Του Ελύτη «χειμώνα
ελάχιστε»:
«...λινό
καλοκαίρι, συνετό φθινόπωρο,
Xειμώνα
ελάχιστε.....
H ζωή καταβάλλει
τον οβολό του φύλλου της ελιάς
Kαι στη νύχτα μέσα
των αφρόνων μ' ένα μικρό τριζόνι
κατακυρώνει πάλι
το νόμιμο του Aνέλπιστου...»
Διάβαζα ως τώρα,
με πόρτες ανοιχτές, νύχτα ζεστή καλοκαιρινή μα κατάμαυρη με ουρανό γεμάτο
αστέρια.
Τώρα τα χρώματα, ενώ λάμπει στην ανατολή η Αφροδίτη και στο φιδωτό δρόμο ως τη θάλασσα
ακόμα δεν έσβησαν οι λάμπες.
Η μεγάλη απεργία
σήμερα. Παλιότερα παραμονή απεργίας η Ελλάδα ξενυχτούσε- ήταν άλλη μια ευκαιρία
για γλέντια έτσι που δεν είχε πρωινό ξύπνημα. Απόψε όμως όλα ήταν σκοτεινά, δεν
πέρασε ούτε ένα μηχανάκι με ξενύχτηδες, ούτε τραγούδια δυνατά από περαστικά
αυτοκίνητα μακριά στο δρόμο. Μονάχα τρομαγμένα νυχτοπούλια και τα γαβγίσματα
που αντηχούν και ξεσηκώνουν το δικό μου σκύλο.
Μ' αρέσει να
διαβάζω όλη τη νύχτα, μ' αρέσει να βλέπω την ανατολή. Όμως μετά, αν ξημερώσει
ωραία μέρα, μετανιώνω και προς στιγμήν με πιάνει νοσταλγία να ήμουν αυτή που δεν
έγινα και να ξυπνούσα κάθε μέρα από νωρίς για βόλτες στο Γιαλό και γιόγκα
πρωινή και τις δουλειές όλες εκείνες που αναβάλλω. Δε μου κρατάει πολύ, ξέρω τι
μου αρέσει. Κι ακόμα ξέρω ότι, αν
ήμουν αυτή που δεν έγινα, θα νοσταλγούσα να είχα γίνει αυτή που
είμαι τώρα με τις ατέλειωτες δικές μου ήσυχες νύχτες. Γιατί έτσι είμαστε,
πολλοί. Και μόνο εμείς τους ξέρουμε αυτούς τους άλλους που δε γίναμε και θα μας
συντροφεύουν όλη τη ζωή μας λυπημένοι. Σ΄αυτούς δίνουμε λόγο για το κάθε
σταυροδρόμι, κάθε δρομάκι απάτητο ή πολυσύχναστο που επιλέξαμε, για να μας
φέρουν ως εδώ δρόμοι που πια επιστροφή δεν έχουν.
Δυό ποιήματα μαζί
για πρωινό ίσως παραπάει αλλά οι σκέψεις μου, που ξεκίνησαν απ' τον Ελύτη, κατέληξαν στον Ρόμπερτ Φροστ και το 'Ο Δρόμος Που Δεν Πήρα', μετάφρασή μου από το Μπλε
Βιβλίο μου και απ' όλα μου το πιο δημοφιλές στο blog. Δεν ξέρω πού βλέπουν
αναφορές και το ψάχνουν, πάντως δεν περνά εβδομάδα που το Google να μη φέρει αναγνώστες που το ψάχνουν.
____________________________
Εικόνα
Πριν λίγο το ξημέρωμα από τον κήπο μου. Στο βάθος η Παράγκα και πιο βαθιά η Νάξος.
Ποίηση
Του Οδυσσέα Ελύτη: «Λακωνικόν», από
τις "Έξη και μία τύψεις για
τον ουρανό"
Του Ρόμπερτ Φροστ (η μετάφρασή μου από το βιβλίο μου 'Ονειρο Μέσα Σε Όνειρο' και στο άλλο blog μου The Kastellakia Records όπου δέχομαι τον επισκέπτη στα πιο ψηλά πατώματα :
Robert Frost
(1874-1963)
Σ’ ένα κιτρινισμένο δάσος ήταν ένα σταυροδρόμι, και εγώ
Λυπόμουν που να πάρω και τους δυό τους δρόμους δε γινόταν,
Γιατί ένας ταξιδιώτης ήμουν, στάθηκα πολύ καιρό
Και κάτω κοίταζα τον ένα ως το μακρινό
Σημείο που έγερνε και μέσα στα χαμόκλαδα χανόταν.
Ύστερα, δίκαια κι ωραία, πήρα, αποφασισμένος,
Τον άλλο δρόμο, κι ίσως να ήτανε και τυχερό
Μια κι ήτανε απάτητος, χορταριασμένος·
Αν και εκεί μπροστά μου ήτανε φθαρμένος·
Στην αρχή τους ήταν όμοιοι και οι δυό.
Όμοιοι απλώνονταν μπροστά μου εκείνο το πρωί
Στα φύλλα επάνω ούτε βήμα δε φαινόταν να’ χει κάνει πίσω.
Ώ ! άφησα τον πρώτο για μια άλλη μέρα ! Επειδή
Όμως ήξερα πως ο ένας δρόμος σε άλλον οδηγεί
Αμφέβαλλα αν ποτέ μου θα μπορούσα να γυρίσω πίσω.
Σε κάποιο τόπο θα το λέω μετά από καιρό
Αναστενάζοντας χρόνια και χρόνια μετά:
Πως σ’ ένα δάσος ήταν ένα σταυροδρόμι, κι εγώ –
Πήρα τον δρόμο τον λιγότερο πεπατημένο, κι αυτό
Έκανε όλη τη διαφορά.