Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σελήνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σελήνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017

Αρχίζει το #τέλος_του_κόσμου απόψε ή αναβάλλεται για το Σεπτέμβριο;


  

Η 'καταστροφή του Κόσμου' είναι κινητή εορτή και δεν ήθελα να σας αγχώσω οπότε το άφησα ως τελευταία στιγμή, σήμερα που οι πιο ανίδεοι λένε πως θα επέλθει. Οι πιο πληροφορημένοι όμως γνωρίζουμε ότι η ημερομηνία στην οποία δε θα επέλθει είναι η 23η Σεπτεμβρίου 2017 ενώ άλλοι πιο προνοητικοί διακηρύσσουν ότι η έκλειψη θα σημάνει πως αρχίζει το τέλος, η Αποκάλυψη, που ξεκινά  21 Αυγούστου μα ολοκληρώνεται  με μία δεύτερη ηλιακή έκλειψη στις 8 Απριλίου του 2024.


Αστρολογικά τούτος ο Αύγουστος έχει προβλεφθεί μοιραίος για το είδος μας μα η αφορμή που διαλέχτηκε η νέα ημερομηνία είναι η εμφάνιση ενός μυθικού πλανήτη, που κατά τους αστρονόμους δεν υπάρχει αλλά κατά τους αρχαίους Σουμέριους θα φέρει την Αποκάλυψη. Το όλον γίνεται θεαματικό λόγω της ολικής έκλειψης ηλίου, που είναι η πρώτη ορατή στην Αμερική μετά από 99 χρόνια.
Απόψε στις 19.05 ώρα Ελλάδας και 9.05 το πρωί για το Όρεγκον, ο ήλιος θα κρυφτεί πίσω από τη σελήνη βυθίζοντας στο σκοτάδι μια λωρίδα γης που διατρέχει 14 πολιτείες των ΗΠΑ. 75 λεπτά αργότερα η έκλειψη θα γίνει ολική, μάλιστα στη μικρή πόλη Μάντρας της ίδιας Πολιτείας θα πέσει σκοτάδι για 2 λεπτά και 4 δευτερόλεπτα.
Ήδη όπως φαντάζεστε πλήθη τουριστών συρρέουν, ταμπέλες έχουν τοποθετηθεί και οι σύγχρονοι προφήτες ετοιμάζουν τις ομιλίες τους.


Σας φέρνω πολλά για να διασκεδάσουμε πάλι με τους τρελούς ανθρώπινους φόβους, βολική μετάθεση σε μακρινούς πλανήτες των ευθυνών μας για μια καταστροφή του είδους μας που επίκειται λόγω δικών μας έργων. Είναι μου φαίνεται η ενοχή βαριά και προτιμήσαμε πάλι προσευχές και λιτανείες από το να ελέγξουμε τα πυρηνικά, τη σπατάλη των πόρων και τους τρελούς που μας κυβερνούν. 

Η συλλογή μου:
πληροφορίες
+ χάρτης- γραφικό της ολικής στις ΗΠΑ από τη NASA
+ αστρολογικός χάρτης της σήμερον ―για όσους καταλαβαίνουν
+ σχόλια ('τουί' κ.λ.)
+ εικόνες με εκλείψεις μεσαιωνικές, εξώφυλλα φυλλάδων, ως και σλόγκαν  «Μέχρι να έρθει το #τελος_του_κοσμου ας χαλαρώσουμε!» από εμπορικό σάιτ που είδε να κινείται το  hashtag και το ενσωμάτωσε στη διαφήμισή του για να ανεβαίνει στη ροή)
+ σύνδεσμοι 
προς το Πλανητάριο Θεσσαλονίκης/ site με 'τον καιρό 'στο διάστημα /τη NASA που παρέχει από ενημέρωση ταξιδιωτών για τον καιρό στις ΗΠΑ και το μποτιλιάρισμα στις λεωφόρους ως την Έκλειψη ζωντανά (live).
+ κάτι ιστορικό από το Δημήτρη Τσοκάκη που έφτιαξε χάρτες του ουρανού εκείνης της ημέρας και μας διηγείται από Θουκιδίδη και Πλούταρχο πώς αντέδρασε ο Περικλής στη δεισιδαιμονία του καιρού του: Η έκλειψη της 3ης Αυγούστου του 430 πΧ




Σύμφωνα με τα όσα ισχυρίζονται οι οπαδοί των θεωριών συνωμοσίας, ο περιβόητος θρυλικός πλανήτης των αρχαίων Σουμέριων Nibiru πρόκειται σύντομα να περάσει πολύ κοντά από τον πλανήτη μας.
Ο πλανήτης Χ – όπως αλλιώς ονομάζεται- θεωρείται από ερευνητές πως «κρύβεται» πίσω από άλλα αστέρια του ηλιακού συστήματος και γι’ αυτό μέχρι τώρα δεν έχει εντοπιστεί. Οι συνωμοσιολόγοι θεωρούν πως η έλευση αυτού του πλανήτη θα προκαλέσει την… Αποκάλυψη και την συνακόλουθη καταστροφή του κόσμου.
Ο Ντέϊβντ Μιντ, συγγραφέας του βιβλίου «Πλανήτης Χ – Η άφιξη του 2017», πιστεύει πως ο πλανήτης πλησιάζει όλο και πιο κοντά στον νότιο πόλο της γης και αυτό θα προκαλέσει βιβλικές καταστροφές. Όπως αναφέρει ο πλανήτης πρόκειται να φτάσει κοντά στη γη στις 23 Σεπτεμβρίου 2017
Στην «Αποκάλυψη» αναφέρεται: «Ένα μεγάλο σημάδι φάνηκε στον ουρανό. Μια γυναίκα ντυμένη τον ήλιο, έχοντας το φεγγάρι κάτω από τα πόδια της και ένα στεφάνι από 12 αστέρια στο κεφάλι της, σημειώνουν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης αναφορικά με την θεωρία του Μιντ
«Το μεγάλο σημάδι, η γυναίκα, όπως περιγράφεται στην «Αποκάλυψη» είναι μορφή αστρονομικών φαινομένων και διαρκεί μόνο λίγες ώρες. Σύμφωνα με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή και το αστρονομικά λογισμικά μοντέλα, αυτό το σημάδι δεν έχει ποτέ παρουσιαστεί στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ωστόσο, ποιος θα μπορούσε αυτό να το αποδείξει με αδιάσειστα στοιχεία;», δηλώνει ο Μιντ, ο οποίος υποστηρίζει πως ο Πλανήτης Χ θα περάσει για μια και μοναδική φορά κοντά από τη γη τον Σεπτέμβριο.
Ο Μιντ μέσα από το βιβλίο του και τα βίντεο που κυκλοφορεί στο ίντερνετ υποστηρίζει πως η παγκόσμια γνώμη θα έπρεπε να είναι προετοιμασμένη εδώ και χρόνια για αυτό που πρόκειται να συμβεί όταν έρθει ο Πλανήτης Χ σε τροχιά πολύ κοντινή της γης.
Στο παρελθόν, είχε προβλεφθεί πως ο πλανήτης Nibitu επρόκειτο να χτυπήσει τον πλανήτη μας τον Δεκέμβριο του 2015 και πριν από αυτό τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Είχε επίσης προβλεφθεί πως θα «χτυπούσε» τη γη το 2012 έτος το οποίο ήταν μαζί με την Αποκάλυψη των Μάγια.


Ένα εκατομμύριο επισκέπτες αναμένονται στο Όρεγκον. 
Συνολικά τουλάχιστον 12 εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ που ζουν σε μια λωρίδα πλάτους 113 χιλιομέτρων η οποία διατρέχει 14 αμερικανικές πολιτείες θα μπορέσουν να δουν την ολική έκλειψη ηλίου.
Όμως εκατομμύρια ακόμη θα μπορέσουν να παρακολουθήσουν μια μερική έκλειψη, σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Αστρονόμων.
Η Νότια Καρολίνα στις ακτές του Ατλαντικού είναι η τελευταία πολιτεία των ΗΠΑ όπου θα είναι ορατή η ολική έκλειψη του ηλίου στις 21:48 (ώρα Ελλάδας), κοντά στην πόλη Τσάρλεστον.--- 


Ο  αστρολογικός χάρτης,  Αθήνα 9 το πρωί, τώρα που γράφω. Για τις θέσεις των πλανητών αφού η Σελήνη, εννοείται, σε 12 ώρες θα έχει μετακινηθεί. 

Ώρα Ελλάδος:
Νέα Σελήνη, Σύνοδος Σελήνης ήλιου απόψε στις 9.30 μμ (από 7.40μμ ως 11.20μμ)
Ηλιακή έκλειψη (αόρατη) στις 9.26μμ (21 Αυγ. 6.47μμ ως 22Αυγ. 0.04μμ)

Εγκεκριμένα από τη NASA γι απόψε


Αεροφωτογραφία προσωρινού καταλύματος 30.000 ανθρώπων που περιμένουν την ολική έκλειψη στο Όρεγκον    



#τελος_του_κοσμου  και παπαριές. Την τελευταία φορά που θα ερχόταν φεσώθηκα σε όλες τις τράπεζες με πιστωτικές και δάνεια. Παντού ψεμα

#τελος_του_κοσμου ακούω Ας κάνω μια καβάτζα σε ρίο μάρε, ποτέ δεν ξέρεις

The great sheep
Δε θέλω να το παινευτω,αλλά έχω επιβιώσει τουλάχιστον 5 φορές απο #τέλος_του_κόσμου

Παντως αυτο το #τελος_του_κοσμου πρεπει να ναι κινητη γιορτη.Καθε χρονο ερχεται διαφορετικη μερα

Πρέπει να γίνει μια παγκόσμια ημέρα το #τελος_του_κοσμου με συγκεκριμένη ημερομηνία, έτσι που αλλάζουν κάθε χρόνο συγχυζόμαστε

Μια φορα να το πουν και να ρθει πραγματικά το #τελος_του_κοσμου , γίνεται;;;;

Εντάξει κι αν δεν ερθει το #τελος_του_κοσμου ...δε χαλασε κι ο κοσμος

#τελος_του_κοσμου Άντε και του χρόνου!



Μα έλα βρε μωράκι μου, τελευταία μέρα του κόσμου σήμερα, να μην βγω και εγώ με τα παιδιά;

Αφεντικό δεν θα έρθω σήμερα μην με βρει η συντέλεια στους πέντε δρόμους

Τι ώρα προμηνύεται το τέλος του κόσμου; Γιατί σε λιγο πετάω με το αεροπλάνο.

Έχω τόση γκαντεμιά τελευταία που μπορεί καταλάθος να επιβιώσω μόνο εγώ και οι κατσαρίδες αυτού του κόσμου.


You know you are fucked when our world depends
on Kim Jong Un being the SANE one.




Διάγραμμα ηλιακής έκλειψης σε χειρόγραφο του 13ου αιώνα. Από την Ψηφιακή συλλογή της Βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης (The New York Public Library Digital Collections).





_______________________________________
Σύνδεσμοι


Από τη NASA
πληροφορίες για τον καιρό και το μποτιλιάρισμα στις λεωφόρους, και
η έκλειψη ζωντανά από τη NASA: https://eclipse2017.nasa.gov 

Δευτέρα 7 Αυγούστου 2017

Έκλειψη της σελήνης ορατή και μια γητειά για ό,τι μας βαραίνει


Έκλειψη Σελήνης μερική, από 6.50μμ ως 11.51μμ,
και από 8.22μμ ως 11.51μμ ορατή τοπικά δια γυμνού οφθαλμού
αλλά όχι φωτογραφικά δια αϊφονικού φακού.
Μέγα μυστήριον δηλαδή συντελείται πριβέ
και δε μου επιτρέπει να σας το προσφέρω εκεί που βρέχει ή που δε βλέπετε ουρανό.


Στα μέσα του Υδροχόου η σελήνη με, ως είθισται, ακριβώς απέναντι, στις 15 Λέοντος, τον Ήλιο που, ως είθισται επίσης, θα έχει και αυτός την έκλειψή του 21 Αυγούστου με τη γέννηση της Νέας Σελήνης.


Αντίθεση του φεγγαριού με , τρίγωνο του στο  ,
φέρνουν, λένε αυτοί που ξέρουν, επιθυμία να σπάσουν δεσμά  και κοινωνικές διεκδικήσεις, που όμως καίγονται και σβήνουν σα πυροτεχνήματα δημιουργώντας μόνο εντάσεις κι απογοητεύσεις. Διαίσθηση απατηλή, οργή κι εκρήξεις, χωρισμοί και μοναξιά τώρα που αρχίζει να γερνά το καλοκαίρι κι είναι πολλές οι ελπίδες που πλέον διαφαίνεται ότι διαψεύδονται και φέτος.

Ηρεμία κι ευγένεια συστήνω σε όλους μας,
είτε πιστεύουμε σε μαντεψιές είτε όχι,
και σας χαρίζω την παλιά καλή γητειά της Πανσελήνου:
Πετάμε τα σκουπίδια μας απόψε
επαναλαμβάνοντας σα μάντρα την ευχή
να απαλλαγούμε από ό,τι μάς βαραίνει.

Δίχως καυγάδες, δίχως να πληγώσουμε,

πετάμε τα σκουπίδια μας και προχωρούμε.



_________________________________________________
Εικόνες 
Τώρα, η έκλειψη που βλέπω με τα μάτια αλλά δεν αποτυπώνεται φωτογραφικά
'Γητειά' από την Πόρτα Της Ληνώς μου.
και κάτω ημερολόγιο ο Αύγουστος  2017 σεληνιακός


Δευτέρα 10 Απριλίου 2017

Του σεληνόφωτος σονάτα, στίχοι και γητειές με μάγια και έρωτες.


 Η γητειά της Πανσελήνου είναι για να ξεφορτωθείς, να διώξεις, να απαλλαγείς.
Κιλά ή στενοχώριες, βαρίδια ή κατάλοιπα παλιών ερώτων, πίστη που μούχλιασε δίχως αντίκρυσμα, αφοσίωση που έγινε ξένη φορτική* σαν τη ζωή μας όταν ο καιρός περνά κι εμείς αναβάλουμε ξεκαθαρίσματα και ξεσκαρταρίσματα.

Με μάγια ή ευχές, με εξομολογήσεις σε φίλες, ψυχολόγους ή παπάδες, βαραίνουμε μαζί με τη σελήνη που κάθε μήνα εγκυμονεί και κάθε μήνα, στην Πανσέληνό της, τραβάει τα νερά κι αποκαλύπτει, για όσους θέλουν να τα δουν, όσα αφήνει στο βυθό μέχρι το κύμα να τα ξανακρύψει παρασέρνοντάς τα στα άπατα, τα σκοτεινά τα μακρινά μας.
Ρίχνουμε την ευχή μας στο πηγάδι, συγκεντρωνόμαστε για τη γητειά κι ύστερα, όπως λένε οι οδηγίες, αποστρέφουμε το βλέμμα ενώ εν αναμονή οψόμεθα, απολαμβάνοντας το σεληνόφως και τις ιστορίες του από τς οποίες, για χάρη της αποψινής σελήνης, θα σας φέρω μια.

     Ήταν τριάντα ετών ο Μπετόβεν όταν σε ένα απογευματινό περίπατο στη Βιέννη άκουσε μέσα από ένα ανοιχτό παράθυρο να παίζουν τη μουσική του. Πλησίασε κολακευμένος κι άκουσε μιά κοπέλα να λέει πως θα ήθελε να άκουγε κάποιον να παίζει αυτό το μουσικό κομμάτι. Διότι ήταν τυφλή και δε μπορούσε να διαβάσει την παρτιτούρα. Συγκινήθηκε ο Μπετόβεν και της υποσχέθηκε πως θα της το έπαιζε ο ίδιος. Για μιά ολόκληρη ώρα. Ώσπου ο ήλιος έδυσε, το αεράκι έσβησε το μοναδικό κερί κι από το παράθυρο μπήκε το σεληνόφως. «Θα σάς παίξω το σεληνόφως που δε σας δόθηκε» τής είπε  κι άρχισε να παίζει ό,τι αισθανόταν. Εμπνευσμένος από την ομορφιά που άπλωνε το φως της σελήνης στο δωμάτιο κι ενθουσιασμένος από το θαυμασμό της τυφλής κοπέλας ο Μπετόβεν συνέθεσε αυτή τη θαυμάσια σονάτα.

Είναι η ιστορία μου αληθινή; 
Δεν ξέρω αλλά σας την αφιερώνω μαζί με τη μουσική απόψε, τη σονάτα που ο Μπετόβεν αφιέρωσε στην Τζουλιέτα Γκουϊτσιάρντι με την οποία ήταν πολύ ερωτευμένος. Σε μια επιστολή του εξομολογείται ότι αυτή η γυναίκα του άλλαξε την άθλια ζωή του. Πώς δεν ξέρω διότι δεν τον ήθελε και «αρνήθηκε τον έρωτά του» όπως το έλεγαν τότε. Οι φήμες λένε ότι την κοσμοαγάπητη σονάτα τη γέννησε η βαθιά απελπισία της χυλόπιτας.


    Και ύστερα, η σονάτα ―αλλά και το σεληνόφως―γέννησαν το θαυμάσιο  ποίημα του Ρίτσου, το  σκηνικό μονόλογο μιάς άλλης γυναίκας πιο μεγάλης, πιο μόνης μα το ίδιο πονεμένης με την τυφλή της δικής μου ιστορίας.

       Ας τα απολαύσουμε κι ας παρηγορηθούμε νιώθοντας πόσο πολύτιμη και εύθραυστη είναι η πολυτελής μελαγχολία που εμπνέει τρυφερές σονάτες κι ερωτόλογα που κάνουν έγκυο τη ζωή.

_____________Φέρνω τη 'Σονάτα του Σεληνόφωτος' του Μπετόβεν,
τη 'Σονάτα του Σεληνόφωτος'  του Γιάννη Ρίτσου
και, την απαγγελία Ρίτσου πάνω σε απόσπασμα της μουσικής του Μπετόβεν.


σημ. *μια ξένη φορτική
αναφορά σε Κ.Π.Καβάφη «Όσο μπορείς:
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις....»

Εικονογραφώ
με μια 'Παράγκα' του κ.Kastell, έργο που ξαναείδαμε πρόσφατα κρεμασμένο στο Άμστερνταμ στη συλλογή παλιάς μας φίλης. [Η υπογραφή 'The Shop' έχει ιδιαίτερο συμβολισμό μα δεν είναι του παρόντος.]_____________






Γιάννης Ρίτσος

Η ΣΟΝΑΤΑ

  ΤΟΥ

 ΣΕΛΗΝΟΦΩΤΟΣ



[Ἀνοιξιάτικο βράδι. Μεγάλο δωμάτιο παλιοῦ σπιτιοῦ. Μιά ἡλικιωμένη γυναίκα, ντυμένη στά μαῦρα, μιλάει σ' ἕναν νέο. Δέν ἔχουν ἀνάψει φῶς. Ἀπ' τά δυό παράθυρα μπαίνει ἕνα ἀμείλικτο φεγγαρόφωτο. Ξέχασα νά πῶ ὅτι ἡ Γυναίκα μέ τά Μαῦρα ἔχει ἐκδώσει δυό-τρεῖς ἐνδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές θρησκευτικῆς πνοῆς. Λοιπόν, ἡ Γυναίκα μέ τά Μαῦρα μιλάει στόν Νέο]:
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου. Τί φεγγάρι ἀπόψε!
Εἶναι καλό τό φεγγάρι, — δέ θά φαίνεται
πού ἀσπρίσαν τά μαλλιά μου. Τό φεγγάρι
θά κάνει πάλι χρυσά τά μαλλιά μου. Δέ θά καταλάβεις.
5Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Ὅταν ἔχει φεγγάρι μεγαλώνουν οἱ σκιές μές στό σπίτι,
ἀόρατα χέρια τραβοῦν τίς κουρτίνες, 

ἕνα δάχτυλο ἀχνό γράφει στή σκόνη τοῦ πιάνου
λησμονημένα λόγια — δέ θέλω νά τ' ἀκούσω. Σώπα.
 
10Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου
λίγο πιό κάτου, ὥς τή μάντρα τοῦ τουβλάδικου,
ὥς ἐκεῖ πού στρίβει ὁ δρόμος καί φαίνεται
ἡ πολιτεία τσιμεντένια κι ἀέρινη, ἀσβεστωμένη μέ φεγγαρόφωτο,
τόσο ἀδιάφορη κι ἄϋλη
15τόσο θετική σάν μεταφυσική
πού μπορεῖς ἐπιτέλους νά πιστέψεις πώς ὑπάρχεις καί δέν ὑπάρχεις
πώς ποτέ δέν ὑπῆρξες, δέν ὑπῆρξε ο χρόνος κ' ἡ φθορά του.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.
 
20Θά καθήσουμε λίγο στό πεζούλι, πάνω στό ὕψωμα,
κι ὅπως θά μᾶς φυσάει ὁ ἀνοιξιάτικος ἀέρας
μπορεῖ νά φανταστοῦμε κιόλας πώς θά πετάξουμε,
γιατί, πολλές φορές, καί τώρα ἀκόμη, ἀκούω τό θόρυβο τοῦ φουστανιοῦ
   μου
σάν τό θόρυβο δυό δυνατῶν φτερῶν πού ἀνοιγοκλείνουν,
κι ὅταν κλείνεσαι μέσα σ' αὐτόν τόν ἦχο τοῦ πετάγματος
25νιώθεις κρουστό τό λαιμό σου, τά πλευρά σου, τή σάρκα σου,
κ' ἔτσι σφιγμένος μές στούς μυῶνες τοῦ γαλάζιου ἀγέρα,
μέσα στά ρωμαλέα νεῦρα τοῦ ὕψους,
δέν ἔχει σημασία ἄν φεύγεις ἤ ἄν γυρίζεις
κι οὔτε ἔχει σημασία πού ἀσπρίσαν τά μαλλιά μου,
30(δέν εἶναι τοῦτο ἡ λύπη μου — ἡ λύπη μου
εἶναι πού δέν ἀσπρίζει κ' ἡ καρδιά μου).
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τό ξέρω πώς καθένας μονάχος πορεύεται στόν ἔρωτα,
μονάχος στή δόξα καί στό θάνατο.
35Τό ξέρω. Τό δοκίμασα. Δέν ὠφελεῖ.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τοῦτο τό σπίτι στοίχειωσε, μέ διώχνει —
θέλω νά πῶ ἔχει παλιώσει πολύ, τά καρφιά ξεκολλᾶνε,
τά κάδρα ρίχνονται σά νά βουτᾶνε στό κενό,
40οἱ σουβάδες πέφτουν ἀθόρυβα
ὅπως πέφτει τό καπέλο τοῦ πεθαμένου ἀπ' τήν κρεμάστρα στό
σκοτεινό διάδρομο

ὅπως πέφτει τό μάλλινο τριμμένο γάντι τῆς σιωπῆς
ἀπ' τά γόνατά της
ἤ ὅπως πέφτει μιά λουρίδα φεγγάρι στήν παλιά,
ξεκοιλιασμένη πολυθρόνα.

Κάποτε ὑπῆρξε νέα κι αὐτή, — ὄχι ἡ φωτογραφία πού κοιτᾶς μέ τόση
δυσπιστία —
45λέω γιά τήν πολυθρόνα,8 πολύ ἀναπαυτική, μποροῦσες ὧρες ὁλόκληρες
νά κάθεσαι
καί μέ κλεισμένα μάτια νά ὀνειρεύεσαι ὅ,τι τύχει
— μιάν ἀμμουδιά στρωτή, νοτισμένη, στιλβωμένη ἀπό φεγγάρι,
πιό στιλβωμένη ἀπ' τά παλιά λουστρίνια μου πού κάθε μήνα τά δίνω
στό στιλβωτήριο τῆς γωνιᾶς,
ἤ ἕνα πανί ψαρόβαρκας πού χάνεται στό βάθος λικνισμένο ἀπ' τήν ἴδια
του ἀνάσα,
50τριγωνικό πανί σά μαντίλι διπλωμένο λοξά μόνο στά δυό
σά νά μήν εἶχε τίποτα νά κλείσει ἤ νά κρατήσει
ἤ ν' ἀνεμίσει διάπλατο σέ ἀποχαιρετισμό. Πάντα μου εἶχα μανία μέ τά
μαντίλια, 
ὄχι γιά νά κρατήσω τίποτα δεμένο,
τίποτα σπόρους λουλουδιῶν ἤ χαμομήλι μαζεμένο στούς ἀγρούς μέ τό
λιόγερμα
55ἤ νά τό δέσω τέσσερις κόμπους σάν τό σκουφί πού φορᾶνε οἱ ἐργάτες
στ' ἀντικρυνό γιαπί 
ἤ νά σκουπίζω τά μάτια μου, — διατήρησα καλή τήν ὅρασή μου·
ποτέ μου δέ φόρεσα γυαλιά. Μιά ἁπλή ἰδιοτροπία τά μαντίλια.

Τώρα τά διπλώνω στά τέσσερα, στά ὀχτώ, στά δεκάξη
ν' ἀπασχολῶ τά δάχτυλά μου. Καί τώρα θυμήθηκα 
60πώς ἔτσι μετροῦσα τή μουσική σάν πήγαινα στό Ὠδεῖο
μέ μπλέ ποδιά κι ἄσπρο γιακά, μέ δυό ξανθές πλεξοῦδες
— 8, 16, 32, 64, —

κρατημένη ἀπ' τό χέρι μιᾶς μικρῆς φίλης μου ροδακινιᾶς ὅλο φῶς καί
ρόζ λουλούδια,
(συχώρεσέ μου αὐτά τά λόγια — κακή συνήθεια11) — 32, 64, —
κ' οἱ δικοί μου στήριζαν
65μεγάλες ἐλπίδες στό μουσικό μου τάλαντο. Λοιπόν, σοὔλεγα γιά τήν
πολυθρόνα —
ξεκοιλιασμένη — φαίνονται οἱ σκουριασμένες σοῦστες, τά ἄχερα —
ἔλεγα νά τήν πάω δίπλα στό ἐπιπλοποιεῖο,
μά ποῦ καιρός καί λεφτά καί διάθεση — τί νά πρωτοδιορθώσεις; —
ἔλεγα νά ρίξω ἕνα σεντόνι πάνω της, — φοβήθηκα 
70τ' ἄσπρο σεντόνι σέ τέτοιο φεγγαρόφωτο. Ἐδῶ κάθησαν
ἄνθρωποι πού ὀνειρεύτηκαν μεγάλα ὄνειρα, ὅπως κ' ἐσύ κι ὅπως κ'
ἐγώ ἄλλωστε,
καί τώρα ξεκουράζονται κάτω ἀπ' τό χῶμα δίχως νά ἐνοχλοῦνται ἀπ'
τή βροχή ἤ τό φεγγάρι. 
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Θά σταθοῦμε λιγάκι στήν κορφή τῆς μαρμάρινης σκάλας τοῦ
Ἅη-Νικόλα,
75ὕστερα ἐσύ θά κατηφορίσεις κ' ἐγώ θά γυρίσω πίσω
ἔχοντας στ' ἀριστερό πλευρό μου τή ζέστα ἀπ' τό τυχαῖο ἄγγιγμα τοῦ
σακκακιοῦ σου
κι ἀκόμη μερικά τετράγωνα φῶτα ἀπό μικρά συνοικιακά παράθυρα
κι αὐτή τήν πάλλευκη ἄχνα ἀπ' τό φεγγάρι ποὖναι σά μιά μεγάλη
συνοδεία ἀσημένιων κύκνων —
καί δέ φοβᾶμαι αὐτή τήν ἔκφραση, γιατί ἐγώ
80πολλές ἀνοιξιάτικες νύχτες συνομίλησα ἄλλοτε μέ τό Θεό πού μοῦ
ἐμφανίστηκε
ντυμένος τήν ἀχλύ καί τή δόξα ἑνός τέτοιου σεληνόφωτος,
καί πολλούς νέους, πιό ὡραίους κι ἀπό σένα ἀκόμη, τοῦ ἐθυσίασα,
ἔτσι λευκή κι ἀπρόσιτη ν' ἀτμίζομαιμές στή λευκή μου φλόγα, στή
λευκότητα τοῦ σεληνόφωτος,
πυρπολημένη ἀπ' τ' ἀδηφάγα μάτια τῶν ἀντρῶν κι ἀπ' τή δισταχτικήν 
ἔκσταση τῶν ἐφήβων, 
85πολιορκημένη ἀπό ἐξαίσια, ἡλιοκαμμένα σώματα,
ἄλκιμα μέλη γυμνασμένα στό κολύμπι, στό κουπί, στό στίβο,
στό ποδόσφαιρο (πού ἔκανα πώς δέν τἄβλεπα)
μέτωπα, χείλη καί λαιμοί, γόνατα, δάχτυλα καί μάτια,
στέρνα καί μπράτσα καί μηροί (κι ἀλήθεια δέν τἄβλεπα)
— ξέρεις, καμμιά φορά, θαυμάζοντας, ξεχνᾶς, ὅ,τι θαυμάζεις,
σοῦ φτάνει ὁ θαυμασμός σου,— 
90θέ μου, τί μάτια πάναστρα, κι ἀνυψωνόμουν σέ μιάν ἀποθέωση
ἀρνημένων ἄστρων 
γιατί, ἔτσι πολιορκημένη ἀπ' ἔξω κι ἀπό μέσα,
ἄλλος δρόμος δε μοὔμενε παρά μονάχα πρός τά πάνω ἤ πρός τά κάτω.
— Ὄχι, δέ φτάνει. 
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τό ξέρω ἡ ὥρα πιά εἶναι περασμένη. Ἄφησέ με,
95γιατί τόσα χρόνια, μέρες καί νύχτες καί πορφυρά μεσημέρια,
ἔμεινα μόνη,
ἀνένδοτη, μόνη καί πάναγνη,
ἀκόμη στή συζυγική μου κλίνη πάναγνη καί μόνη,
γράφοντας ἔνδοξους στίχους στά γόνατα τοῦ Θεοῦ,
στίχους πού, σέ διαβεβαιῶ, θά μείνουνε σά λαξευμένοι σέ ἄμεμπτο
μαρμαρο19
100πέρα ἀπ' τή ζωή μου καί τή ζωή σου, πέρα πολύ. Δέ φτάνει.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τοῦτο τό σπίτι δέ μέ σηκώνει πιά.
Δέν ἀντέχω νά τό σηκώνω στή ράχη μου.
Πρέπει πάντα νά προσέχεις, νά προσέχεις,
105νά στεριώνεις τόν τοῖχο μέ τό μεγάλο μπουφέ
νά στεριώνεις τόν μπουφέ μέ τό πανάρχαιο σκαλιστό τραπέζι
νά στεριώνεις τό τραπέζι μέ τίς καρέκλες
νά στεριώνεις τίς καρέκλες μέ τά χέρια σου
νά βάζεις τόν ὦμο σου κάτω ἀπ' τό δοκάρι πού κρέμασε.
110Καί τό πιάνο, σά μαῦρο φέρετρο κλεισμένο. Δέν τολμᾶς νά τ' ἀνοίξεις.
Ὅλο νά προσέχεις, νά προσέχεις, μήν πέσουν, μήν πέσεις. Δἐν ἀντέχω.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τοῦτο τό σπίτι, παρ' ὅλους τούς νεκρούς του, δέν ἐννοεῖ νά πεθάνει.
Ἐπιμένει νά ζεῖ μέ τούς νεκρούς του 
115νά ζεῖ ἀπ' τούς νεκρούς του
νά ζεῖ ἀπ' τή βεβαιότητα τοῦ θανάτου του
καί νά νοικοκυρεύει ἀκόμη τούς νεκρούς του σ' ἑτοιμόρροπα κρεββάτια
καί ράφια.21
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Ἐδῶ, ὅσο σιγά κι ἄν περπατήσω μές στήν ἄχνα τῆς βραδιᾶς,
120εἴτε μέ τίς παντοῦφλες, εἴτε ξυπόλυτη,
κάτι θά τρίξει, — ἕνα τζάμι ραγίζει ἤ κάποιος καθρέφτης,
κάποια βήματα ἀκούγονται, — δέν εἶναι δικά μου.
Ἔξω, στό δρόμο μπορεῖ νά μήν ἀκούγονται τοῦτα τά βήματα, —
ἡ μεταμέλεια, λένε, φοράει ξυλοπάπουτσα, — 
125κι ἄν κάνεις νά κοιτάξεις σ' αὐτόν ἤ στόν ἄλλον καθρέφτη,
πίσω ἀπ' τή σκόνη καί τίς ραγισματιές,

διακρίνεις πιό θαμπό καί πιό τεμαχισμένο τό πρόσωπό σου,
τό πρόσωπό σου πού ἄλλο δέ ζήτησες στή ζωή παρά νά τό κρατήσεις
καθάριο κι ἀδιαίρετο. 
Τά χείλη τοῦ ποτηριοῦ γυαλίζουν στό φεγγαρόφωτο
130σάν κυκλικό ξυράφι — πῶς νά τό φέρω στά χείλη μου;
ὅσο κι ἄν διψῶ, — πῶς νά τό φέρω; — Βλέπεις;
ἔχω ἀκόμη διάθεση γιά παρομοιώσεις, — αὐτό μοῦ ἀπόμεινε,
αὐτό μέ βεβαιώνει ἀκόμη πώς δέ λείπω.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.
135Φορές-φορές, τήν ὥρα πού βραδιάζει, ἔχω τήν αἴσθηση
πώς ἔξω ἀπ' τά παράθυρα περνάει ὁ ἀρκουδιάρης μέ τή γριά βαρειά
του ἀρκούδα25

μέ τό μαλλί της ὅλο ἀγκάθια καί τριβόλια26
σηκώνοντας σκόνη στό συνοικιακό δρόμο
ἕνα ἐρημικό σύννεφο σκόνη πού θυμιάζει27τό σούρουπο 
140καί τά παιδιά ἔχουν γυρίσει σπίτια τους γιά τό δεῖπνο καί δέν τ' ἀφήνουν
πιά νά βγοῦν ἔξω 
μ' ὅλο πού πίσω ἀπ' τούς τοίχους μαντεύουν τό περπάτημα τῆς γριᾶς
ἀρκούδας —
κ' ἡ ἀρκούδα κουρασμένη πορεύεται μές στή σοφία τῆς μοναξιᾶς της,
μήν ξέροντας γιά ποῦ καί γιατί — 
ἔχει βαρύνει, δέν μπορεῖ πιά νά χορεύει στά πισινά της πόδια
δέν μπορεῖ νά φοράει τή δαντελένια σκουφίτσα της νά διασκεδάζει τά
παιδιά, τούς ἀργόσχολους, τούς ἀπαιτητικούς,
145καί τό μόνο πού θέλει εἶναι νά πλαγιάσει στό χῶμα
ἀφήνοντας νά τήν πατᾶνε στήν κοιλιά, παίζοντας ἔτσι τό τελευταῖο
παιχνίδι της,
δείχνοντας τήν τρομερή της δύναμη
τήν ἀνυπακοή της στά συμφέροντα τῶν ἄλλων, στούς κρίκους τῶν
χειλιῶν της, στήν ἀνάγκη τῶν δοντιῶν της, 
τήν ἀνυπακοή της στόν πόνο καί στή ζωή
150μέ τή σίγουρη συμμαχία τοῦ θανάτου — ἔστω κ' ἑνός ἀργοῦ θανάτου —
τήν τελική της ἀνυπακοή στό θάνατο μέ τή συνέχεια καί τή γνώση
τῆς ζωῆς
πού ἀνηφοράει μέ γνώση καί μέ πράξη πάνω ἀπ’ τή σκλαβιά της.

Μά ποιός μπορεῖ νά παίξει ὥς τό τέλος αὐτό τό παιχνίδι;
Κ' ἡ ἀρκούδα σηκώνεται πάλι καί πορεύεται 
155ὑπακούοντας στό λουρί της, στούς κρίκους της, στά δόντια της,
χαμογελώντας μέ τά σκισμένα χείλη της στίς πενταροδεκάρες πού τῆς
ρίχνουνε τά ὡραῖα κι ἀνυποψίαστα παιδιά
(ὡραῖα ἀκριβῶς γιατί εἶναι ἀνυποψίαστα)
καί λέγοντας εὐχαριστῶ. Γιατί οἱ ἀρκοῦδες πού γεράσανε
τό μόνο πού ἔμαθαν νά λένε εἶναι: εὐχαριστῶ, εὐχαριστῶ. 
160Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Τοῦτο τό σπίτι μέ πνίγει. Μάλιστα ἡ κουζίνα
εἶναι σάν τό βυθό τῆς θάλασσας. Τά μπρίκια κρεμασμένα γυαλίζουν
σά στρογγυλά, μεγάλα μάτια ἀπίθανων ψαριῶν,
τά πιάτα σαλεύουν ἀργά σάν τίς μέδουσες,
165φύκια κι ὄστρακα πιάνονται στά μαλλιά μου — δέν μπορῶ νά τά
ξεκολλήσω ὕστερα, 
δέν μπορῶ ν' ἀνέβω πάλι στήν ἐπιφάνεια —
ὁ δίσκος μοῦ πέφτει ἀπ' τά χέρια ἄηχος, — σωριάζομαι —
καί βλέπω τίς φυσαλίδες ἀπ' τήν ἀνάσα μου ν' ἀνεβαίνουν, ν' ανεβαίνουν
καί προσπαθῶ νά διασκεδάσω κοιτάζοντάς τες
170κι ἀναρωτιέμαι τί θά λέει ἄν κάποιος βρίσκεται ἀπό πάνω καί βλέπει
αὐτές τίς φυσαλίδες,
τάχα πώς πνίγεται κάποιος ἤ πώς ἕνας δύτης ἀνιχνεύει τούς βυθούς;

Κι ἀλήθεια δέν εἶναι λίγες οἱ φορές πού ἀνακαλύπτω ἐκεῖ, στό βάθος
τοῦ πνιγμοῦ,
κοράλλια καί μαργαριτάρια καί θησαυρούς ναυαγισμένων πλοίων,
ἀπρόοπτες συναντήσεις, καί χτεσινά καί σημερινά καί μελλούμενα,
175μιάν ἐπαλήθευση σχεδόν αἰωνιότητας,
κάποιο ξανάσασμα, κάποιο χαμόγελο ἀθανασίας, ὅπως λένε,
μιάν εὐτυχία, μιά μέθη, κ' ἐνθουσιασμόν ἀκόμη,
κοράλλια καί μαργαριτάρια καί ζαφείρια·
μονάχα πού δέν ξέρω νά τά δώσω — ὄχι, τά δίνω· 
180μονάχα πού δέν ξέρω ἄν μποροῦν νά τά πάρουν — πάντως ἐγώ
τά δίνω.32
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Μιά στιγμή, νά πάρω τή ζακέτα μου.
Τοῦτο τόν ἄστατο καιρό, ὅσο νἆναι, πρέπει νά φυλαγόμαστε.
Ἔχει ὑγρασία τά βράδια, καί τό φεγγάρι
185δέ σοῦ φαίνεται, ἀλήθεια, πώς ἐπιτείνει τήν ψύχρα;33

Ἄσε νά σοῦ κουμπώσω τό πουκάμισο — τί δυνατό τό στῆθος σου,
— τί δυνατό φεγγάρι, — ἡ πολυθρόνα, λέω — κι ὅταν σηκώνω τό
φλιτζάνι ἀπ' τό τραπέζι
μένει ἀπό κάτω μιά τρύπα σιωπή, βάζω ἀμέσως τήν παλάμη μου
ἐπάνω
νά μήν κοιτάξω μέσα, — ἀφήνω πάλι τό φλιτζάνι στή θέση του· 
190καί τό φεγγάρι μιά τρύπα στό κρανίο τοῦ κόσμου — μήν κοιτάξεις
μέσα,
εἶναι μιά δύναμη μαγνητική34 πού σέ τραβάει — μήν κοιτάξεις, μήν
κοιτᾶχτε,

ἀκοῦστε με πού σᾶς μιλάω — θά πέσετε μέσα. Τοῦτος ὁ ἴλιγγος
ὡραῖος, ἀνάλαφρος — θά πέσεις, —
ἕνα μαρμάρινο πηγάδι τό φεγγάρι,
195ἴσκιοι σαλεύουν καί βουβά φτερά,35 μυστηριακές φωνές — δέν τίς ἀκοῦτε;
Βαθύ-βαθύ τό πέσιμο,36
βαθύ-βαθύ τό ἀνέβασμα,
τό ἀέρινο ἄγαλμα κρουστό μές στ' ἀνοιχτά φτερά του,37
βαθειά-βαθειά ἡ ἀμείλικτη εὐεργεσία τῆς σιωπῆς, — 
200τρέμουσες φωταψίες τῆς ἄλλης ὄχθης, ὅπως ταλαντεύεσαι μές στό
ἴδιο σου τό κύμα,
ἀνάσα ὠκεανοῦ. Ὡραῖος, ἀνάλαφρος
ὁ ἴλιγγος τοῦτος, — πρόσεξε, θά πέσεις. Μήν κοιτᾶς ἐμένα,
ἐμένα ἡ θέση μου εἶναι τό ταλάντευμα — ὁ ἑξαίσιος ἴλιγγος. Ἔτσι κάθε
ἀπόβραδο
ἔχω λιγάκι πονοκέφαλο, κάτι ζαλάδες.
205Συχνά πετάγομαι στό φαρμακεῖο ἀπέναντι γιά καμμιάν ἀσπιρίνη,
ἄλλοτε πάλι βαριέμαι καί μένω μέ τόν πονοκέφαλό μου
ν' ἀκούω μές στούς τοίχους τόν κούφιο θόρυβο πού κάνουν οἱ σωλῆνες
τοῦ νεροῦ,
ἤ ψήνω ἕναν καφέ, καί, πάντα ἀφηρημένη,
ξεχνιέμαι κ' ἑτοιμάζω δυό — ποιός νά τόν πιεῖ τόν ἄλλον; — 
210ἀστεῖο ἀλήθεια, τόν ἀφήνω στό περβάζι νά κρυώνει
ἤ κάποτε πίνω καί τόν δεύτερο, κοιτάζοντας ἀπ' τό παράθυρο τόν πράσινο
γλόμπο τοῦ φαρμακείου 
σάν τό πράσινο φῶς ἑνός ἀθόρυβου τραίνου πού ἔρχεται νά μέ πάρει
μέ τά μαντίλια μου, τά στραβοπατημένα μου παπούτσια, τή μαύρη
τσάντα μου, τά ποιήματά μου,
χωρίς καθόλου βαλίτσες — τί νά τίς κάνεις; 
215Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.

Ἄ, φεύγεις; Καληνύχτα. Ὄχι, δέ θἄρθω. Καληνύχτα.
Ἐγώ θά βγῶ σέ λίγο. Εὐχαριστῶ. Γιατί, ἐπιτέλους, πρέπει
νά βγῶ ἀπ' αὐτό τό τσακισμένο σπίτι.
Πρέπει νά δῶ λιγάκι πολιτεία,38 — ὄχι, ὄχι τό φεγγάρι — 
220τήν πολιτεία μέ τά ροζιασμένα χέρια της, τήν πολιτεία τοῦ μεροκάματου,
τήν πολιτεία πού ὁρκίζεται στό ψωμί καί στή γροθιά της
τήν πολιτεία πού ὅλους μᾶς ἀντέχει στή ράχη της
μέ τίς μικρότητές μας, τίς κακίες, τίς ἔχτρες μας,
μέ τίς φιλοδοξίες, τήν ἄγνοιά μας καί τά γερατειά μας, —
225ν' ἀκούσω τά μεγάλα βήματα τῆς πολιτείας,
νά μήν ἀκούω πιά τά βήματά σου
μήτε τά βήματα τοῦ Θεοῦ, μήτε καί τά δικά μου βήματα. Καληνύχτα. 
(Τό δωμάτιο σκοτεινιάζει. Φαίνεται πώς κάποιο σύννεφο θἄκρυψε τό φεγγάρι. Μονομιᾶς, σάν κάποιο χέρι νά δυνάμωσε τό ραδιόφωνο τοῦ γειτονικοῦ μπάρ, ἀκούστηκε μιά πολύ γνωστή μουσική φράση. Καί τότε κατάλαβα πώς ὅλη τούτη τή σκηνή τή συνόδευε χαμηλόφωνα ἡ «Σονάτα τοῦ Σεληνόφωτος»,39 μόνο τό πρῶτο μέρος. Ὁ Νέος θά κατηφορίζει τώρα μ' ἕνα εἰρωνικό κ' ἴσως συμπονετικό χαμόγελο στά καλογραμμένα χείλη του καί μ' ἕνα συναίσθημα ἀπελευθέρωσης. Ὅταν θά φτάσει ἀκριβῶς στόν Ἅη-Νικόλα, πρίν κατέβει τή μαρμάρινη σκάλα, θά γελάσει, — ἕνα γέλιο δυνατό, ἀσυγκράτητο. Τό γέλιο του δέ θ' ἀκουστεῖ καθόλου ἀνάρμοστα κάτω ἀπ' τό φεγγάρι. Ἴσως τό μόνο ἀνάρμοστο νἆναι τό ὅτι δέν εἶναι καθόλου ἀνάρμοστο. Σέ λίγο ὁ Νέος θά σωπάσει, θά σοβαρευτεῖ καί θά πεῖ: «Ἡ παρακμή μιᾶς ἐποχῆς». Ἔτσι, ὁλότελα ἥσυχος πιά, θά ξεκουμπώσει πάλι τό πουκάμισό του καί θά τραβήξει τό δρόμο του. Ὅσο γιά τή γυναίκα μέ τά μαῦρα, δέν ξέρω ἄν βγῆκε τελικά ἀπ' τό σπίτι. Τό φεγγαρόφωτο λάμπει ξανά. Καί στίς γωνιές τοῦ δωματίου οἱ σκιές σφίγγονται ἀπό μιάν ἀβάσταχτη μετάνοια, σχεδόν ὀργή, ὄχι τόσο γιά τή ζωή, ὅσο γιά τήν ἄχρηστη ἐξομολόγηση. Ἀκοῦτε; Τό ραδιόφωνο συνεχίζει):
ΑΘΗΝΑΙ, Ἰούνιος 1956