Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡόζαΕσκενάζη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡόζαΕσκενάζη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011

Της Ρόζας μου στροφές κι επιστροφές






Τραγουδούσε η εβραιοπούλα στο Σαλονικιώτικο δωμάτιο που είχε νοικιάσει η οικογένεια όταν έφυγε από την Πόλη. Τραγουδούσε η μικρή Σάρα με ανοιχτά παράθυρα μιά μέρα που έλειπε ο πατέρας σε δουλειές. Κι ο επιχειρηματίας που είχε την ταβέρνα στη γωνία περνούσε με ένα φίλο, άκουσαν το τραγούδι και τη ζήτησαν από τη μάνα της. Όχι για νύφη ―για τραγουδίστρια. Κι η μάνα θύμωσε που ξελογιάστηκε η μικρή και θα γινόταν σαντέζα να τους ντροπιάσει κι όταν την έπιασε αργότερα να τραγουδά στο Grand Hotel τη μάζεψε από το μαλλί και τη χτύπησε να  τη συνετίσει.

Ωραία ιστορία, τακτική κι απόκρυφη σαν εκείνους τους μύθους των σύγχρονων μοντέλων που ανακαλύπτονται με τη γιαγιά τους να πουλάνε χόρτα σε ρώσικη λαϊκή. Ωραία ιστορία κι έχει τα πάντα. Το καναρίνι το φυλακισμένο στο κλουβί που θα το σκάσει από το ανοιχτό παράθυρο, την ευυπόληπτη οικογένεια, το ταλέντο, ακόμα και το μαλλί που αργότερα κόπηκε όταν τα κορίτσια έκοψαν την πλεξίδα της σκλαβιάς και πέταξαν τους κορσέδες.

Την πρωτοείδα, μικρή στην ΕΡΤ σε γύρισμα (της εκπομπής του Γ. Παπαστεφάνου με παραγωγό τη μητέρα μου), και η εμπειρία με σημάδεψε. Δεν τραγουδούσε πια στα μαγαζιά μα η φήμη της αναβίωσε μετά τη χούντα που το ρεμπέτικο εισέβαλε ορμητικά στην ελληνική κοινωνία

Για τη Ρόζα την αγάπη μου σας λέω.

Είχε περάσει μισός αιώνας μα η Ρόζα ακόμα κατσάρωνε το κοντό χενναρισμένο 'καρέ'. Μαύρο ριχτό διάφανο crépe το φόρεμα με πούλιες και πέρλες, μαυράδι βαρύ σε μάτια και σε φρύδια. Στριφογυρνούσε κι έπαιζε τις 'ζίλιες', τα κουδουνάκια της, μιά οπτασία  που μισός αιώνας δεν την άγγιξε.

Ο πολύς κόσμος την έμαθε όταν η Χάρις Αλεξίου τραγούδησε τη 'Δημητρούλα' της τότε που με την πτώση της Χούντας ήρθε το ρετρό να ζωντανέψει το ρεμπέτικο.
Δεν ήξερα πως είχε περάσει τα 80 κι ούτε θα το παραδεχόταν. Εικοσαετία και παραπάνω τον περνούσε το μεγάλο της έρωτα με τον οποίο ζούσε ακόμα, ελεύθερη κι εκείνος παντρεμένος.

Λίγα χρόνια μετά τη συνάντησε ο Γιώργος Ιωάννου σε φορείο στο νοσοκομείο, μιά κόκκινη τούφα κάτω από το σεντόνι και μιά γνωστή φωνή.
―Από πού είστε; Τη ρώτησε.
―Από την Πόλιν, απάντησε με μιά φράση που ηχεί αιώνες.
Από το νοσοκομείο δε βγήκε. Πέθανε 2 Δεκεμβρίου του 1980.
Το είχα όνειρο να γράψω τη ζωή της. Σε βιογραφίες που έψαχνα και στα πρώτα χρόνια του Διαδικτύου δεν υπήρχε λέξη γι αυτήν. Από τα βιβλιοπωλεία το 'Αυτά που θυμάμαι', η αυτοβιογραφία της, έχει εξαφανιστεί (όπως γίνεται πια που τα ράφια αλλάζουν πιο γρήγορα από ψυγεία super-market― μα αυτό είναι μια άλλη πικρή ιστορία).
Τα πράγματα άλλαξαν. Λίγο η εξάπλωση του Διαδικτύου, λίγο η μόδα των ρεμπετάδικων (που, πόσα χρόνια θα χορέψει ο πελάτης το βαπόρι απ' την Περσία κι η πελάτισσα τη Μισιρλού δίχως να ψάξουν κάτι παλιότερο) σήμερα η Ρόζα μου κυκλοφορεί πολύ. Ως όνομα κι αναφορά δηλαδή.
Διότι η ίδια παραμένει η μεγάλη άγνωστη. Λίγο τα ψέματα της αυτοβιογραφίας με τον ειλικρινή τίτλο 'Αυτά που Θυμάμαι' όπου ξεκαθαρίζει πως πότε γεννήθηκε δεν το θυμάται, γι αυτό (η αθεόφοβη) κρύβει όχι ένα, όχι δέκα αλλά σχεδόν είκοσι χρόνια, λίγο τα γούστα της και τα τραγούδια της, λίγο (υποθέτω) ο χαρακτήρας της που μάλλον την απομόνωσε διότι άλλων αυτοβιογραφίες δεν την αναφέρουν, παραμένει η Vamp που επέλεξε να γίνει όταν, με τη μόδα του 1920, κουρεύτηκε και πέταξε μια για πάντα τα ροζάκια και τους φραμπαλάδες.

Πολίτισσα Σεφαραδίτισσα (παρά το όνομα Εσκενάζη) μετακόμισε με την οικογένεια στη Θεσσαλονίκη (την πολυπληθέστερη εβραϊκή πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) κι άρχισε εκεί το χορό και το τραγούδι μετά από το παραμυθάκι ανακάλυψης το κλισεδιάρικο που έλεγε ότι το θυμόταν ολοζώντανα, κι ας είχε τόσο κακή μνήμη για τα παλιά.
Σας το είπα το παραμύθι: Τραγουδούσε, λέει, με ανοιχτά παράθυρα και τη ζήτησαν μα η μάνα αρνήθηκε, αλλά η Ρόζα ένιωσε πως αυτό-ήθελε-να-κάνει-στη-ζωή-της και βγήκε στο πάλκο.
Αναχρονισμοί γοητευμένου δημοσιογράφου που τον παίζει η ντίβα όλα αυτά, μιά και γνωρίζουμε ότι η Εβραιοπούλα από την Οσμανλίδικη πρωτεύουσα θα ζάρωνε τα βαμμένα της φρύδια στην ιδέα μας πως η γυναίκα πρέπει 'κάτι να κάνει στη ζωή της' άλλο από το να κεντά, να καθαρίζει, να γεννά και να πεθαίνει πριν να γίνει βάρος στο σόι της.
Κι ωστόσο αυτός ο πρώτος μύθος κι η αδύναμή της μνήμη δείχνουν την ίδια κοκεταρία που βλέπουμε στα βαμμένα φρύδια και τα τσαλιμάκια της ογδοντάχρονης.
Το έφαγε το ξύλο της όταν την έπιασε η οικογένεια να τραγουδά στο Grand Hotel και, υποθέτω, θα παραήταν ζωηρή για να την παντρέψουν εκείνους τους δύσκολους καιρούς. Ή, μήπως, ο λόγος της χειραφέτησης ήταν πως την είχαν παντρέψει (στα 15 το συνήθιζαν οι Σεφαραδίτες) κι ως χωρισμένη δεν είχε πια υπόληψη να περισώσει;
Το σίγουρο είναι ότι δεν ξέρουμε τίποτε για τη ζωή της μεταξύ 1910 και 1928 (από τα 15-20 της δηλαδή και για 18 χρόνια) μόνο υπάρχουν οι φωτογραφίες της, μοντέρνες κι αποκαλυπτικές, με τη χρονολογία 1915 και είναι γνωστό πως ήδη γυρνούσε με μιά Αρμένικη κομπανία ως χορεύτρια στην αρχή κι ύστερα ως τραγουδίστρια.


Τη δεκαετία του '30 ηχογράφησε πάνω από 300 τραγούδια, ρεκόρ, ιδίως για γυναίκα, κι αργότερα ταξίδεψε σε πολλές τουρνέ και ως συνδικαλίστρια ασχολήθηκε με τη Ένωση Μουσικών.
Επίσης άθελά της έγινε αιτία να απαγορευτούν  από τη Μεταξική δικτατορία τα 'χασικλίδικα΄ τραγούδια λόγω της μεγάλης επιτυχίας της του 'Πρέζα όταν πιεις'.

Άγνωστο πότε παντρεύτηκε τον επιτυχημένο ηθοποιό Γιάνγκο Σαρντινίδη. Μεγαλύτερός της και μπεκρής, (θεωρείται ότι) πέθανε όταν εκείνη ήταν έγκυος στο γιο τους. Κυκλοφορεί και η ιστορία μιας κόρης που την άφησε για πάντα σε ορφανοτροφείο γύρω στο 1930.

Το 'Καναρίνι' της (1937, Κωνσταντινούπολη) είναι βασισμένο σε παλιό ανατολίτικο σκοπό (το bulbul που αραβικά σημαίνει αηδόνι).

Η Κατοχή τη βρήκε ιδιοκτήτρια επιτυχημένου εστιατορίου στην οδό Σατωβριάνδου. Παρότι αντιπροσώπευε ό,τι απεχθάνονταν οι Ναζί κατάφερε να κρατήσει το μαγαζί ανοιχτό και να βοηθήσει πολύ κόσμο τον καιρό της πείνας.

Ο σύντροφος της ζωής της έρχεται πολύ αργότερα, την εποχή που άλλες νταντεύουν εγγονάκια και το ρίχνουν το πλέξιμο και τα lexotanil. Χρήστος Φιλιππακόπουλος, 25 χρόνια νεώτερός της παντρεμένος φορτηγατζής πρώην αστυνομικός. Tην άκουσε να τραγουδά στην Πάτρα το 1947 κι έμειναν μαζί ως το θάνατό της. (Υπολογίσατε; 37 μάς έλεγε, πάνω από 57 ετών ήταν.).
Πολλά μάς λέει για τη Ρόζα μου πως εκείνος δε χώρισε μα παρέμεινε παντρεμένος.

Έχτισε εκείνη το σπίτι της στη Κηπούπολη, την αγαπημένη γειτονιά της στο Περιστέρι, κι εκεί βαφτίστηκε 'Ροζαλία' το 1976. Περίεργη απόφαση να αλλαξοπιστήσει 4 χρόνια πριν το θάνατό της κι ακόμα πιο περίεργο που η απόφασή της σκορπά μυστήριο στο γάμο της με τον πατέρα του γιού της, το Γιάνγκο Σαρντινίδη, αφού εκείνα τα χρόνια αν δεν είχε βαφτιστεί Ορθόδοξη ο γάμος της θα ήταν άκυρος.

Ο τάφος της στο Στόμιο (Στόμι) του Κορινθιακού ήταν φτωχός και μίζερος, έχω από παλιά φωτογραφίες· μα τα πράγματα άλλαξαν.
Διότι το 'χε στο κάρμα της η δόξα της σα φοίνικας να ξαναγεννιέται.
Όπως το 1975 που είχε πάψει πια να τραγουδά η φήμη της αναβίωσε δυνατότερη από πριν λόγω της μόδας του Ρεμπέτικου και της επιλογής να τραγουδήσει το Χαρικλάκι και τη Δημητρούλα η Χάρις Αλεξίου, έτσι το 2008 μετά από 28 χρόνια σε ανώνυμο τάφο, ο Πολιτιστικός Σύλλογος Στομίου τοποθέτησε σταυρό με φωτογραφίες κι οργάνωσε μιά τελετή με μουσική.
Από τότε η φήμη της απλώνεται ακόμα πιο πολύ. Με τα χρήματα από συναυλία φτιάχτηκε ταινία για τη ζωή της,  μιά διεθνής παραγωγή. Το 'Καναρίνι μου Γλυκό',  My Sweet Canary που ανυπομονώ να δω.
___________________

Στη φωτογραφία του 1932 με τον Σέμση και τον Τομπούλη.
Στην άλλη την προκλητική, κατά τα μετέπειτα λεγόμενά της, θα ήταν 5 ετών.
 Το trailer  κ.λ. του Sweet Canary: mysweetcanary
Σας προσφέρω:
το γνωστό Πρέζα Όταν Πιεις, με χορό της Ρόζας τότε που τη γνώρισα.




και
τον Κοκαϊνοπότη, παλιά αγάπη μου.


_______________
άλλα:

Απόψε στα πεύκα να 'ρθεις, αν θέλεις με Σέμση και Τομπούλη (1930)


και 
Μην περάσεις απ' τη γειτονιά μου
Μάγκα μη σε δω μπροστά μου


Τότε στο γύρισμα που σας έλεγα:

_____________

Πέμπτη 21 Απριλίου 2011

Τσινάρι του Βαρδάρη, Σεφαρδίτες και Σουλτάνοι του Αξιού


Ρόζα Εσκενάζι με οικογένεια στη Σαλονίκη
'Φύσηξε Βαρδάρης' γράφει η Άννα Δαμιανίδη στο άρθρο της γιά το Νίκο Παπάζογλου κι αναθυμάται φοιτητική της απορία τι είναι αυτός ο Βαρδάρης. Που ναι, άνεμος είναι, το ξέρουμε.
Αλλά και ποταμός που, παρότι εκχύνεται στο Θερμαϊκό ως Αξιός, επειδή πηγάζει στα σερβοαλβανικά σύννορα υπήρξε γιά χρόνια εθνικώς ανεπιθύμητος.
Και όχι μόνο τότε μα ακόμα, σκέφτηκα το περασμένο καλοκαίρι  που ταξιδεμένος κύριος με κοίταξε συγκαταβατικά όταν ανέφερα ποτάμι και γέλασε κι επέμενε πως χρόνια έχω να πάω, μιά γειτονιά είναι μόνο ο Βαρδάρης, κι άντε κι ο αέρας του άσματος.
Έχω να πάω στη Θεσσαλονίκη χρόνια μα η νοσταλγία κι ο πόθος μού ήρθε πρόσφατα από ―τι άλλο;― δυό βιβλία. Ή τρία ή τέσσερα διότι τελευταία ευτυχώς ήρθε η ώρα να καταγραφεί η μακριά ιδιαίτερη ιστορία αυτής της πόλης με τη μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, από τον 15ο αιώνα  που  ο Σουλτάνος έδωσε άδεια να καταφύγουν εκεί οι Σεφαρδίτες που έδιωξε βλακωδώς η Ισπανία κι ύστερα το θρηνούσε που έμεινε δίχως καλούς τεχνίτες και σαράφηδες. Οι εκ Ισπανίας βρήκαν εκεί τους ελληνόφωνους Ρωμανιώτες, φανατικά οπισθοδρομικούς ορθόδοξους Εβραίους της Ανατολής, εγκατεστημένους από αρχαιοτάτων.
Και άκμασε μιά πόλη κοσμοπολίτικη με σπουδαίο λιμάνι, εμπόριο κι όλες τις φορεσιές και τις πρεσβείες ανατολής και δύσης με Αρμένηδες και Ενετούς και Γενοβέζους κι ύστερα Φράγκους, όπως οι της Πύλης έλεγαν κάθε Ευρωπαίο κάνοντας, επί Ναπολέοντα, τους Αυστριακούς να τρέμουν μη σφαγιαστούν από παρεξήγηση.


Η Ελληνική Επανάσταση  διέλυσε την ελληνική κοινότητα με διωγμούς, μεταναστεύσεις, προσφυγιά όπως κι αργότερα η ελληνική πολιτική αποδεκάτισε τους 'Ελληνες της Μικράς Ασίας· κι ύστερα οι Γερμανοί εξολόθρευσαν και τους Εβραίους.
Κι έτσι η μοναδική Θεσσαλονίκη με το όνομα της αδελφής του Μεγαλέξανδρου, γενέτειρα του Κεμάλ Ατατούρκ και προσωρινός τόπος εξορίας τού Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίντ, έγινε άλλη μιά πόλη ελληνική όπως τόσες. Στην επιφάνεια όμως.
Κι όχι μονάχα ιστορικά ή επειδή δεν την ξεχνούν οι ανά τη γη απόγονοι των διωγμένων (από το Σαρκοζί ως την αγαπητή σχεδιάστρια των φορεμάτων μου Diane von Fürstenberg) αλλά επειδή έτσι γίνεται.
Διότι οι πόλεις δεν «ακολουθούν η μιά την άλλη στον ίδιο χώρο με ίδιο όνομα... ούτε γεννιούνται και πεθαίνουν δίχως να ξέρουνε η μιά την άλλη... Και κάποιες φορές ακόμα και τα ονόματα των κατοίκων μένουν ίδια κι οι προφορές τους και των προσώπων τους τα χαρακτηριστικά· μονάχα οι θεοί, που ζουν κάτω από ονόματα και πάνω από τόπους έφυγαν σιωπηλά κι άλλοι ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στη θέση τους» όπως θαυμάσια λέει ο Ίταλο Καλβίνο στις 'Αθέατες Πόλεις'.
Έτσι κι εκεί. Που χρόνια πριν πέρασα δύο μήνες. Πολύ μικρή, φιλοξενούμενη κάποιου Μπούφη που είχε το Δον Κιχώτη στην Προξένου Κορομηλά και κάθε πρωί έβραζα κατσαρόλες με νερό διότι εκείνος γιά μπάνιο πήγαινε στο χαμάμ και όταν έβγαινε κλείδωνε τις εισπράξεις στη ντουλάπα μην τον κλέψω. Και καλά έκανε, πλήθη περνούσαν από το φιλόξενό του σπίτι.

Εκεί λοιπόν που πρωτοείδα την πυκνή ομίχλη να κρύβει σα γυάλινος τοίχος κατακόρυφα τη θάλασσα, εκεί ήταν που πρωτοάκουσα γιά το Βαρδάρη. Όχι τον άνεμο ή τον ποταμό αλλά τη γειτονιά, όταν σε μιά σκηνή άτοπης ζηλοτυπίας άκουσα ότι είχα βγει σ' ένα άλλο μπαρ με ένα 'τσινάρι απ' το Βαρδάρη'. Κι η έκφραση, ομολογώ, ήταν ταιριαστή και μου έμεινε μαζί με μιά νοσταλγία γιά την πόλη που δεν έτυχε να με ξανακαλέσει.

____________________________________
               Διαβάστε: Χριστιανόπουλο, Πεντζίκη ή τους γνωστούς και άξιους σύγχρονους  Θεσσαλονικιούς
    Αλλά  σας δίνω και:
 εκτός του άρθρου της Άννας Δαμιανίδη στο blog της ή από 'ΤΑ ΝΕΑ'
 λίγες πηγές των ανωτέρω από τις πάμπολλες αγαπητές μου:
                         Δείτε: 
           Τη Θεσσαλονίκη
Το καταπληκτικό φιλμ 'Salonica' του Ιταλού Πάολο Πολόνι 
                                                                        (απόσπασμα: youtube)
                        Ακούστε:
Durme Durme,  παλιό σεφαρδίτικο νανούρισμα (ladino)  


                              Κοιμήσου, κοιμήσου μικρό της μάνας σου, Κοιμήσου, κοιμήσου δίχως ένοια και πόνο
Durme, durme iziko di madre     
Durme, durme sin ansja i dolor.
Sijenti djoja palavrikas de tu madre
Las palavras di Sema Israel.

Durme, durme izziko de madre
Kon ermozura di Sema Israel.


Αμπντούλ Χαμίντ