Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπετόβεν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπετόβεν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2022

Με το νοικοκυριό die Freude

 


Εσείς που με ξέρετε το ξέρετε, ποτέ δεν τραγουδάω. Για το καλό της ανθρωπότητας. Μετά από χρόνια με μαθήματα πιάνου (στα οποία είχα εφεύρει μέθοδο με αριθμούς, τάχα να βοηθούν τα δάχτυλα, ώστε να μη μάθω τις νότες τις οποίες ψιλοέμαθα όμως, παρά την αντίστασή μου), πολύ νωρίς εγκατέλειψα διότι δεν είμαστε όλοι για όλα.

Όμως συμβαίνει κάτι πολύ περίεργο.

Εδώ και χρόνια παρατήρησα ότι όποτε (ό μη γένοιτο) χρειαστεί να κάνω δουλειές του σπιτιού και αν είμαι μόνη, εντελώς ασυνείδητα και αφηρημένα τραγουδώ μια μελωδία. Μία μόνο, πάντα την ίδια. Την Ωδή στη Χαρά από την 9η, του Μπετόβεν.

Δεν είναι ότι την ακούμε στο σπίτι ή ότι είμαι μπετοβενική. Μάλιστα το μυστηριώδες είναι ότι αν θελήσω να σάς την τραγουδήσω τώρα,  εύκολα δε θα τη θυμηθώ ― κι ούτε βεβαίως και θα την αναγνωρίζατε, διότι είπαμε, δεν το ‘χω. Ωστόσο αν με αφήσετε μόνη να σάς πλύνω πιάτα, να στρώσω κρεβάτια, να βάλω πλυντήρια ή (μακριά από μάς) να σφουγγαρίσω, μπαινοβγαίνοντας με κουβάδες και παπλώματα θα αρχίσω να υμνώ τη Χαρά.

Άραγε θέλει κάτι να μου πει η ψυχή μου; Ό,τι κι αν είναι, πάντως μου δίνει χαρά. Κρυφή, μοναχική αλλά μεγάλη.

Και ιδού σας τη θυμίζω για να τη μοιραστώ (όχι με τη φωνή μου).

Η πασίγνωστη μουσική και, στα γερμανικά, οι στίχοι του Σίλλερ  ακολουθούν:

 

Ludwig van Beethoven: Ode an die Freude/Ode to Joy Der bekannte Ausschnitt aus Beethovens 9. Symphonie O Freunde, nicht diese Töne! Sondern lasst uns angenehmere anstimmen und freudenvollere! Freude, schöner Götterfunken, Tochter aus Elysium, Wir betreten feuertrunken. Himmlische, dein Heiligtum! Deine Zauber binden wieder Was die Mode streng geteilt; Alle Menschen werden Brüder Wo dein sanfter Flügel weilt. Wem der grosse Wurf gelungen Eines Freundes Freund zu sein, Wer ein holdes Weib errungen, Mische seinen Jubel ein! Ja, wer auch nur eine Seele Sein nennt auf dem Erdenrund! Und wer's nie gekonnt, der stehle Weinend sich aus diesem Bund. Freude trinken alle Wesen An den Brüsten der Natur; Alle Guten, alle Bösen, Folgen ihrer Rosenspur. Küsse gab sie uns und Reben, Einen Freund, geprüft im Tod; Wollust ward dem Wurm gegeben, Und der Cherub steht vor Gott! Froh, wie seine Sonnen fliegen Durch des Himmels prächt'gen Plan, Laufet, Brüder, eure Bahn, Freudig, wie ein Held zum Siegen. Seid umschlungen, Millionen. Dieser Kuss der ganzen Welt! Brüder! Über'm Sternenzelt Muss ein lieber Vater wohnen. Ihr stürzt nieder, Millionen? Ahnest du den Schöpfer, Welt? Such ihn über'm Sternenzelt! Über Sternen muss er wohnen.
_______________________



Εικόνα:
πάνω: Όταν λείπει ο Κύριος Kastell κοιμάμαι στο γραφείο του 
(εξ ου Suki, λίγος Troy κι άστρωτο κρεβάτι χθες το βράδυ).
Κάτω: Mike Lemanski - κάπως έτσι, αλλά στο ατάλαντο,έκανα τις παρτιτούρες μου

Παρασκευή 27 Ιουλίου 2018

Έκλειψη ματωμένη και μεγίστη― με χάρτες ουρανού, γητειές και Ποίηση




Ήρθε η πανσέληνος του Ματωμένου φεγγαριού. Με έκλειψη, ορατή στην Ελλάδα την Παρασκευή βράδυ. 
Με διάρκεια 1 ώρα και 43 λεπτά είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια ολική έκλειψη Σελήνης του 21ου αιώνα αφού η NASA υπολογίζει ότι η επόμενη αντίστοιχου μεγέθους έρχεται το 2100. 
Το σπάνιο φαινόμενο θα είναι ορατό σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, την Ασία, την Αυστραλία, την Αφρική και σημεία της Νότιας Αμερικής.

Ο χάρτης του ουρανού των ημερών μας έχει και ιδιαίτερο αστρολογικό ενδιαφέρον. Η έκλειψη στην 4 μοίρα και 44 του Υδροχόου κι απέναντι βεβαίως από τον ήλιο στο Λέοντα. Αν ασχολείστε λίγο (αλλά δεν είστε της κατηγορίας που φοβάται τον Ανάδρομο Ερμή) τούτη η έκλειψη αξίζει να μελετηθεί και λόγω της συμφοράς που χτύπησε τον τόπο μας. Με επίδραση του Άρη λόγω τετραγώνου, η ερμηνεία των καλών αστρολόγων μιλά για ατυχήματα, απρόβλεπτες καταστάσεις, πείσμα, ξεροκεφαλιά κι ανικανότητα δίχως διάθεση για συμβιβασμό. Επαναστατικότητα –μην ξεχνάμε ο Υδροχόος είναι του λαού και της αλληλεγγύης και του καινούργιου. Αποκαλύψεις δεινών που κρύβαμε κάτω από το χαλί.
____________________________ 
Σας φέρνω ερμηνεία του φαινομένου, χάρτες του ουρανού αστρολογικούς για όσους τα μελετάτε.
Φέρνω και άλλα όμως για το φως του φεγγαριού σε συνδέσμους:
Τη Σονάτα του Μπετόβεν (αναπόφευκτη) με την ιστορία της, θυμίζω τη, στα καθ' ημάς πασίγνωστη, 'Του Σεληνόφωτος' και, με αφορμή εκείνο το «Άφησέ με να 'ρθω μαζί σου' το αφορήτως needy τ ώριμης κυρίας, αντιπροτείνω τη δική μου ταπεινή μα αληθινή, 

'Γητειά της Πανσελήνου':

Ηρεμία κι ευγένεια συστήνω σε όλους μας, 
είτε πιστεύουμε σε μαντεψιές είτε όχι,
και σας χαρίζω την παλιά καλή γητειά της Πανσελήνου:
Πετάμε τα σκουπίδια μας απόψε 
επαναλαμβάνοντας σα μάντρα την ευχή 
να απαλλαγούμε από ό,τι μάς βαραίνει.

Δίχως καυγάδες, δίχως να πληγώσουμε,
πετάμε τα σκουπίδια μας και προχωρούμε.

αφού η Γητειά της Πανσελήνου είναι για να πετάμε ό,τι θέλουμε να φύγει: σχέσεις, ιδέες ή και τα κιλά μας, σκέφτηκα, εάν πιστεύετε σ' αυτά να μοιραστώ το μυστικό:
ξεφορτωθείτε όλα τα σκουπίδια σας και― λέει η παλιά Τέχνη της Μαγείας, είτε πάτε σακούλα ως τον κάδο του Δήμου, είτε ανάψετε φωτιά για τα κλαδιά και τα φύλλα του περιβολιού σας, πετάξτε μέσα κι ένα σημειωματάκι με μια λίστα με 7 λέξεις: ένα- ένα όσα θέλετε όσο αδειάζει το φεγγάρι να ξεφορτωθείτε.

Μα, είτε το λέτε Μοίρες και Κισμέτ είτε Ασυνείδητο, μη το ξεχνάτε πως κυριολεκτεί γι αυτό  προσέξετε πολύ πώς  θα εκφραστείτε.

Άλλο μάθημα δεν έχει, 
Με μια ευχή για όσους θα με καταλάβουν:
διότι υπάρχει ώρα για το κάθε τι
κι όταν αδειάζει το φεγγάρι είναι η ώρα της σποράς, 
ώρα να δώσω κι όχι ώρα να πάρω.



_______________________________
H Ευρώπη αλλά και η Ελλάδα θα γίνουν μάρτυρες ενός ιδιαίτερα εντυπωσιακού και σπάνιου ουράνιου φαινομένου αυτή την εβδομάδα. Το σούρουπο της Παρασκευής η πανσέληνος θα αποκαλυφθεί ντυμένη στα βαθιά κόκκινα. Οι παρατηρητές, τότε, θα έχουν την εμπειρία μιας ματωμένης Σελήνης ή όπως την ονομάζουν οι αστρονόμοι μιας ολοκληρωτικής σεληνιακής έκλειψης. Αυτή η εβδομάδα υπόσχεται να είναι ιδιαίτερη, καθώς θα βιώσουμε την ολοκληρωτική σεληνιακή έκλειψη με τη μεγαλύτερη διάρκεια στον 21ο αιώνα. Η έκλειψη της Σελήνης θα εξακολουθήσει μέχρι τις πρώτες ώρες του Σαββάτου. «Αν το επιτρέψει ο καιρός, την Παρασκευή το βράδυ θα δούμε ένα ιδιαίτερο θέαμα», δήλωσε η Σέιλα Κανάμι της Βασιλικής Εταιρείας Αστρονομίας.
Τα ματωμένα φεγγάρια μόνο πρόσφατα έγιναν καλοδεχούμενα στη Γη. Το βαθύ κόκκινο χρώμα τους θεωρείτο οιωνός τρομακτικών γεγονότων. Στο Βιβλίο του Ηωήλ στην εβραϊκή Βίβλο αναφέρεται ότι «ο Ηλιος θα μετατραπεί σε σκοτάδι και το φεγγάρι σε αίμα προτού η μέγιστη και φοβερή ημέρα του Κυρίου έλθει».
Σήμερα, οι επιστήμονες έχουν μια πιο πεζή ερμηνεία για την ερυθρά μεταμόρφωση της Σελήνης. Συμβαίνει όταν το φεγγάρι περάσει μέσα από τη σκιά της Γης. Ωστόσο, ο δίσκος της Σελήνης δεν σκοτεινιάζει εντελώς γιατί κάποιο ηλιακό φως, κυρίως από τα μακρύτερα μήκη κύματος, στο κόκκινο όριο του φάσματος, περνάει διαμέσου της ατμόσφαιράς μας και λυγίζει στην άκρη του πλανήτη μας έτσι ώστε να πέφτει πάνω στην επιφάνεια της Σελήνης. Στην πραγματικότητα, είναι το φως της ανατολής και του ηλιοβασιλέματος στη Γη που θα δώσει στο φεγγάρι την κόκκινη χροιά του την Παρασκευή.
Αντιθέτως με την ολική έκλειψη Ηλίου, που συμβαίνει όταν ο δίσκος της Σελήνης περνά μπροστά από τον Ηλιο και παρεμποδίζει ολικά το φως του για μερικά δευτερόλεπτα, το ματωμένο φεγγάρι είναι ένα μάλλον βραδύ φαινόμενο. «Θα διαρκέσει αρκετές ώρες, ώστε ο παρατηρητής να κατανοήσει την κίνηση της Γης και της Σελήνης στο Διάστημα», λέει ο αστρονόμος Τομ Κερς του Βασιλικού Παρατηρητηρίου Γκρίνουιτς, ο οποίος πρόκειται να αναρτήσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απευθείας εικόνες του φαινομένου την Παρασκευή. «Κατανοείς πραγματικά το ηλιακό σύστημα καθώς κινείται, κι αυτό αποτελεί μία εξαιρετική εμπειρία».
Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν είναι αναγκαίο να φορέσει κανείς ειδικά γυαλιά ή φίλτρα, προκειμένου να παρατηρήσει τη ματωμένη Σελήνη, όπως συμβαίνει με τις ηλιακές εκλείψεις. «Είναι ασφαλές να την παρακολουθήσουμε διά γυμνού οφθαλμού», λέει ο Κερς. «Μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει τηλεσκόπιο, αλλά για να είμαστε ειλικρινείς θα είναι εξίσου εντυπωσιακό να την παρακολουθήσει κανείς χωρίς βοηθήματα, καθώς η κατακόκκινη Σελήνη θα ανεβαίνει αργά στον ουρανό πάνω από την Ευρώπη και η σκιά της Γης θα περνάει από την επιφάνειά της».





Σελήνης τα καμώματα
Πανσέληνος στις 11.20μμ (από 27 Ιουλίου 9.08 ως 28 Ιουλίου 1.33πμ)
Σεληνιακή έκλειψη 11.22μμ ορατή σε Αθήνα ως ολική στις 27 Ιουλίου 8.32μμ ως 28 Ιουλίου 2.29πμ
Εκτός πορείας (στον Αιγόκερω) ως 27 Ιουλίου 1.41 μμ
Και άλλα πολλά τετράγωνα κ.λ. καθώς το φεγγάρι θα κάνει τον κύκλο του 24ώρου, τα οποία μάταιο να τα πω αφού αν ξέρετε τι σημαίνουν θα τα έχετεδει ήδη  στην αστρολογική εφημερίδα σας ενώ αν δεν ξέρετε θα σάς είναι άχρηστα.

_____________________________________
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Του σεληνόφωτος σονάτα, στίχοι και γητειές με μάγια και έρωτες.
Σονάτα του Σεληνόφωτος του Μπετόβεν: μουσική/ιστορία της)

Σονάτα του σεληνόφωτος του Ρίτσου
(απόσπαμα εδώ, ολόκληρη με κλικ ΕΔΩ)
....
(δέν εἶναι τοῦτο ἡ λύπη μου — ἡ λύπη μου
εἶναι πού δέν ἀσπρίζει κ' ἡ καρδιά μου).
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τό ξέρω πώς καθένας μονάχος πορεύεται στόν ἔρωτα,
μονάχος στή δόξα καί στό θάνατο.35Τό ξέρω. Τό δοκίμασα. Δέν ὠφελεῖ.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου....
Εικόνες
Χάρτες του Ουρανού
και από τη σειρά 'Παράγκα' του Κυρίου Kastell, μια από τις ελάχιστες που είναι ακόμα στα χέρια μας.
___________________________________________





Δευτέρα 10 Απριλίου 2017

Του σεληνόφωτος σονάτα, στίχοι και γητειές με μάγια και έρωτες.


 Η γητειά της Πανσελήνου είναι για να ξεφορτωθείς, να διώξεις, να απαλλαγείς.
Κιλά ή στενοχώριες, βαρίδια ή κατάλοιπα παλιών ερώτων, πίστη που μούχλιασε δίχως αντίκρυσμα, αφοσίωση που έγινε ξένη φορτική* σαν τη ζωή μας όταν ο καιρός περνά κι εμείς αναβάλουμε ξεκαθαρίσματα και ξεσκαρταρίσματα.

Με μάγια ή ευχές, με εξομολογήσεις σε φίλες, ψυχολόγους ή παπάδες, βαραίνουμε μαζί με τη σελήνη που κάθε μήνα εγκυμονεί και κάθε μήνα, στην Πανσέληνό της, τραβάει τα νερά κι αποκαλύπτει, για όσους θέλουν να τα δουν, όσα αφήνει στο βυθό μέχρι το κύμα να τα ξανακρύψει παρασέρνοντάς τα στα άπατα, τα σκοτεινά τα μακρινά μας.
Ρίχνουμε την ευχή μας στο πηγάδι, συγκεντρωνόμαστε για τη γητειά κι ύστερα, όπως λένε οι οδηγίες, αποστρέφουμε το βλέμμα ενώ εν αναμονή οψόμεθα, απολαμβάνοντας το σεληνόφως και τις ιστορίες του από τς οποίες, για χάρη της αποψινής σελήνης, θα σας φέρω μια.

     Ήταν τριάντα ετών ο Μπετόβεν όταν σε ένα απογευματινό περίπατο στη Βιέννη άκουσε μέσα από ένα ανοιχτό παράθυρο να παίζουν τη μουσική του. Πλησίασε κολακευμένος κι άκουσε μιά κοπέλα να λέει πως θα ήθελε να άκουγε κάποιον να παίζει αυτό το μουσικό κομμάτι. Διότι ήταν τυφλή και δε μπορούσε να διαβάσει την παρτιτούρα. Συγκινήθηκε ο Μπετόβεν και της υποσχέθηκε πως θα της το έπαιζε ο ίδιος. Για μιά ολόκληρη ώρα. Ώσπου ο ήλιος έδυσε, το αεράκι έσβησε το μοναδικό κερί κι από το παράθυρο μπήκε το σεληνόφως. «Θα σάς παίξω το σεληνόφως που δε σας δόθηκε» τής είπε  κι άρχισε να παίζει ό,τι αισθανόταν. Εμπνευσμένος από την ομορφιά που άπλωνε το φως της σελήνης στο δωμάτιο κι ενθουσιασμένος από το θαυμασμό της τυφλής κοπέλας ο Μπετόβεν συνέθεσε αυτή τη θαυμάσια σονάτα.

Είναι η ιστορία μου αληθινή; 
Δεν ξέρω αλλά σας την αφιερώνω μαζί με τη μουσική απόψε, τη σονάτα που ο Μπετόβεν αφιέρωσε στην Τζουλιέτα Γκουϊτσιάρντι με την οποία ήταν πολύ ερωτευμένος. Σε μια επιστολή του εξομολογείται ότι αυτή η γυναίκα του άλλαξε την άθλια ζωή του. Πώς δεν ξέρω διότι δεν τον ήθελε και «αρνήθηκε τον έρωτά του» όπως το έλεγαν τότε. Οι φήμες λένε ότι την κοσμοαγάπητη σονάτα τη γέννησε η βαθιά απελπισία της χυλόπιτας.


    Και ύστερα, η σονάτα ―αλλά και το σεληνόφως―γέννησαν το θαυμάσιο  ποίημα του Ρίτσου, το  σκηνικό μονόλογο μιάς άλλης γυναίκας πιο μεγάλης, πιο μόνης μα το ίδιο πονεμένης με την τυφλή της δικής μου ιστορίας.

       Ας τα απολαύσουμε κι ας παρηγορηθούμε νιώθοντας πόσο πολύτιμη και εύθραυστη είναι η πολυτελής μελαγχολία που εμπνέει τρυφερές σονάτες κι ερωτόλογα που κάνουν έγκυο τη ζωή.

_____________Φέρνω τη 'Σονάτα του Σεληνόφωτος' του Μπετόβεν,
τη 'Σονάτα του Σεληνόφωτος'  του Γιάννη Ρίτσου
και, την απαγγελία Ρίτσου πάνω σε απόσπασμα της μουσικής του Μπετόβεν.


σημ. *μια ξένη φορτική
αναφορά σε Κ.Π.Καβάφη «Όσο μπορείς:
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις....»

Εικονογραφώ
με μια 'Παράγκα' του κ.Kastell, έργο που ξαναείδαμε πρόσφατα κρεμασμένο στο Άμστερνταμ στη συλλογή παλιάς μας φίλης. [Η υπογραφή 'The Shop' έχει ιδιαίτερο συμβολισμό μα δεν είναι του παρόντος.]_____________






Γιάννης Ρίτσος

Η ΣΟΝΑΤΑ

  ΤΟΥ

 ΣΕΛΗΝΟΦΩΤΟΣ



[Ἀνοιξιάτικο βράδι. Μεγάλο δωμάτιο παλιοῦ σπιτιοῦ. Μιά ἡλικιωμένη γυναίκα, ντυμένη στά μαῦρα, μιλάει σ' ἕναν νέο. Δέν ἔχουν ἀνάψει φῶς. Ἀπ' τά δυό παράθυρα μπαίνει ἕνα ἀμείλικτο φεγγαρόφωτο. Ξέχασα νά πῶ ὅτι ἡ Γυναίκα μέ τά Μαῦρα ἔχει ἐκδώσει δυό-τρεῖς ἐνδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές θρησκευτικῆς πνοῆς. Λοιπόν, ἡ Γυναίκα μέ τά Μαῦρα μιλάει στόν Νέο]:
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου. Τί φεγγάρι ἀπόψε!
Εἶναι καλό τό φεγγάρι, — δέ θά φαίνεται
πού ἀσπρίσαν τά μαλλιά μου. Τό φεγγάρι
θά κάνει πάλι χρυσά τά μαλλιά μου. Δέ θά καταλάβεις.
5Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Ὅταν ἔχει φεγγάρι μεγαλώνουν οἱ σκιές μές στό σπίτι,
ἀόρατα χέρια τραβοῦν τίς κουρτίνες, 

ἕνα δάχτυλο ἀχνό γράφει στή σκόνη τοῦ πιάνου
λησμονημένα λόγια — δέ θέλω νά τ' ἀκούσω. Σώπα.
 
10Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου
λίγο πιό κάτου, ὥς τή μάντρα τοῦ τουβλάδικου,
ὥς ἐκεῖ πού στρίβει ὁ δρόμος καί φαίνεται
ἡ πολιτεία τσιμεντένια κι ἀέρινη, ἀσβεστωμένη μέ φεγγαρόφωτο,
τόσο ἀδιάφορη κι ἄϋλη
15τόσο θετική σάν μεταφυσική
πού μπορεῖς ἐπιτέλους νά πιστέψεις πώς ὑπάρχεις καί δέν ὑπάρχεις
πώς ποτέ δέν ὑπῆρξες, δέν ὑπῆρξε ο χρόνος κ' ἡ φθορά του.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.
 
20Θά καθήσουμε λίγο στό πεζούλι, πάνω στό ὕψωμα,
κι ὅπως θά μᾶς φυσάει ὁ ἀνοιξιάτικος ἀέρας
μπορεῖ νά φανταστοῦμε κιόλας πώς θά πετάξουμε,
γιατί, πολλές φορές, καί τώρα ἀκόμη, ἀκούω τό θόρυβο τοῦ φουστανιοῦ
   μου
σάν τό θόρυβο δυό δυνατῶν φτερῶν πού ἀνοιγοκλείνουν,
κι ὅταν κλείνεσαι μέσα σ' αὐτόν τόν ἦχο τοῦ πετάγματος
25νιώθεις κρουστό τό λαιμό σου, τά πλευρά σου, τή σάρκα σου,
κ' ἔτσι σφιγμένος μές στούς μυῶνες τοῦ γαλάζιου ἀγέρα,
μέσα στά ρωμαλέα νεῦρα τοῦ ὕψους,
δέν ἔχει σημασία ἄν φεύγεις ἤ ἄν γυρίζεις
κι οὔτε ἔχει σημασία πού ἀσπρίσαν τά μαλλιά μου,
30(δέν εἶναι τοῦτο ἡ λύπη μου — ἡ λύπη μου
εἶναι πού δέν ἀσπρίζει κ' ἡ καρδιά μου).
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τό ξέρω πώς καθένας μονάχος πορεύεται στόν ἔρωτα,
μονάχος στή δόξα καί στό θάνατο.
35Τό ξέρω. Τό δοκίμασα. Δέν ὠφελεῖ.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τοῦτο τό σπίτι στοίχειωσε, μέ διώχνει —
θέλω νά πῶ ἔχει παλιώσει πολύ, τά καρφιά ξεκολλᾶνε,
τά κάδρα ρίχνονται σά νά βουτᾶνε στό κενό,
40οἱ σουβάδες πέφτουν ἀθόρυβα
ὅπως πέφτει τό καπέλο τοῦ πεθαμένου ἀπ' τήν κρεμάστρα στό
σκοτεινό διάδρομο

ὅπως πέφτει τό μάλλινο τριμμένο γάντι τῆς σιωπῆς
ἀπ' τά γόνατά της
ἤ ὅπως πέφτει μιά λουρίδα φεγγάρι στήν παλιά,
ξεκοιλιασμένη πολυθρόνα.

Κάποτε ὑπῆρξε νέα κι αὐτή, — ὄχι ἡ φωτογραφία πού κοιτᾶς μέ τόση
δυσπιστία —
45λέω γιά τήν πολυθρόνα,8 πολύ ἀναπαυτική, μποροῦσες ὧρες ὁλόκληρες
νά κάθεσαι
καί μέ κλεισμένα μάτια νά ὀνειρεύεσαι ὅ,τι τύχει
— μιάν ἀμμουδιά στρωτή, νοτισμένη, στιλβωμένη ἀπό φεγγάρι,
πιό στιλβωμένη ἀπ' τά παλιά λουστρίνια μου πού κάθε μήνα τά δίνω
στό στιλβωτήριο τῆς γωνιᾶς,
ἤ ἕνα πανί ψαρόβαρκας πού χάνεται στό βάθος λικνισμένο ἀπ' τήν ἴδια
του ἀνάσα,
50τριγωνικό πανί σά μαντίλι διπλωμένο λοξά μόνο στά δυό
σά νά μήν εἶχε τίποτα νά κλείσει ἤ νά κρατήσει
ἤ ν' ἀνεμίσει διάπλατο σέ ἀποχαιρετισμό. Πάντα μου εἶχα μανία μέ τά
μαντίλια, 
ὄχι γιά νά κρατήσω τίποτα δεμένο,
τίποτα σπόρους λουλουδιῶν ἤ χαμομήλι μαζεμένο στούς ἀγρούς μέ τό
λιόγερμα
55ἤ νά τό δέσω τέσσερις κόμπους σάν τό σκουφί πού φορᾶνε οἱ ἐργάτες
στ' ἀντικρυνό γιαπί 
ἤ νά σκουπίζω τά μάτια μου, — διατήρησα καλή τήν ὅρασή μου·
ποτέ μου δέ φόρεσα γυαλιά. Μιά ἁπλή ἰδιοτροπία τά μαντίλια.

Τώρα τά διπλώνω στά τέσσερα, στά ὀχτώ, στά δεκάξη
ν' ἀπασχολῶ τά δάχτυλά μου. Καί τώρα θυμήθηκα 
60πώς ἔτσι μετροῦσα τή μουσική σάν πήγαινα στό Ὠδεῖο
μέ μπλέ ποδιά κι ἄσπρο γιακά, μέ δυό ξανθές πλεξοῦδες
— 8, 16, 32, 64, —

κρατημένη ἀπ' τό χέρι μιᾶς μικρῆς φίλης μου ροδακινιᾶς ὅλο φῶς καί
ρόζ λουλούδια,
(συχώρεσέ μου αὐτά τά λόγια — κακή συνήθεια11) — 32, 64, —
κ' οἱ δικοί μου στήριζαν
65μεγάλες ἐλπίδες στό μουσικό μου τάλαντο. Λοιπόν, σοὔλεγα γιά τήν
πολυθρόνα —
ξεκοιλιασμένη — φαίνονται οἱ σκουριασμένες σοῦστες, τά ἄχερα —
ἔλεγα νά τήν πάω δίπλα στό ἐπιπλοποιεῖο,
μά ποῦ καιρός καί λεφτά καί διάθεση — τί νά πρωτοδιορθώσεις; —
ἔλεγα νά ρίξω ἕνα σεντόνι πάνω της, — φοβήθηκα 
70τ' ἄσπρο σεντόνι σέ τέτοιο φεγγαρόφωτο. Ἐδῶ κάθησαν
ἄνθρωποι πού ὀνειρεύτηκαν μεγάλα ὄνειρα, ὅπως κ' ἐσύ κι ὅπως κ'
ἐγώ ἄλλωστε,
καί τώρα ξεκουράζονται κάτω ἀπ' τό χῶμα δίχως νά ἐνοχλοῦνται ἀπ'
τή βροχή ἤ τό φεγγάρι. 
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Θά σταθοῦμε λιγάκι στήν κορφή τῆς μαρμάρινης σκάλας τοῦ
Ἅη-Νικόλα,
75ὕστερα ἐσύ θά κατηφορίσεις κ' ἐγώ θά γυρίσω πίσω
ἔχοντας στ' ἀριστερό πλευρό μου τή ζέστα ἀπ' τό τυχαῖο ἄγγιγμα τοῦ
σακκακιοῦ σου
κι ἀκόμη μερικά τετράγωνα φῶτα ἀπό μικρά συνοικιακά παράθυρα
κι αὐτή τήν πάλλευκη ἄχνα ἀπ' τό φεγγάρι ποὖναι σά μιά μεγάλη
συνοδεία ἀσημένιων κύκνων —
καί δέ φοβᾶμαι αὐτή τήν ἔκφραση, γιατί ἐγώ
80πολλές ἀνοιξιάτικες νύχτες συνομίλησα ἄλλοτε μέ τό Θεό πού μοῦ
ἐμφανίστηκε
ντυμένος τήν ἀχλύ καί τή δόξα ἑνός τέτοιου σεληνόφωτος,
καί πολλούς νέους, πιό ὡραίους κι ἀπό σένα ἀκόμη, τοῦ ἐθυσίασα,
ἔτσι λευκή κι ἀπρόσιτη ν' ἀτμίζομαιμές στή λευκή μου φλόγα, στή
λευκότητα τοῦ σεληνόφωτος,
πυρπολημένη ἀπ' τ' ἀδηφάγα μάτια τῶν ἀντρῶν κι ἀπ' τή δισταχτικήν 
ἔκσταση τῶν ἐφήβων, 
85πολιορκημένη ἀπό ἐξαίσια, ἡλιοκαμμένα σώματα,
ἄλκιμα μέλη γυμνασμένα στό κολύμπι, στό κουπί, στό στίβο,
στό ποδόσφαιρο (πού ἔκανα πώς δέν τἄβλεπα)
μέτωπα, χείλη καί λαιμοί, γόνατα, δάχτυλα καί μάτια,
στέρνα καί μπράτσα καί μηροί (κι ἀλήθεια δέν τἄβλεπα)
— ξέρεις, καμμιά φορά, θαυμάζοντας, ξεχνᾶς, ὅ,τι θαυμάζεις,
σοῦ φτάνει ὁ θαυμασμός σου,— 
90θέ μου, τί μάτια πάναστρα, κι ἀνυψωνόμουν σέ μιάν ἀποθέωση
ἀρνημένων ἄστρων 
γιατί, ἔτσι πολιορκημένη ἀπ' ἔξω κι ἀπό μέσα,
ἄλλος δρόμος δε μοὔμενε παρά μονάχα πρός τά πάνω ἤ πρός τά κάτω.
— Ὄχι, δέ φτάνει. 
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τό ξέρω ἡ ὥρα πιά εἶναι περασμένη. Ἄφησέ με,
95γιατί τόσα χρόνια, μέρες καί νύχτες καί πορφυρά μεσημέρια,
ἔμεινα μόνη,
ἀνένδοτη, μόνη καί πάναγνη,
ἀκόμη στή συζυγική μου κλίνη πάναγνη καί μόνη,
γράφοντας ἔνδοξους στίχους στά γόνατα τοῦ Θεοῦ,
στίχους πού, σέ διαβεβαιῶ, θά μείνουνε σά λαξευμένοι σέ ἄμεμπτο
μαρμαρο19
100πέρα ἀπ' τή ζωή μου καί τή ζωή σου, πέρα πολύ. Δέ φτάνει.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τοῦτο τό σπίτι δέ μέ σηκώνει πιά.
Δέν ἀντέχω νά τό σηκώνω στή ράχη μου.
Πρέπει πάντα νά προσέχεις, νά προσέχεις,
105νά στεριώνεις τόν τοῖχο μέ τό μεγάλο μπουφέ
νά στεριώνεις τόν μπουφέ μέ τό πανάρχαιο σκαλιστό τραπέζι
νά στεριώνεις τό τραπέζι μέ τίς καρέκλες
νά στεριώνεις τίς καρέκλες μέ τά χέρια σου
νά βάζεις τόν ὦμο σου κάτω ἀπ' τό δοκάρι πού κρέμασε.
110Καί τό πιάνο, σά μαῦρο φέρετρο κλεισμένο. Δέν τολμᾶς νά τ' ἀνοίξεις.
Ὅλο νά προσέχεις, νά προσέχεις, μήν πέσουν, μήν πέσεις. Δἐν ἀντέχω.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τοῦτο τό σπίτι, παρ' ὅλους τούς νεκρούς του, δέν ἐννοεῖ νά πεθάνει.
Ἐπιμένει νά ζεῖ μέ τούς νεκρούς του 
115νά ζεῖ ἀπ' τούς νεκρούς του
νά ζεῖ ἀπ' τή βεβαιότητα τοῦ θανάτου του
καί νά νοικοκυρεύει ἀκόμη τούς νεκρούς του σ' ἑτοιμόρροπα κρεββάτια
καί ράφια.21
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Ἐδῶ, ὅσο σιγά κι ἄν περπατήσω μές στήν ἄχνα τῆς βραδιᾶς,
120εἴτε μέ τίς παντοῦφλες, εἴτε ξυπόλυτη,
κάτι θά τρίξει, — ἕνα τζάμι ραγίζει ἤ κάποιος καθρέφτης,
κάποια βήματα ἀκούγονται, — δέν εἶναι δικά μου.
Ἔξω, στό δρόμο μπορεῖ νά μήν ἀκούγονται τοῦτα τά βήματα, —
ἡ μεταμέλεια, λένε, φοράει ξυλοπάπουτσα, — 
125κι ἄν κάνεις νά κοιτάξεις σ' αὐτόν ἤ στόν ἄλλον καθρέφτη,
πίσω ἀπ' τή σκόνη καί τίς ραγισματιές,

διακρίνεις πιό θαμπό καί πιό τεμαχισμένο τό πρόσωπό σου,
τό πρόσωπό σου πού ἄλλο δέ ζήτησες στή ζωή παρά νά τό κρατήσεις
καθάριο κι ἀδιαίρετο. 
Τά χείλη τοῦ ποτηριοῦ γυαλίζουν στό φεγγαρόφωτο
130σάν κυκλικό ξυράφι — πῶς νά τό φέρω στά χείλη μου;
ὅσο κι ἄν διψῶ, — πῶς νά τό φέρω; — Βλέπεις;
ἔχω ἀκόμη διάθεση γιά παρομοιώσεις, — αὐτό μοῦ ἀπόμεινε,
αὐτό μέ βεβαιώνει ἀκόμη πώς δέ λείπω.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.
135Φορές-φορές, τήν ὥρα πού βραδιάζει, ἔχω τήν αἴσθηση
πώς ἔξω ἀπ' τά παράθυρα περνάει ὁ ἀρκουδιάρης μέ τή γριά βαρειά
του ἀρκούδα25

μέ τό μαλλί της ὅλο ἀγκάθια καί τριβόλια26
σηκώνοντας σκόνη στό συνοικιακό δρόμο
ἕνα ἐρημικό σύννεφο σκόνη πού θυμιάζει27τό σούρουπο 
140καί τά παιδιά ἔχουν γυρίσει σπίτια τους γιά τό δεῖπνο καί δέν τ' ἀφήνουν
πιά νά βγοῦν ἔξω 
μ' ὅλο πού πίσω ἀπ' τούς τοίχους μαντεύουν τό περπάτημα τῆς γριᾶς
ἀρκούδας —
κ' ἡ ἀρκούδα κουρασμένη πορεύεται μές στή σοφία τῆς μοναξιᾶς της,
μήν ξέροντας γιά ποῦ καί γιατί — 
ἔχει βαρύνει, δέν μπορεῖ πιά νά χορεύει στά πισινά της πόδια
δέν μπορεῖ νά φοράει τή δαντελένια σκουφίτσα της νά διασκεδάζει τά
παιδιά, τούς ἀργόσχολους, τούς ἀπαιτητικούς,
145καί τό μόνο πού θέλει εἶναι νά πλαγιάσει στό χῶμα
ἀφήνοντας νά τήν πατᾶνε στήν κοιλιά, παίζοντας ἔτσι τό τελευταῖο
παιχνίδι της,
δείχνοντας τήν τρομερή της δύναμη
τήν ἀνυπακοή της στά συμφέροντα τῶν ἄλλων, στούς κρίκους τῶν
χειλιῶν της, στήν ἀνάγκη τῶν δοντιῶν της, 
τήν ἀνυπακοή της στόν πόνο καί στή ζωή
150μέ τή σίγουρη συμμαχία τοῦ θανάτου — ἔστω κ' ἑνός ἀργοῦ θανάτου —
τήν τελική της ἀνυπακοή στό θάνατο μέ τή συνέχεια καί τή γνώση
τῆς ζωῆς
πού ἀνηφοράει μέ γνώση καί μέ πράξη πάνω ἀπ’ τή σκλαβιά της.

Μά ποιός μπορεῖ νά παίξει ὥς τό τέλος αὐτό τό παιχνίδι;
Κ' ἡ ἀρκούδα σηκώνεται πάλι καί πορεύεται 
155ὑπακούοντας στό λουρί της, στούς κρίκους της, στά δόντια της,
χαμογελώντας μέ τά σκισμένα χείλη της στίς πενταροδεκάρες πού τῆς
ρίχνουνε τά ὡραῖα κι ἀνυποψίαστα παιδιά
(ὡραῖα ἀκριβῶς γιατί εἶναι ἀνυποψίαστα)
καί λέγοντας εὐχαριστῶ. Γιατί οἱ ἀρκοῦδες πού γεράσανε
τό μόνο πού ἔμαθαν νά λένε εἶναι: εὐχαριστῶ, εὐχαριστῶ. 
160Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τοῦτο τό σπίτι μέ πνίγει. Μάλιστα ἡ κουζίνα
εἶναι σάν τό βυθό τῆς θάλασσας. Τά μπρίκια κρεμασμένα γυαλίζουν
σά στρογγυλά, μεγάλα μάτια ἀπίθανων ψαριῶν,
τά πιάτα σαλεύουν ἀργά σάν τίς μέδουσες,
165φύκια κι ὄστρακα πιάνονται στά μαλλιά μου — δέν μπορῶ νά τά
ξεκολλήσω ὕστερα, 
δέν μπορῶ ν' ἀνέβω πάλι στήν ἐπιφάνεια —
ὁ δίσκος μοῦ πέφτει ἀπ' τά χέρια ἄηχος, — σωριάζομαι —
καί βλέπω τίς φυσαλίδες ἀπ' τήν ἀνάσα μου ν' ἀνεβαίνουν, ν' ανεβαίνουν
καί προσπαθῶ νά διασκεδάσω κοιτάζοντάς τες
170κι ἀναρωτιέμαι τί θά λέει ἄν κάποιος βρίσκεται ἀπό πάνω καί βλέπει
αὐτές τίς φυσαλίδες,
τάχα πώς πνίγεται κάποιος ἤ πώς ἕνας δύτης ἀνιχνεύει τούς βυθούς;

Κι ἀλήθεια δέν εἶναι λίγες οἱ φορές πού ἀνακαλύπτω ἐκεῖ, στό βάθος
τοῦ πνιγμοῦ,
κοράλλια καί μαργαριτάρια καί θησαυρούς ναυαγισμένων πλοίων,
ἀπρόοπτες συναντήσεις, καί χτεσινά καί σημερινά καί μελλούμενα,
175μιάν ἐπαλήθευση σχεδόν αἰωνιότητας,
κάποιο ξανάσασμα, κάποιο χαμόγελο ἀθανασίας, ὅπως λένε,
μιάν εὐτυχία, μιά μέθη, κ' ἐνθουσιασμόν ἀκόμη,
κοράλλια καί μαργαριτάρια καί ζαφείρια·
μονάχα πού δέν ξέρω νά τά δώσω — ὄχι, τά δίνω· 
180μονάχα πού δέν ξέρω ἄν μποροῦν νά τά πάρουν — πάντως ἐγώ
τά δίνω.32
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Μιά στιγμή, νά πάρω τή ζακέτα μου.
Τοῦτο τόν ἄστατο καιρό, ὅσο νἆναι, πρέπει νά φυλαγόμαστε.
Ἔχει ὑγρασία τά βράδια, καί τό φεγγάρι
185δέ σοῦ φαίνεται, ἀλήθεια, πώς ἐπιτείνει τήν ψύχρα;33

Ἄσε νά σοῦ κουμπώσω τό πουκάμισο — τί δυνατό τό στῆθος σου,
— τί δυνατό φεγγάρι, — ἡ πολυθρόνα, λέω — κι ὅταν σηκώνω τό
φλιτζάνι ἀπ' τό τραπέζι
μένει ἀπό κάτω μιά τρύπα σιωπή, βάζω ἀμέσως τήν παλάμη μου
ἐπάνω
νά μήν κοιτάξω μέσα, — ἀφήνω πάλι τό φλιτζάνι στή θέση του· 
190καί τό φεγγάρι μιά τρύπα στό κρανίο τοῦ κόσμου — μήν κοιτάξεις
μέσα,
εἶναι μιά δύναμη μαγνητική34 πού σέ τραβάει — μήν κοιτάξεις, μήν
κοιτᾶχτε,

ἀκοῦστε με πού σᾶς μιλάω — θά πέσετε μέσα. Τοῦτος ὁ ἴλιγγος
ὡραῖος, ἀνάλαφρος — θά πέσεις, —
ἕνα μαρμάρινο πηγάδι τό φεγγάρι,
195ἴσκιοι σαλεύουν καί βουβά φτερά,35 μυστηριακές φωνές — δέν τίς ἀκοῦτε;
Βαθύ-βαθύ τό πέσιμο,36
βαθύ-βαθύ τό ἀνέβασμα,
τό ἀέρινο ἄγαλμα κρουστό μές στ' ἀνοιχτά φτερά του,37
βαθειά-βαθειά ἡ ἀμείλικτη εὐεργεσία τῆς σιωπῆς, — 
200τρέμουσες φωταψίες τῆς ἄλλης ὄχθης, ὅπως ταλαντεύεσαι μές στό
ἴδιο σου τό κύμα,
ἀνάσα ὠκεανοῦ. Ὡραῖος, ἀνάλαφρος
ὁ ἴλιγγος τοῦτος, — πρόσεξε, θά πέσεις. Μήν κοιτᾶς ἐμένα,
ἐμένα ἡ θέση μου εἶναι τό ταλάντευμα — ὁ ἑξαίσιος ἴλιγγος. Ἔτσι κάθε
ἀπόβραδο
ἔχω λιγάκι πονοκέφαλο, κάτι ζαλάδες.
205Συχνά πετάγομαι στό φαρμακεῖο ἀπέναντι γιά καμμιάν ἀσπιρίνη,
ἄλλοτε πάλι βαριέμαι καί μένω μέ τόν πονοκέφαλό μου
ν' ἀκούω μές στούς τοίχους τόν κούφιο θόρυβο πού κάνουν οἱ σωλῆνες
τοῦ νεροῦ,
ἤ ψήνω ἕναν καφέ, καί, πάντα ἀφηρημένη,
ξεχνιέμαι κ' ἑτοιμάζω δυό — ποιός νά τόν πιεῖ τόν ἄλλον; — 
210ἀστεῖο ἀλήθεια, τόν ἀφήνω στό περβάζι νά κρυώνει
ἤ κάποτε πίνω καί τόν δεύτερο, κοιτάζοντας ἀπ' τό παράθυρο τόν πράσινο
γλόμπο τοῦ φαρμακείου 
σάν τό πράσινο φῶς ἑνός ἀθόρυβου τραίνου πού ἔρχεται νά μέ πάρει
μέ τά μαντίλια μου, τά στραβοπατημένα μου παπούτσια, τή μαύρη
τσάντα μου, τά ποιήματά μου,
χωρίς καθόλου βαλίτσες — τί νά τίς κάνεις; 
215Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Ἄ, φεύγεις; Καληνύχτα. Ὄχι, δέ θἄρθω. Καληνύχτα.
Ἐγώ θά βγῶ σέ λίγο. Εὐχαριστῶ. Γιατί, ἐπιτέλους, πρέπει
νά βγῶ ἀπ' αὐτό τό τσακισμένο σπίτι.
Πρέπει νά δῶ λιγάκι πολιτεία,38 — ὄχι, ὄχι τό φεγγάρι — 
220τήν πολιτεία μέ τά ροζιασμένα χέρια της, τήν πολιτεία τοῦ μεροκάματου,
τήν πολιτεία πού ὁρκίζεται στό ψωμί καί στή γροθιά της
τήν πολιτεία πού ὅλους μᾶς ἀντέχει στή ράχη της
μέ τίς μικρότητές μας, τίς κακίες, τίς ἔχτρες μας,
μέ τίς φιλοδοξίες, τήν ἄγνοιά μας καί τά γερατειά μας, —
225ν' ἀκούσω τά μεγάλα βήματα τῆς πολιτείας,
νά μήν ἀκούω πιά τά βήματά σου
μήτε τά βήματα τοῦ Θεοῦ, μήτε καί τά δικά μου βήματα. Καληνύχτα. 
(Τό δωμάτιο σκοτεινιάζει. Φαίνεται πώς κάποιο σύννεφο θἄκρυψε τό φεγγάρι. Μονομιᾶς, σάν κάποιο χέρι νά δυνάμωσε τό ραδιόφωνο τοῦ γειτονικοῦ μπάρ, ἀκούστηκε μιά πολύ γνωστή μουσική φράση. Καί τότε κατάλαβα πώς ὅλη τούτη τή σκηνή τή συνόδευε χαμηλόφωνα ἡ «Σονάτα τοῦ Σεληνόφωτος»,39 μόνο τό πρῶτο μέρος. Ὁ Νέος θά κατηφορίζει τώρα μ' ἕνα εἰρωνικό κ' ἴσως συμπονετικό χαμόγελο στά καλογραμμένα χείλη του καί μ' ἕνα συναίσθημα ἀπελευθέρωσης. Ὅταν θά φτάσει ἀκριβῶς στόν Ἅη-Νικόλα, πρίν κατέβει τή μαρμάρινη σκάλα, θά γελάσει, — ἕνα γέλιο δυνατό, ἀσυγκράτητο. Τό γέλιο του δέ θ' ἀκουστεῖ καθόλου ἀνάρμοστα κάτω ἀπ' τό φεγγάρι. Ἴσως τό μόνο ἀνάρμοστο νἆναι τό ὅτι δέν εἶναι καθόλου ἀνάρμοστο. Σέ λίγο ὁ Νέος θά σωπάσει, θά σοβαρευτεῖ καί θά πεῖ: «Ἡ παρακμή μιᾶς ἐποχῆς». Ἔτσι, ὁλότελα ἥσυχος πιά, θά ξεκουμπώσει πάλι τό πουκάμισό του καί θά τραβήξει τό δρόμο του. Ὅσο γιά τή γυναίκα μέ τά μαῦρα, δέν ξέρω ἄν βγῆκε τελικά ἀπ' τό σπίτι. Τό φεγγαρόφωτο λάμπει ξανά. Καί στίς γωνιές τοῦ δωματίου οἱ σκιές σφίγγονται ἀπό μιάν ἀβάσταχτη μετάνοια, σχεδόν ὀργή, ὄχι τόσο γιά τή ζωή, ὅσο γιά τήν ἄχρηστη ἐξομολόγηση. Ἀκοῦτε; Τό ραδιόφωνο συνεχίζει):
ΑΘΗΝΑΙ, Ἰούνιος 1956



Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Για μια Ελίζε ή Τερέζα σα σήμερα




Σα σήμερα ο Μπετόβεν έγραψε μια Μπαγκατέλα (μη γελάτε άχρηστοι των πίσω θρανίων)* για μια Ελίζε που μπορεί να λεγόταν και Τερέζα και από τότε ταλαιπωρεί πιάνα και δάχτυλα κι αυτιά στα Ωδεία απανταχού της γης.
Την έπαιζε φρικτά σ' έναν άλλο αιώνα κι η Μαντάμ, τότε που κάθε γιορτή και σχόλη ξεκούφαιναν τις γειτονιές για ώρες τα παιδικά δάχτυλα που σκαλώνουν ξανά και ξανά πάντοτε στην ίδια νότα· τότε, που 'κορίτσι από σπίτι' σήμαινε πιάνο-μπαλέτο-γαλλικά, από τα οποία συνήθως δε μάς έμεινε παρά η σωστή στάση σώματος (σα να έχουμε καταπιεί μπαστούνι) και η ικανότης να παραγγέλνουμε σε καλά εστιατόρια δίχως να ντραπεί ο συνοδός.
Μα αυτά, είπαμε, σε άλλους αιώνες. Γι αυτό και θέλησα να σάς  τα πω.

___________

*To Für Elise, Bagatelle No. 25 in A minor, γράφτηκε σα σήμερα το 1810 κι ανακαλύφθηκε 40 χρόνια αργότερα,  στα χαρτιά του μετά το θάνατο τού Μπετόβεν.
Και για την Ιστορία, θα σάς καθησυχάσω: η Μαντάμ νωρίς επέλεξε, ως ανεπίδεκτη, ότι η λέξη Μουσική τής πάει με -οι στο τέλος.

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

Η μεγαλύτερη Πανσέληνος






     
        Η μεγαλύτερη Πανσέληνος (από το 1993) αυτό το Σάββατο, στην Περίγειο, δηλαδή  14% πιο κοντά μας, άρα 30% λαμπρότερη. 
     Η γητειά της Πανσελήνου είναι για να ξεφορτωθείς, να διώξεις, να απαλλαγείς. Μιά και δε γίνεται να αναστρέψουμε την πυρηνική ζημιά, στρεφόμαστε στην ομιλία του Ομπάμα για την Αμερικανική/παγκόσμια επέμβαση και σχέδια να γλυτώσει την Επίγειο από τον Καντάφι.
 Εν αναμονή οψόμεθα απολαμβάνοντας το σεληνόφως.
           
       Ας τα χαρούμε μ' αυτή την τεράστια κοντινή Πανσέληνο. Την πιο μεγάλη και την πιο πολύτιμη, "απόψε το βράδυ" που απέναντι από πελάγη και ωκεανούς τα ανθρώπινα μαρτύρια εμπνέουν έπη. Κι ας παρηγορηθούμε νιώθοντας πόσο πολύτιμη και εύθραυστη είναι η πολυτελής μελαγχολία που εμπνέει τρυφερές σονάτες κι ερωτόλογα.




___________________________________






Περίγειος κάθε 20 χρόνιαΤο μεγάλο φεγγάρι συσχετίζεται με φυσικές καταστροφές


     Σονάτα του Σεληνόφωτος
                       του  Μπετόβεν 
                      του Γ. Ρίτσου  διαβάζει ο Ποιητής  ή  διαβάζει η Μελίνα Μερκούρη

________________________________________