίδει την απόγνωσή μου).
Τη δεύτερη οχιά του καλοκαιριού έφερε η ατρόμητή μου Άρτεμις,
η παρθένα κυνηγός,
η Μάικο μου το γατί του λόγγου,
προστάτιδά μας καλόκαρδη θεά.
Διότι τα ξετρυπώνει μα δεν τα πληγώνει.
Μου το έφερε περήφανη και το είχα για νεκρό ) εξ ου φαράσι αντί μπουκαλιού). Κι αυτό, σοφό όπως όλα τα φίδια, έκανε το ψόφιο, εντελώς ακίνητο για να μην ξεσηκώνει τα θηρευτικά ένστικτα του αιλουροειδούς. Ωστόσο μια διχαλωτή γλωσσίτσα μακριά και λεπτή σα κλωστή, βγήκε ζωηρότατη και το πρόδωσε.
Η μοίρα του από πλευράς μας δεν αλλάζει: τα μεταφέρουμε έξω απ τη μάντρα μας κι ελπίζουμε να προτιμήσουν την αντίθετη κατεύθυνση, προς βράχους και θάμνους, αντί τις αυλές μας..
Συνόδευσα τον αποχαιρετισμό με νανούρισμα Ονείρου Θερινής Νυκτός*
Καλό σου δρόμο μικρή μου οχιά,
φυγε μακρια μου,
εδώ στο κτήμα μου
είμαι η Βασίλισσα των Ξωτικών
κι όχι του πόνου
Το χελιδόνι ναι,
‘’Philomel with melody
Sing in our sweet lullaby;
Lulla lulla lullaby
Never harm
Nor spell nor charm…
Lulla, lulla, lullaby, lulla, lulla, lullaby:
Never harm
Nor spell nor charm,
Come our lovely lady nigh;
So, good night, with lullaby..’’
——
Σημειώσεις
* Την αποχαιρετώ από μνήμης me απόσπασμα (συγχωρέστε μου αν κάτι ξεχνώ στους στίχους που σας φέρνω- ανακατεύοντας με δικές μου σκέψεις κατά τη συνήθειά μου και κόβοντας ό,τι δε μου ταιριάζει στη στιγμή. Όμως στο blog έχω πάντα και πηγή και όλο το ποίημα.
2. Πηγή (πρωτότυπο- μετάφραση)
Act 2, Scene 2 ,
νανούρισμα: Τα ξωτικά διώχνουν τα πλάσματα τα τρομακτικά μακριά από τη βασίλισσά τους την Titania.
στο Διαδίκτυο βρήκα μόνο σε παιγμένες παραστάσεις YouTube. Εδώ στο νησί ο Σαίξπηρ μου είναι μόνο αγγλικά- στην Αθήνα όλες οι εκδόσεις και σε πολλές μεταφράσεις (από τη Βιβλιοθήκη του πατέρα μου). Οπότε επέλεξα ταινία (με υποτίτλους ελληνικά) διότι παραστάσεις δε βρήκα παρά κάτι σχολικά που θα ήθελα να στήριζα αλλά... βλέπω ότι στη μετάφρασή τους ακόμα και τον πασίγνωστο τίτλο εκδημοτίκισαν σε « Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», οπότε δε θέλω να φανταστώ τι γίνεται με το ίδιο το έργο.
Ye Spotted Snakes
by William Shakespeare
Ye spotted snakes with double tongue,
Thorny hedgehogs, be not seen;
Newts and blindworms, do no wrong,
Come not near our fairy Queen.
Philomele, with melody
Sing in our sweet lullaby;
Lulla, lulla, lullaby, lulla, lulla, lullaby:
Never harm
Nor spell nor charm,
Come our lovely lady nigh;
So, good night, with lullaby.
Weaving spiders, come not here;
Hence, you long-legged spinners, hence!
Beetles black, approach not near;
Worm nor snail, do no offence.
Philomele, with melody
Sing in our sweet lullaby;
Lulla, lulla, lullaby, lulla, lulla, lullaby:
Never harm
Nor spell nor charm,
Come our lovely lady nigh;
So, good night, with lullaby.
_____________________
2.
Οχιά Μυκόνου, Mykonos Viper [Vipera ammoditis] : μεγαλύτερη έχω και στα
Μου ήρθε πάλι κάποιος καλοθελητής να με ενημερώσει ότι κάπου με κατηγορούσαν και μου έκανε εντύπωση που δεν περίμενε αυτό που πάντα απαντώ σε τέτοιες περιπτώσεις:
― Εσύ όμως τι τους είπες;
Διότι καθόλου δε με νοιάζει τι λέει καθένας πίσω απ' την πλάτη μου αλλά εσύ που ήρθες εδώ να με ενημερώσεις παριστάνοντας το φίλο θέλω να ξέρω τι απαντάς, ποια η συμμετοχή σου όταν με κατηγορούν.
Δεν είναι δίκαιο να θυμώνουμε με όποιον φέρνει τις κακές ειδήσεις. Σ' αυτό, θεωρητικά όλοι συμφωνούμε από παλιά.
Λένε πως η έκφραση ‘μην πυροβολείτε τον αγγελιοφόρο’ έρχεται από μια παλιά κινέζικη παροιμία μα πως παντού κυκλοφορούσε ως οδηγία και για τους τελάληδες. Όμως το έχουμε κι εμείς από την Αντιγόνη του Σοφοκλή ότι «κανείς δεν καλοβλέπει αυτόν που φέρνει τις κακές ειδήσεις»* , το παίρνει απάντηση κι η Κλεοπάτρα του Σαίξπηρ* όταν στην απειλή της ότι μπάλα θα παίξει με τα μάτια όποιου της πει ότι παντρεύτηκε ο Αντώνιος, ότι «δεν έκανα το προξενιό εγώ που έφερα τα νέα».
Σωστό βεβαίως και λογικά σκεπτόμαστε. Για τις ειδήσεις, τα νέα, τα μαντάτα, γεγονότα δηλαδή.
Όχι τα λόγια.
Τα λόγια, τα κουτσομπολιά, οι παρλαπίπες δε με ενδιαφέρει ποιος τα λέει και προτιμώ να μην τα μάθω. Με καίει όμως πολύ εσύ, ο φίλος μου τι λες όταν με θάβουν.
____________________________________
*Σοφοκλή Αντιγόνη 277
οἶδ᾽ὅτι·στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν.
Χρηστομάνος 1912:
επειδή κανείς δεν καλοβλέπει αυτόν που φέρνει τις κακές είδησες
Γρυπάρης 1940:
γιατί ποιός ποτέ στρέγει
το μηνυτή με τα κακά μαντάτα;
**Antony and Cleopatra¨
"Gracious madam, I that do bring the news made not the match.''
____________________________________
Σημείωση:
Από λάθος έσβησα την ανάρτηση ενώ την είχα κοινοποιήσει εδώ και ώρες. Δε γίνεται να σβήσω τις κοινοποιήσεις, έχουν σχόλια. Ζητώ συγγνώμη αν προσπαθήσατε να μπείτε και ο σύνδεσμος δε λειτουργούσε..
Στην Πελοπόννησο που
έχουμε ένα εξοχικό με τις αδελφές μου, την Άνοιξη τη φέρνουν
τα χειλιδονάκια που αν λείψουμε καιρό μπερδεύονται και χτίζουν στην
καμινάδα τις φωλιές.
Στην παιδική μου Αθήνα
είναι οι νεραντζιές που σκορπίζουν τα ανθάκια τους στα πεζοδρόμια γύρω απ' το
Λυκαβηττό και που μοσχοβολούν από τις τελευταίες συννεφιές μέχρι τις πρώτες
ζέστες.
Του Παρισιού είναι
οι καστανιές, της Πόλης οι τουλίπες που κάθε χρόνο υπενθυμίζουν την παλιά
συναλλαγή με την Ολλανδία που σημάδεψε κεραμικά, υφάσματα και Οικονομική
Ιστορία.
Ένας κούκος φέρνει
Άνοιξη σε κάθε τόπο αλλά εδώ στη Μύκονο, με ημερολογιακή συνέπεια πιστό στο
ετήσιο ραντεβού, η άφιξή του κάνει την καρδιά μου να σκιρτά αλλά όχι από χαρά.
«Ρόδο μου αμάραντο»
προαναγγέλλουν χελιδόνια, Νισάν το μήνα των τεχνών πολίτικες τουλίπες
και γαρύφαλα, και όταν οι φρέζιες ξεπηδούν στα ανεμοδαρμένα πάρκα του
Λονδίνου πάνω από το πλούσιο γρύλισμα ακριβών αυτοκινήτων ανάμεσα στους χαρτοφύλακες
χρηματιστών ή τα τρελά μαλλιά των νέων, στην απαλή βροχή σα φως ιδιαίτερο όλα
τα διαπερνά το
'In springtime, the
only pretty ring time,
When birds do sing, hey
ding a ding, ding;
Sweet lovers love the
spring'
μιας Άνοιξης σαιξπηρικής και λαϊκής
παλιάς κι αιώνιας που καθησυχάζει τις αγωνίες υποκλινόμενη, για να μας πει ότι
όλα είναι καλά, είναι «όπως αγαπάμε».
Άνοιξη για να ανοίξει η
καρδιά με τα παράθυρα, Άνοιξη για να βγουν στους δρόμους τα παιδιά, Άνοιξη για
να αντέξουμε ένα χρόνο ακόμα, Άνοιξη για έρωτες κι 'Ανοιξη, ναι, και για Καλές
Δουλειές στοα ελληνικά νησιά που βγαίνουν απ' τον ύπνο, μια χειμερία νάρκη απολύτως απαραίτητη
για να αγραναπαυθεί η Φύση ώστε να ανταποκριθεί επάξια στις
απατήσεις της ρυπαρής βαριάς βιομηχανίας του Τουρισμού.
Εδώ που ζω λοιπόν,
λίγο πριν πεταχτεί στην πρασινάδα η πρώτη παπαρούνα, λίγο πριν ακουστεί από
μακριά το πρώτο κομπρεσέρ κι αρχίσουν οι ετοιμασίες για το Πάσχα και
το καλοκαίρι που έρχονται, τη νέα εποχή αναγγέλλει το Σκουπίδι.
Όπου έχει 1-2 πράσινους
κάδους για τα οικιακά κι ίσως εκείνον τον ένα μπλε (πικρή ιστορία)
τον τάχα για ανακύκλωση, από πρωί ως τη δύση μικρά φορτηγάκια σταματούν κι
εργάτες ξεφορτώνουν τη σαβούρα που σάπισε όλο το χειμώνα σε μαγαζιά,
ξενοδοχεία και 'ενοικιαζόμενα'. Πόρτες σπασμένες, βρώμικα ψυγεία, κουζίνες,
κουτσές καρέκλες, φύλλα και κλαδιά, άδεια κουτιά μπογιάς και
διαφημιστικές βιτρίνες των αντιηλιακών ή αναψυκτικών που η εταιρία αντικαθιστά
μα δε συλλέγει.
Όλο το καλοκαίρι θα κρατήσει
αυτό.
Χθες ο εργάτης μόνος τα
έφερνε στην πλάτη του κι όταν σταμάτησα για να φωτογραφίσω πέρασε απέναντι
σκυφτός οπότε σκόπιμα περίμενα να φύγει από το κάδρο. Προχθές, που ήταν κι ένα
αφεντικό μαζί, κατέβηκα και είπα «Κρίμα, δε λυπάστε που λερώνετε; Δε θα
ντραπείτε όταν θα περνούν οι τουρίστες από το σκουπιδότοπο για να έρθουν στο
μαγαζί σας;»
Μου είπε ναι και πως
λυπάται μα είναι ακριβή η βενζίνη να τα πάει ως εκεί που πρέπει, κοστίζουν οι
2-3 διαδρομές τη μέρα.
«Ντροπή όμως» ξαναείπα
και συμφώνησε μα δε κατάλαβε. Πόσο κάνει η βενζίνη για τη διαδρομή δεν
ξέρω, ούτε τι καίει το μικρούλι φορτηγάκι του και πόσο κακοπληρωμένοι
είναι οι εργάτες μετανάστες. Ξέρω όμως, και το ζω από χρόνια τώρα, ότι ο ίδιος
που μετρά ψιλά για να μην κάνει το καθήκον του, τα ίδια ποσά διπλά και τρίδιπλα
έχει δώσει ευχαρίστως και με επιμονή αμέτρητες φορές για να πληρώσει τα ποτά
μου σε μαγαζιά απ' τα οποία περαστικός δεν έμεινε ούτε μισή ώρα στο
μπαρ να πει ένα γεια σε φίλους του.
Δεν είναι φτώχεια, δεν
είναι οικονομία, δεν είναι τσιγκουνιά. Είναι οι προτεραιότητες του καθενός
μας, η οπτική.
Και όπως στην τουλίπα
άλλος βλέπει μια πινελιά στο πράσινο και άλλος βλέπει ένα σουλτάνο σε γαλάζιο
οντά, όπως ακούγοντας πως «Άνοιξη.. ήταν ένας εραστής κι η κοπελιά του» άλλος ακούει
παλιό τραγούδι κι άλλος κωμωδία του Σαίξπηρ, εδώ, λίγα μέτρα από την
καγκελόπορτα του κήπου μου, ετησίως τη νέα εποχή μου φέρνουν Κούκοι* που δειλά,
ένας πρώτα κι ύστερα πολλοί και άνετοι, έρχονται αφήνουν τα αυγά τους
στην ξένη φωλιά.
___________________________________________ *Ο κούκος, ως γνωστόν είναι η ξεγνοιασιά της Άνοιξης και σύμβολο του εραστή επειδή δεν κλωσά και δεν κάνει φωλιές μόνο αφήνει να κλωσήσει το αυγό του άλλος πατέρας.
Εικόνα πάνω, έξω από το σπίτι μου χθες.
Κάτω πέρσι, πρόπερσι (κι αν έχετε όρεξη σας έχω συλλογή από κάθε χρόνο).
Επίσης φέρνω το τραγούδι από το 'As You Like It' (με στίχους) κλασικά τραγουδισμένο αλλά και in dixie από την Μάρθα Τίτλτον 1943
+τουλίπες ανοιξιάτικες του Νισάν + 'Ισταμπούλ Φεστιβαλί' το γραφικό