Η φρίκη κάθε καλοκαιριού. Οι φωτιές.
Φρικτή καταστροφή, αναμενόμενη και γι’ αυτό δύσκολο να την αποδεχθούμε.
Σκέπτομαι τους ανθρώπους που χάνουν τα σπίτια τους, σκέπτομαι τα δάση τα λαγκάδια τα άγρια ζώα, τα πουλιά. Αλεπουδίτσες και σκαντζοχοιράκια, χελιδόνια και κοράκια και σπουργίτια ξεσπιτώνονται ή καίγονται ζωντανά.
Είμαι μακριά, σε κυκλαδίτικο νησί όπου βλέπουμε τους θερινούς ανέμους σαν ευεργεσία, το κλίμα που κάνει κατοικήσιμους τους ξερούς κι άνυδρους αυτούς τόπους. Όμως η χθεσινή νύχτα ήταν και για μας δύσκολη, περιμέναμε νέα για το σπίτι μας στην Αχαΐα.
Έχω, μαζί με τις αδελφές μου, ένα αγαπημένο σπίτι στον ‘Άνω Πλάτανο, μετά την Τράπεζα που καιγόταν χθες.
Πριν από πολλά χρόνια σε στιγμή απόγνωσης ζήτησα βοήθεια από τον πατέρα μου για να απαγκιστρωθώ από την πρέζα. Δεν το είχα ξανακάνει ποτέ. Μέσα σε 24 ώρες μου είχε βρει φάρμακα και μου πρόσφερε τρεις εναλλακτικές περιοχές, τρία σπίτια φίλων του στα οποία μπορούσα να φιλοξενηθώ για ένα μήνα. Διάλεξα τον Πλάτανο, όπου δεν είχα ξαναπάει ποτέ. Το σπίτι της φίλης του, τριώροφο πέτρινο στον κεντρικό δρόμο και συντηρημένο με αγάπη, το λάτρεψα, όπως και το χωριό στο οποίο, μετά το μαρτυρικό τριήμερο του πόνου, περπατούσαμε με τον κύριο Kastell στις λεμονιές ή στο δάσος ή κάτω στη θάλασσα του Κορινθιακού όπου ο Kύριος Κastell κολυμπούσε Φεβρουάριο.
Είχαν έρθει και φίλοι μας, ο Παναγιώτης Ευαγγελίδης και η αγαπημένη μου ‘Άντζελα Μπρούσκου που ο πολύς κόσμος τη γνωρίζει ως εμπνευσμένη σκηνοθέτιδα και ηθοποιό μα εμείς στο σπίτι έχουμε και προσέχουμε τους πίνακες και τα σκίτσα της.
Όταν πια ήμουν καλά, με γενναιόδωρη στήριξη του πατέρα μου, φύγαμε για το Λονδίνο και ξεκόλλησα εντελώς. Μα μου έμεινε η αγάπη για την Πλάτανο, την Αχαΐα, την κομψότητα του ιστορικού Αιγίου- τόπο λατρεμένο απ’ όπου πέρασε ο Βύρων στο πρώτο του το νεανικό ταξίδι φιλοξενούμενος του τοπικού άρχοντα Λόντου.
Ευλογημένο τόπο με τρεις μεσογειακές ζώνες δικές μας σε απόσταση ωρών, εκεί που τον χειμώνα πίνεις μεσημέρι ουζάκι στην παραλία με ήλιο και δυό ώρες μετά τρως φασολάδα και παϊδάκια στη χιονισμένη Ζαρούχλα.
Άρα, όπως θα καταλάβατε, μου κόλλησε στο νου να αγοράσουμε σπίτι εκεί και ψάχναμε ένα πέτρινο μέσα στο χωριό για να το αναστυλώσουμε. Με πρόλαβε ο Διαγόρας. Το αγόρασε ταχύτατα κι ο αρχιτέκτωνας Ανδρέας Κούρκουλας, αδελφός της γυναίκας του, το επισκεύασε και εκμοντέρνισε (εντός) με αγάπη: δώρο για το γάμο τους. Δυό σπίτια σε μια οικογένεια παραπήγαινε, εμείς δεν αγοράσαμε, μα για πολλά χρόνια περνούσαμε με τον Kύριο Kastell εκεί τους χειμώνες μας.
Πολύ έξυπνα πιστεύω, ο πατέρας μου το άφησε και στις τρεις κόρες του. Έξυπνα διότι έτσι και το απολαμβάνουμε όλες μα και το κόστος συντήρησης γίνεται υποφερτό για κάθε εισόδημα.
Αν τα διηγούμαι τώρα που πέρασα τη νύχτα αγωνιώντας είναι γιατί κάθε κάτοικος, κάθε περαστικός είναι και μια ιστορία. Απλώς είμαστε κι εμείς μέσα στους πολλούς που βλέπουν κάθε καλοκαίρι τη φωτιά να απειλεί τις ζωές και τις αναμνήσεις τους.
Είμαι μακριά, δε συγκρίνεται η δική μας αγωνία με τον τρόμο όσων ζουν κι εργάζονται εκεί- μα καταλαβαίνω και το ζω με τεράστια αγωνία και οργή γι’ αυτό το ετήσιο έγκλημα.
_______________________________________________
Πάνω, σκίτσο της Άντζελας: Ο Θανάσης απολαμβάνει..
Τα άλλα που ζωγράφισε στον Πλάτανο είναι λάδια και τα έχω στην Αθήνα. Αυτό το σκίτσο όμως είναι εδώ, κοντά μου και το μοιράζομαι πρώτη φορά μ' εσάς..
Το σπίτι μας κι η παραλία.
Από την πάνω βεράντα και απ' τα παράθυρα του πάνω γραφείου βλέπεις τον Κορινθιακό κι απέναντι ως το χιονισμένο Όλυμπο.