Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜαβίληΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜαβίληΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 8 Ιουλίου 2025

Αναμνήσεις από την Κατασκήνωση― παιδαγωγική περασμένου αιώνα

 


Έτυχε να δω μια είδηση με εικόνες από τον κάποτε ωραίο Σχοινιά που έχουν μετατρέψει σε σκουπιδότοπο και θυμήθηκα μια ιστορία από τα παιδικά μου χρόνια.

 

Είχε ο γυμναστής του σχολείου μας μια παιδική κατασκήνωση στο Σχοινιά την οποία σύστηνε το σχολείο και οι γονείς μου μας έστειλαν εκεί για ένα μήνα. Πρέπει μόλις να είχα τελειώσει την πρώτη Δημοτικού κι η Ελισάβετ το Νηπιαγωγείο. Το λέω επειδή, είχα διαβάσει το προσπέκτους κι αυτό επιμήκυνε το μαρτύριο που θα σας διηγηθώ.

 

Οι κατασκηνώσεις, φάνηκε από τότε, δεν είναι για μένα. Δεν ένιωθα άνετα με τις διαταγές, τις φωνές την ομαδικότητα, τα ηλίθια βίαια παιχνίδια με άγνωστα παιδιά. Δεν έκανα ένα φίλο. Το βάσανό μου όμως ήταν η τραπεζαρία, τα γεύματα.

Εκείνη την εποχή ήταν ακόμα επιβεβλημένο στα παιδιά να τρώνε ό,τι είχαν στο πιάτο τους. Όλο. Είναι η εποχή «το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο» κι έπεφταν βροχή τα χαστούκια από δασκάλους και καθηγητές. Ωστόσο εμείς μεγαλώναμε αλλιώς. Με πολύ νέους και προοδευτικούς γονείς και προστατευτικούς παππούδες, όπως δε λέγαμε Μαμά-Μπαμπά μα τους γονείς μας με το όνομά τους, έτσι, εννοείται, δε μας χτυπούσε ποτέ κανείς και, βεβαίως, τρώγαμε μόνο ό,τι και όταν θέλαμε. Κακομαθημένη θα με έλεγαν μα στο «δε μ’ αρέσει το φαγητό» η απάντηση που περίμενα ήταν «Να σου κάνω μια ομελέτα;» ή «Να πάμε έξω», να πάρουμε ό,τι θέλω από εστιατόριο της γειτονιάς.

Όμως εκεί βρήκα άλλα. Δεν έφαγα μιά, δεν έφαγα δυό ώσπου κορυφώθηκε το δράμα όταν μεσημέρι στην τραπεζαρία βρέθηκα μπροστά στον εφιάλτη: ψάρι πλακί που βρωμούσε και κολυμπούσε και σε λαδερή σάλτσα με κάτι πράσινα και με κρεμμύδια. Ε, δε μπόρεσα ούτε να το ανακατέψω να μοιάζει πειραγμένο και, δίχως να πω όμως κάτι, έμεινα στη θέση μου  μέχρι να τελειώσει το γεύμα. Νόμιζα. Μα με είδαν, με μάλωσαν να φάω. Δε σήκωνα πιρούνι. Δεν έκλαιγα, δε φώναζα, αλλά αρνιόμουν ακόμα και να πλησιάσω το σίχαμα. 

Οπότε βρέθηκα αντιμέτωπη με την παιδαγωγική λύση της εποχής:

―Θα μείνεις εδώ, μπροστά στο πιάτο σου ώσπου να το φας όλο.

Και έμεινα. Από 1:00 που το σέρβιραν ώσπου έφυγαν τα παιδιά και μάζεψαν όλα τα πιάτα εκτός από το δικό μου ως λίγο πριν τις 5:00 όταν οι τραπεζιέρες σέρβιραν το απογευματινό, πορτοκαλάδα με κέικ. Σε όλα τα  τραπέζια, όλες τις θέσεις, όλα τα παιδιά, εκτός από εμένα που παρέμενα εκεί, άγαλμα με βρωμερό ψάρι που μάζευε μύγες. 

Η τιμωρία δηλαδή δεν ήταν μόνο η αηδία μα είχε και ταπείνωση, εξευτελισμό στα μάτια των παιδιών που ακόμα δε με γνώριζαν και, με το πνεύμα συλλογικότητας που διακρίνει την παιδική ηλικία, δε θα δοκίμαζαν να με πλησιάσουν πλέον.

Η επιθυμία μου ήταν να φύγω. Να τηλεφωνήσω στους γονείς μου αμέσως πράγμα όχι εύκολο, τα τηλέφωνα ήταν σταθερά και ήθελες άδεια, μα ήλπιζα. Όμως, και έτσι είναι που θυμάμαι ότι γνώριζα ανάγνωση, στο προσπέκτους είχα διαβάσει ότι αν το παιδί αποχωρήσει πρώιμα τα χρήματα δεν επιστρέφονται. Τι είχα ακούσει σπίτι δεν ξέρω, ούτε πώς ξαφνικά έπαθα μια οικονομική ανασφάλεια που γενικώς δε με διέκρινε, πάντως για μια βδομάδα βασανίστηκα που θα έχαναν οι γονείς μου τα χρήματα.

Την πρώτη Κυριακή είχαμε επισκεπτήριο και στους γονείς μου είπα πως δεν περνάω καλά. Η μητέρα μου με πήρε αμέσως από εκεί. Και την ευγνωμονώ ακόμα που δε δίστασε, της αρκούσε που είπα πως θέλω να φύγω κι έτσι με επανέφερε στο γνώριμο περιβάλλον στο οποίο ένιωθα να με σέβονται και να με ακούνε. Το αν έμεινε η αδελφή μου δεν το θυμάμαι, από τη στιγμή που λυτρώνομαι όλα θολώνουν όπως γίνεται με πολύ παλιές αναμνήσεις.

 

Αν σας το διηγούμαι σήμερα είναι γιατί αισθάνομαι ότι πλέον τέτοια παιδαγωγική δεν εξασκείται και νιώθω πως στους νεότερους ιδίως ίσως κάνει μεγάλη εντύπωση το πώς μας συμπεριφέρονταν οι «παιδαγωγοί».

 ________________

Ο Σχοινιάς ή Σχινιάς είναι παραθαλάσσια περιοχή της βορειοανατολικής Αττικής και μικρός οικισμός. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο του κάμπου του Μαραθώνα, στην παράκτια ζώνη, και διαθέτει μία από τις μεγαλύτερες παραλίες της Αττικής. [Βικιπαίδεια]


Εικόνες ντροπής: Το προστατευόμενο πευκοδάσος του Σχοινιά: https://www.iefimerida.gr/ellada/prostateyomeno-peykodasos-shoinia-gemato-skoypidia

Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου 2023

Aνάργυρος Μέξης #Rip

 

Aνάργυρος Μέξης #Rip


Καστέλλα 21-10 -1949 – Νέα Μάκρη 17-12-2023


  Αθλητής του Πόλο, δεινός κολυμβητής, ηθοποιός για λίγο, διαφημιστής, συγγραφέας και πολλά άλλα μεταξύ των οποίων οικιακός τραγουδιστής, μερακλής μάγειρας και αφοσιωμένος πατέρας του αδελφού μου.


   Με θλίψη  και περισυλλογή αποχαιρετώ αυτές τις μέρες τον πάλαι ποτέ πατριό μου στα άγρια χρόνια της εφηβείας. Δεν ήταν εύκολος ο ρόλος του παρά το γλυκό ήπιο χαρακτήρα του.


   Έφυγε προχθές αφήνοντάς μας τον αδελφό μου και τα θαυμάσια εγγόνια του, τα ανίψια μου, μαζί με αναμνήσεις παλιές πολλές κι ανάκατες.

 

Καλό ταξίδι!




https://www.facebook.com/paris.mexis/posts/10159618685551714 


https://www.facebook.com/megas.anatolikos.56




Τρίτη 21 Μαρτίου 2023

Ποίηση και ποιος θυμάται τον Κώστα Μίχο;


Δάφνη Χρονοπούλου




«Σκοτωμένα πουλιά

Τα φορέματά σου πάνω στο δάπεδο»

Κώστας Μίχος 


Ο ποιητής που λίγοι πλέον γνωρίζουν.

Σήμερα, Ημέρα Ποίησης μοιράζομαι το όνομά του σα φυλαχτό.


 

Είχα την τύχη να τον γνωρίσω από όταν γεννήθηκα, ήταν ο στενότερος φίλος του πατέρα μου και, με την αδελφή μου μας έπαιρνε διακοπές κάθε καλοκαίρι στα νησιά.

Μας έμαθε τις Κυκλάδες, κολύμπι, να ταξιδεύουμε κατάστρωμα σε μια ζωή μποέμ γεμάτη ποίηση και έμπνευση. Μας έμαθε την Τέχνη και τη ζωή. 

Αυτοκτόνησε νωρίς.
Τα βιβλία του σπάνια κι αγαπημένα όπως και το θεατρικό του έργο.

Συνέχεια έπεται..

κι ως τότε, το ποίημα του Μάνου Ελευθερίου:

Μάνος Ελευθερίου
Κώστας Μίχος (1938-1974)
Κώστα Μίχο γιατί κρύβεις τ’ όνομά σου;
Στα καφενεία που συχνάζεις δεν κατοικούν οι παντοκράτορες
Κώστας Καρυωτάκης γράφει κι η ταυτότητά σου,
πρίγκηπας επάγγελμα, πρίγκηπας για τη γενιά σου.
Παραμονεύουν οι φασίστες με τους ψευδομάρτυρες.
Κώστα Μίχο, σε ποιόν κρύβεις τ’ όνομά σου;
Μες στα ένδοξα Παρίσια δεν κερδίζεις τον παράδεισο.
Τη ξυραφιά του Ρεμπώ τη σκεπάζουν τα μαλλιά σου,
δεν φτάνουν όλα τα νερά της γης να πλύνουν το άγαλμά σου,
μια νεκροψία,-κι ύστερα το γαλανό πουκάμισο.
Κώστα Μίχο, μη μου κρύβεις τ΄όνομά σου.
Ένα κλαδάκι ουρανός ήταν μονάχα ο κλήρος σου.
Στις λοταρίες των ποιητών μια βρύση έλαχε στη μοιρασιά σου.
Της ζητιανιάς η φιλία ισορροπεί τη ζυγαριά σου,
στιχάκια ψίχουλα, μετάληψη και μύρο σου.
Κώστα Μίχο, μη μου κρύβεις τ’ όνομά σου.














________________________________
Από το δίσκο των Θάνου Μικρούτσικου-Μάνου Ελευθερίου, “Τροπάρια για Φονιάδες', με τη Μαρία Δημητριάδη και τον Γιώργο Μεράντζα, Λύρα, 1977 https://youtu.be/SMWqvG2Iq1U