Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

Καρκίνος― ας μιλήσουμε ανοιχτά όπως η Λιόπη Αμπατζή


Για τη δική μου εμπειρία καρκίνου εδώ δεν έχω γράψει ποτέ. Επίτηδες παρότι αυτά που αποκόμισα είναι πολλά και οι απόψεις μου  καθαρά σχηματισμένες. Έχοντας ελάχιστη ανοχή για ευφημισμούς, υπεκφυγές και ψέματα γνωρίζω από πριν ότι θα με ενοχλούσε πολύ όποιος σχολίαζε περί 'επαράτου' ή σύστηνε θετική σκέψη με κάθε είδους σαλάτες (πνευματιστικές ή φυτικές) που θεωρεί θεραπευτικές. 
Ο καρκίνος με άλλαξε πολύ, μου έμαθε τον εαυτό μου καλύτερα, καλλιέργησε μέσα μου συμπόνια κι ανοχή που δεν είχα και, μαζί με άλλα πολλά που κατάλαβα, δυνάμωσε το φανατισμό μου για την απόλυτη προτεραιότητα της αντιμετώπισης του πόνου. Ο καρκίνος σ' εμένα έφερε πλούσια δώρα και φεύγοντας μου άφησε ισόβιο σύντροφο το Θάνατο, με τον οποίο ζω έναν έρωτα απόλυτο δέκα χρόνια τώρα και τη ζωή δίχως αυτόν  στο πλάι μου πια ούτε που τη θυμάμαι.
Παραπάνω για τη δική μου εμπειρία τώρα και εδώ δε θα πω. 
Κάθε ασθενής πιστεύω είναι μοναδική περίπτωση όπως κι η εμπειρία του αλλά ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε σήμερα ως κοινωνία την αρρώστια συχνά είναι ολέθριος.
Την περασμένη Κυριακή η φίλη Ανθρωπολόγος Λιόπη Αμπατζή συμμετείχε μιλώντας ανοιχτά για τη δική της εμπειρία σε μια ενημερωτική εκδήλωση και ανοιχτή συζήτηση με (ειδικούς στο θέμα) γιατρούς. Δεν είμαστε ούτε ήρωες ούτε θύματα, είπε, «σας παρακαλώ και προσκαλώ να μιλάτε δημόσια για τον Πόνο, το Φόβο, ειδικά τις μέρες που ζούμε... ο φόβος σπάει στο δρόμο, μαζί με τους άλλους. Το να μιλάμε ανοιχτά για αυτά που μας πονάνε είναι μια γιορτή της ζωής, ένα ξόρκι της φθοράς».
Ιδού κι ολόκληρο το κείμενο της ομιλίας της,

χαρείτε το:

Αφού σας καλημερίσω κι εγώ με τη σειρά μου, θέλω να ευχαριστήσω το σύλλογό σας για την τιμή που μου κάνει να με καλέσει στο νησί της Χαράς να μιλήσω για τον πόνο σε μια γιορτή της ζωής.
Η δική μου παρουσία σε αυτό το πάνελ που κυριαρχείται από ιατρούς και ειδικούς είναι “περίεργη”, ασυνήθιστη και θέλω να την εξηγήσω και να την υποστηρίξω. Δεν είμαι εδώ ως ιατρικό περιστατικό, δεν είμαι εδώ ως ηρωίδα, δεν είμαι εδώ ως παράδειγμα. Είμαι εδώ όμως γιατί δεν είμαι φάντασμα. Είμαι εδώ με σάρκα και οστά, να δώσω μήνυμα ζωής. Ήρθα να σταθώ μπροστά σας για να διεκδικήσω χώρο, χρόνο και λέξεις, να μιλήσω όχι για τα ιατρικά ζητήματα, αλλά τα κοινωνικά, που σχετίζονται με την ασθένεια. Αυτό λείπει. Λείπει το βίωμα του καρκίνου, λείπουν τα λόγια της ασθενούς, λείπουν τα συναισθήματα, τα σώματα, τα βλέμματα μας. Με άλλα λόγια λείπουμε από το διάλογο εμείς, οι καρκινοπαθείς.
 Ο καρκίνος του μαστού δεν είναι μια σύγχρονη ασθένεια. Είναι γνωστή από τα αρχαία χρόνια. Έχουμε αιγυπτιακούς πάπυρους που καταγράφονται περιπτώσεις που αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά. Έχουμε θεωρίες για τις αιτίες του καρκίνου διατυπωμένες από τον Ιπποκράτη, τον Αριστοτέλη, το Σωρανό, το Γαληνό και άλλους και μέχρι τον 7ο μΧ αιώνα έχουμε ένα πλούσιο σώμα πηγών ιατρικής φιλολογίας σχετικά με το ζήτημα. Τα τελευταία 350 χρόνια της καταγεγραμμένης ιατρικής ο καρκίνος του μαστού έχει σταθερή παρουσία ... Έτσι μπροστά στον εντυπωσιακό όγκο πληροφορίας, καταγραμμένης ιστορίας η σημερινή συνάντηση για την ενημέρωση ακούγεται κάπως “σαν την ανακάλυψη της Αμερικής”... ωστόσο αυτό που σίγουρα έχει αλλάξει στον 20 και 21 αιώνες είναι η αύξηση της συχνότητας της εμφάνισης αλλά και το ανησυχητικό κατέβασμα της ηλικίας των ασθενών με καρκίνο. Δεν είναι της παρούσης να συζητήσουμε τα αίτια αυτής της εξέλιξης. Ας σταθούμε στο γεγονός κι ας ανοίξουμε τα αφτιά μας και τις ψυχές μας να ακούσουμε και να μιλήσουμε για το βίωμα, την εμπειρία του καρκίνου.Και μιλώ για το ίδιο το βίωμα της ασθένειας, που είναι ένα ολόκληρο ταξίδι, μια Οδύσσεια, με Κύκλωπες, με συμπληγάδες πέτρες, με φουρτούνες, με μπουνάτσες, με λιμάνια και πέλαγα... και ο προορισμός αβέβαιος.
Το δικό μου ταξίδι ξεκίνησε στις 8/10/2009, πριν από 4 χρόνια Ήταν ένας χρόνος ακριβώς από την ταφή του πατέρα μου, όταν έμαθα ότι είχα καρκίνο του μαστού, πριν καλά καλά με εξετάσουν. Είχα πάει στο νοσοκομείο για ένα γενικό έλεγχο γιατί σχεδιάζαμε με το σύντροφό μου, να κάνουμε παιδί. Κατάπια τα δάκρυά μου αλλά τα μάτια μου -είχα την αίσθηση- ότι έμειναν ορθάνοιχτα, γουρλωμένα για μήνες μετά. Η κούρσα της –δήθεν- ψυχραιμίας είχε μόλις αρχίσει. Γι αυτή την ψυχραιμία, τη “δύναμη”, την καρτερία, ήρθα να σας μιλήσω σήμερα. Προχθές, Καθώς περιδιάβαινα τα σοκάκια της Χώρας, μπήκα σε μία εκκλησιά κι ένας κύριος που ήταν εκεί μου χάρισε το ημερολόγιο του 2014 αφιερωμένο στον Άγιο Φανούριο. Ξεφυλλίζοντας το ημερολόγιο διάβασα την ιστορία του Αγ. Φανουρίου και της σχετικής αγιογραφίας του 15ου αιώνα. Όπως συνηθιζόταν τότε, στο κέντρο απεικονίζεται ο νεαρός Φανούριος, όμορφος και θαλερός, και γύρω γύρω 12 σκηνές του μαρτυρίου , όπου σε όλες, ο βασανιζόμενος διατηρούσε μια έκφραση γαλήνης και ηρεμίας παρά τα φριχτά βασανιστήρια. Επηρεασμένη από την ομιλία που είχα στα σκαριά, σύνδεσα την εικόνα του μαρτυρίου, την ήρεμη έκφραση του Αγίου, με την καρτερικότητα και τη δύναμη ψυχής που καλούνται να δείξουν οι ασθενείς του καρκίνου. Η εικόνα του βασανιζόμενου από τις θεραπείες καρκινοπαθή που παρηγορεί στωικά τους γύρω του κυριαρχεί στη φαντασίωσή μας για τη νόσο. Αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι. Εδώ δεν πρόκειται για μάρτυρες της πίστης ούτε για εμπνευσμένους ήρωες, αλλά για ανθρώπους καθημερινούς, που μας “έκατσε η στραβή”. Είμαι σίγουρη ότι όποια από μας είχε επιλογή θα τον αρνιόταν τον καρκίνο. Η επωδός “δύναμη” και “ηθικό υψηλό” που μας συνοδεύει στις μικρές ή μεγάλες θεραπευτικές τελετουργίες, ηχούσε και ηχεί στα αφτιά μου σχεδόν σα βρισιά. Την ώρα που ο ουρανός σου πέφτει στο κεφάλι, την ώρα που η ζωή σου ανατρέπεται, είναι απάνθρωπο να σου ζητούν- κι ο εαυτός σου μεταξύ άλλων- να δείχνεις δυνατή. Ωστόσο κι εγώ υπακούοντας στις συμβάσεις και τις νόρμες, προσπάθησα να φανώ όσο πιο δυνατή μπορούσα.
Ανέλαβα μόνη μου λοιπόν τα πρακτικά της νόσου, μιλούσα μόνο για τα διαδικαστικά και διεκπεραίωνα εξετάσεις, χειρουργεία και χημειοθεραπείες κι έτσι νόμιζα ότι ήμουν δυνατή. Νόμιζα ακόμα ότι δε μ’ ένοιαζε το στήθος, ήταν εξάλλου το δεξί, ειδικά αυτό δε μου άρεσε ποτέ καθόλου. Δε με ένοιαζαν τα μαλλιά. Ξαναβγαίνουν. Δε σκέφτηκα τον πόνο. Δε με ένοιαζε ο θάνατος, όλοι μια μέρα θα πεθάνουμε. Νόμιζα ότι δε θα με ένοιαζαν. Πάνω από 4 μήνες μέτραγα τις πεσμένες τρίχες στο μαξιλάρι, το πάτωμα, στα χαρτιά μου, στα δάχτυλά μου ανάμεσα με πόνο ψυχής. Θρήνησα το δεξί μου χέρι σα νεκρό αδελφό πριν αλλά και μετά το δεύτερο χειρουργείο (μασχαλιαίοι λεμφαδένες). Πρόσεχα το κουφάρι που κρεμόταν στη θέση του χεριού μου ως βρέφος, να μην κρυώσει, να μην καεί, να μην κοπεί, να μη το πλακώσω στον ύπνο μου. Όταν το χέρι μου σιγά σιγά ξαναγύρισε στην καθημερινότητα η αριστερή μου πλευρά, χέρια, πλάτη, πόδια ήταν διαλυμένη.
Αφού τέλειωσαν όλα αυτά βυθίστηκα στην κατάθλιψη. Πρώτα πρώτα χάθηκε η ξενοιασιά. Στο πρώτο ξύπνημα μετά τα νέα. Και ναι, εγώ η αγχωμένη μαλακία, συνειδητοποίησα πόσο ξένοιαστη ζωή είχα πριν τον καρκίνο, απλά δεν το ήξερα τότε. Μετά τον καρκίνο όλες οι συμφορές με αφορούσαν προσωπικά, όλα τα άγχη ήταν δικά μου. Όταν τέλειωσε αυτή η φάση ένιωθα ότι δεν είχα άλλο χρόνο. Και μέλλον. Και όνειρα. Είχα μόνο βάρη. Και πόνο. Ο πόνος όμως μούδιασε τις αισθήσεις μου, κι έτσι για να μην πονώ δεν ένιωθα. Και μετά ήρθε η απελπισία. Έχασα τη μνήμη μου. Δε θυμόμουνα ποια ήμουνα, τι ήθελα, τι έκανα και πώς το έκανα, έψαχνα αγωνιωδώς μέσα μου να βρω το παρελθόν για να φτιάξω λίγο μέλλον. Ο χρόνος είχε παγώσει, ούτε μπρος ούτε πίσω, μονάχα το τρομαχτικό παρόν του καρκίνου. Ότι μέλλον στηνόταν μπροστά μου γέμιζε από τάφους και θάνατο. Μου έδειχνε ο σύντροφός μου στην αυλή ένα κλαράκι αμπέλι ίσα μέ ένα μέτρο μήκος και φανταζόταν κληματαριά. Εγώ φανταζόμουνα το μνημόσυνό μου κάτω από την κληματαριά. Ναι, το μέλλον θα ερχόταν χωρίς εμένα. Έτσι πενθούσα τη ζωή που δε θα ζούσα μιας και είχα ξεχάσει τη δική μου τη ζωή, έστω και για να την πενθήσω. Ωστόσο, για όλα αυτά δεν γινόταν ούτε λόγος. Μόνη μου, βουβή και ΔΥΝΑΤΗ τα περνούσα.
Μετά ήρθε η μετάσταση. Για 2 ολόκληρα χρόνια μηχανευόμουν τερτίπια για να αποφύγω τη διάγνωση. Μέχρι, που ένα τροχαίο ατύχημα , με καθήλωσε με φοβερούς πόνους στο κρεβάτι και οι αναπόφευκτες πια εξετάσεις επιβεβαίωσαν αυτό που ήδη ήξερα. Τότε και μόνο τότε, όταν ήμουν ανήμπορη στο κρεβάτι, τότε κατάλαβα ότι “τούτο το τέρας, το σώμα, αυτό το θαύμα, ο πόνος του”, μέρα και νύχτα εκδηλώνεται, πεινάει, διψάει, κρυώνει, ζεσταίνεται, χορταίνει, αρρωσταίνει, ικανοποιείται, φθείρεται κι αντιστέκεται στη φθορά, μέχρι την τελική αποχώρησή του. Σκλάβος ο νους και η ψυχή στην καθημερινή επιβίωση του σώματος, στις μάχες που δίνει για να διατηρήσει σταθερή τη θερμοκρασία του, την κυκλοφορία των υγρών του, κλπ κλπ.. Κατάλαβα στο πετσί μου, αυτό που ως ανθρωπολόγος δίδασκα, ότι μέσω του σώματος υπάρχουμε στον κόσμο, άλλος τρόπος δεν υπάρχει. Έτσι ανασκουμπώθηκα. Να φτιάξω το σώμα. Να το φροντίσω. Να το αγαπήσω. Να μην το φοβάμαι. Να το ακούω. Να του μιλάω. Να μην το διατάζω ή το εξαντλώ. Να μιλώ γι' αυτό και τις μάχες του, να το τιμώ.
Η ασθένεια είναι μεγάλο εξομολογητήριο και στις κουβέντες του ασθενή υπάρχει ένα παιδιάστικο θάρρος. Λέγονται πράγματα κι εκστομίζονται αλήθειες που η όλο προφυλάξεις αξιοπρέπεια της υγείας κρατά κρυφά, έγραφε η Virginia Woolf, στο δοκίμιο πώς είναι να είσαι άρρωστος. Όταν άρχισα να μιλώ για τον πόνο, και να απαιτώ να με ακούσουν αλλά και να μου μιλήσουν οι δικοί μου, άρχισα να γιατρεύομαι. Και συνειδητοποίησα ότι βουβή με κρατούσε ο φόβος, άρρωστη ο τρόμος να αντιμετωπίσω την αλήθεια; ότι έπαθα καρκίνο, ενώ δεν βόλευε καθόλου τότε, όπως ήμουν νιόπαντρη, με καριέρα, με σχέδια... πώς τόλμησε το σώμα να με προδώσει, να με ακυρώσει, να φτύσει στα μούτρα μου τα προγράμματά μου.... όταν άρχισα να ξετυλίγω το κουβάρι της ασθένειας είδα ότι είχε πολλούς κόμπους. Κόμποι ήταν οι σιωπές: τα κλάματα που δεν έκλαψα, τα ουρλιαχτά που δεν ούρλιαξα, τα πράγματα που δεν έσπασα. Κι άρχισα τις εξομολογήσεις, όπως σήμερα, που με το παιδιάστικο θάρρος, στέκομαι μπροστά σας και σας παρακαλώ και προσκαλώ να μιλάτε δημόσια για τον Πόνο, το Φόβο, ειδικά τις μέρες που ζούμε... ο φόβος σπάει στο δρόμο, μαζί με τους άλλους. Το να μιλάμε ανοιχτά για αυτά που μας πονάνε είναι μια γιορτή της ζωής, ένα ξόρκι της φθοράς, μια πραγματική δύναμη που δίνουμε στους άλλους- και παίρνουμε από αυτούς. Είναι πολιτική πράξη. Για μένα είναι πια καθήκον. Ευχαριστώ.
___________________________________________________

Η ομιλία της Λιόπης Αμπατζή που δόθηκε στο Δημοτικό Πολιτιστικό Κέντρο Μυκόνου την Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013, δημοσιεύεται και στο   left.gr
Ως απόδειξη του πόσο δύσκολο είναι να καταφέρουμε τα ελληνικά ΜΜΕ να σταματήσουν να μιλούν για 'κακιά αρρώστια' κι 'επάρατο' ακόμα και μπροστά σε καρκινοπαθή που κάνει καμπάνια για να ζητήσει ακριβώς αυτό: να πούμε τον Καρκίνο με το όνομά του. Είναι αηδιαστικό αλλά σας ομολογώ πως έχοντας πικρή πείρα, γέλασα και (όχι σε όλο αλλά στα πρώτα λεπτά με τρεις γνωστές παρουσιάστριες) ελπίζω απομυθοποιώντας την ασθένεια να γελάσετε κι εσείς με την ηλιθιότητα: Ας πούμε απιτέλους το όνομά του

Εικόνα
Η Λιόπη Αμπατζή στην Εφημερίδα Των Συντακτών



Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

Έκλειψη στην Άνω Μερά (και δίxως Zastava)







Σε λίγες ώρες, μεσημέρι Κυριακής που θα βρίσκομαι με φίλους στην Άνω Μερά θα χαρούμε την έκλειψη ηλίου. Σ' εμάς θα είναι μερικώς ορατή μεταξύ 4.00 και 5.00 το απόγευμα. Εμφανίζεται στην 11η μοίρα του Σκορπιού (στον άξονα Ταύρου- Σκορπιού να κοιτάμε δηλαδή) και δε θα σας πω σε ποιο οίκο μου πέφτει (διότι, όπως είπαμε, δεν πιστεύω σε τέτοια πράγματα παρότι τα μελετώ από τον προηγούμενο αιώνα).

Το άλλο που θα κρατηθώ να μη σας πω είναι πού και πόσο εύκολο είναι να αποκτήσετε ένα πιστόλι zastava, ένα από τα καλύτερα για την τιμή του, δημοφιλέστατο ακόμα και στις ΗΠΑ. Πολύ το ακούω ως εύρημα κι είναι πειρασμός να μιλήσω γι' αυτό το σπουδαίο Σερβικό εργοστάσιο πυρομαχικών που υπάρχει από το 1853, βομβαρδίστηκε στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και ξαναστήθηκε με μεγάλη επιτυχία. Σήμερα προμηθεύει πολεμικό και κυνηγετικό υλικό ανά την υφήλιο και το συγκεκριμένο πιστόλι είναι  δημοφιλέστατο γιατί είναι λειτουργικό στο ημίφως, απλό στη χρήση, βολικό για αριστερόχειρες ή δεξιόχειρες και γενικά σπουδαίο και προσιτότατο εργαλείο.

Πόσο εύκολα θα το αγοράζατε καινούργιο δε θα πω ―για ευνόητους λόγους― μα πιστέψτε με είναι πανεύκολο και δε μιλάω για Μαύρη Αγορά. Εκείνοι που ασχολούνται ξέρουν, γι αυτό κι είναι το Zastava συχνά το προσωπικό όπλο ενστόλων (μαζί βεβαίως με τα Βrowning και Colt, που έμαθαν απ' το σινεμά).

Δεν αγαπώ τα όπλα, μην ξεγελαστείτε. Απλώς όταν γνωρίζω κάτι δε μπορώ να ακούω άσχετα και ήδη κυκλοφόρησαν πολλά για το μυστηριώδες μη χρησιμοποιημένο εύρημα λες και τα zastava είναι συλλεκτικά.



Και επειδή είναι πολλά που με ενοχλούν μα δε θα χαλαστούμε, για καληνύχτα προ εκλείψεως μα δίχως καμιά έκπληξη, ιδού ένα απ' τα πρώτα ρεπορτάζ για να γελάσουμε:

Αυτόπτης μάρτυρας φοβάται για τη ζωή του και το κανάλι αλλοιώνει τη φωνή του για να μείνει ανώνυμος.
-Ναι γεια σας, έχω το καφέ απέναντι από τα γραφεία της ΧΑ και είδα τι έγινε.....
______________
Στην Άνω Μερά στο 'Βαρδάρη' για καλό σκοπό: kepom

Σε 5.000 χρόνια από τις συνολικά 11.898 ηλιακές εκλείψεις, μόνο οι 569 θεωρούνται υβριδικές.

Εικόνες
Χάρτης για την έκλειψη της 3ης Νοεμβρίου 2013. Όπου πιο σκούρο τόσο πιο ορατή. 
και 
ένα απλό zastava  (θα το δείτε και ως zastawa)


Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

No Woman, no drive (έχουμε οδηγό)




Απολαυστικός Σαουδάραβας ακτιβιστής και κωμικός καλλιτέχνης ο Hisham Fageeh (με 'μερικούς ταλαντούχους φίλους του' που δημιουργούν με σωματικούς ήχους αφού βεβαίως ο ίδιος είναι ευσεβής, δεν παίζει μουσικά όργανα),  έφτιαξε μια παρωδία για να υποστηρίξει τον αγώνα των 60 γυναικών που κάθισαν στο τιμόνι στις 26 Οκτωβρίου διεκδικώντας το δικαίωμα άδειας οδήγησης.

Τα θαυμάσια επιχειρήματα είναι πως έχουμε οδηγό (κι άμα θέλω θα σε πάει),
τα πόδια σου είναι το όχημά σου
η οδήγηση καταστρέφει τις ωοθήκες (το είπε μουλάς πως για να προστατευθούν πρέπει να κάθεσαι στο πίσω κάθισμα)
και, εκτός αυτών,
πρέπει να μου μαγειρέψεις (θα σου δώσω, μαζί θα φάμε).
Χαρείτε τον


Σατιρίζουμε τη γελοιότητα μα οι γυναίκες που οδήγησαν στο Ριάντ είναι πολύ γενναίες και το θέμα σοβαρό.  Τo video ήδη  γνωρίζει μεγάλη επιτυχία.














___________________________________________________________


  Αν σας θύμισε τον αγαπητό μου Sacha Baron Cohen υπάρχει και παλιότερο, του GoRemy που έχει φτιάξει το Saudis In Audis που σας αφιερώνω ως bonus gift




________________________________________________
Για τη διαμαρτυρία: kathimerini.gr.
Για το τραγούδι, άρθρο  που άρεσε και στον Hisham Fageeh: 



Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Ήταν ωραίο παιδί Ρετζινέλα, ήταν γερό παιδί―




Θα έχετε ακούσει το παλιό αστείο ότι ο Μεταξάς την ιστορική  νύχτα απάντησε στον Γκράτσι με ένα ΝΑΙ που ο Γκράτσι μην ξέροντας ελληνικά άκουσε NON. Ήταν ο τρόπος του λαού να ερμηνεύσει το φαινομενικά ακατανόητο ΟΧΙ του γερμανοτραφούς και γερμανολάτρη δικτάτορα Μεταξά. Διότι οι λαοί έχουν πάντα την τάση να ερμηνεύουν τις πράξεις των πολιτικών ψάχνοντας στα ιδεολογικά κριτήρια παρότι η Ιστορία ξανά και ξανά αποδεικνύει ότι οι ιδεολογίες είναι για λαϊκή κατανάλωση αφού οι πόλεμοι γίνονται για το χρήμα.
Πια το γνωρίζουμε ότι ο Μεταξάς, σε προσωπικό επίπεδο, ένιωθε ταπεινωμένος αφού δεν ήταν μια η φορά που είχε φανεί πόσο δεν τον υπολόγιζαν οι Γερμανοί για τον ισότιμό τους άρχοντα που φαντασιωνόταν ότι ήταν. Σε πολιτικό επίπεδο τι θα γινόταν ήταν προκαθορισμένο, το όριζε εξ αρχής―τι άλλο;―το Χρέος της Ελλάδας προς την Αγγλία.
Ο διάλογος που διεξήχθη λοιπόν εκείνο το ξημέρωμα που ο Γκράτσι επισκέφθηκε το σπίτι του Μεταξά έχει ως εξής (επιβεβαιωμένος από την κόρη Μεταξά):
Ο αγουροξυπνημένος δικτάτωρ διάβασε το τελεσίγραφο που του επέδωσε αυτοπροσώπως ο Ιταλός Πρέσβης και είπε γαλλιστί:
―«Alors, c'est la guerre»
   (Λοιπόν, έχουμε πόλεμο).
― «Pas nécessaire, mon excellence.»
 (Δεν είναι απαραίτητο εξοχότατε)
 απάντησε ο Γκράτσι.
― «Non, c'est nécessaire»
(Όχι, είναι απαραίτητο.)

Λϊγο αργότερα, ξεπροβοδίζοντάς τον ο δακρυσμένος Μεταξάς είπε τα τελευταία του λόγια στον Πρέσβη:
 ―Vous êtes les plus forts
(Είστε πιο δυνατοί.)


Αυτή η βραδιά με όσα ακολούθησαν― τα κρυοπαγήματα, το έπος, το 'Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας', την Κατοχή, την πείνα, τον όχι επαρκώς αναγνωρισμένο απελευθερωτικό αγώνα του ΕΛΑΣ, τον εμφύλιο και τους διωγμούς ίσως να έπρεπε να μας είχαν κάνει σοφότερους και πασιφιστές. Δεν το βλέπω.
Το έχω ξαναπεί πως δεν παύω να εντυπωσιάζομαι που, πολύ ιδιότυπα, γιορτάζουμε αρχές πολέμων κι όχι τέλος όπως άλλα κράτη. Ίσως διότι  εδώ οι πόλεμοί μας δεν τελείωσαν με νίκες κι οι ηρωισμοί μας οι πραγματικοί δεν είχαν θεατές.
Ξανά λοιπον σε τούτη την επέτειο οι φιλοπόλεμοι και φαύλοι ας θριαμβεύουν και ας καπηλεύονται με παρελάσεις και λογίδρια σε εξέδρες αλλά εμείς εδώ ας θρηνούμε τους νεκρούς κι όλο το μάταιο του να σπαταλάς ζωές και νιάτα για να πλουτίζουν εκείνοι που θα κάνουν κάποτε ερήμην σου τη μοιρασιά.
Ας τα πενθήσουμε όλα αυτά με ένα παλιό τραγούδι και λίγους στίχους (το αγαπημένο μου απόσπασμα) από το Χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας.

Οδυσσέα Ελύτη

ΣT´
 
Ήταν ωραίο παιδί. Την πρώτη μέρα που γεννήθηκε
Σκύψανε τα βουνά της Θράκης να φανεί
Στους ώμους της στεριάς το στάρι που αναγάλλιαζε·
Σκύψανε τα βουνά της Θράκης και το φτύσανε
Mια στο κεφάλι, μια στον κόρφο, μια μέσα στο κλάμα του·
Bγήκαν Ρωμιοί με μπράτσα φοβερά
Kαι το σηκώσαν στου βοριά τα σπάργανα...
Ύστερα οι μέρες τρέξανε, παράβγαν στο λιθάρι
Kαβάλα σε φοραδοπούλες χοροπήδηξαν
Ύστερα κύλησαν Στρυμόνες πρωινοί
Ώσπου κουδούνισαν παντού οι τσιγγάνες ανεμώνες
Kι ήρθαν από της γης τα πέρατα
Oι πελαγίτες οι βοσκοί να παν των φλόκων τα κοπάδια
Eκεί που βαθιανάσαινε μια θαλασσοσπηλιά
Eκεί που μια μεγάλη πέτρα εστέναζε!
 
Ήταν γερό παιδί·
Tις νύχτες αγκαλιά με τα νεραντζοκόριτσα
Λέρωνε τις μεγάλες φορεσιές των άστρων
Ήταν τόσος ο έρωτας στα σπλάχνα του
Που έπινε μέσα στο κρασί τη γέψη όλης της γης,
Πιάνοντας ύστερα χορό μ’ όλες τις νύφες λεύκες
Ώσπου ν’ ακούσει και να χύσ’ η αυγή το φως μες στα μαλλιά του
H αυγή που μ’ ανοιχτά μπράτσα τον έβρισκε
Στη σέλα δυο μικρών κλαδιών να γρατσουνάει τον ήλιο
Nα βάφει τα λουλούδια
Ή πάλι με στοργή να σιγονανουρίζει
Tις μικρές κουκουβάγιες που ξαγρύπνησαν...
Α τι θυμάρι δυνατό η ανασαιμιά του
Τι χάρτης περηφάνιας το γυμνό του στήθος
Όπου ξεσπούσαν λευτεριά και θάλασσα...
 
Ήταν γενναίο παιδί.
Με τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του
Mε τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά
Kαι με το κράνος του, γυαλιστερό σημάδι
(Φτάσανε τόσο εύκολα μες στο μυαλό
Που δεν εγνώρισε κακό ποτέ του)
Mε τους στρατιώτες του ζερβά δεξιά
Kαι την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του
―Φωτιά στην άνομη φωτιά!―
Με το αίμα πάνω από τα φρύδια
Tα βουνά της Αλβανίας βροντήξανε
Ύστερα λιώσαν χιόνι να ξεπλύνουν
Tο κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής
Kαι το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο
Kαι τα χέρια του, ανοιχτές πλατείες της ερημίας
Βρόντηξαν τα βουνά της Αλβανίας
Δεν έκλαψαν
Γιατί να κλάψουν
Ήταν γενναίο παιδί!




Και τραγουδάκι αφιερωμένο η ιταλική Ρετζινέλα-Καμπανιέλα που διασκευάστηκε από τον Γ. Οικονομίδη και πρωτοτραγουδήθηκε ελληνικά από το Γούναρη και την τραγουδάμε ηρωικά ως 'Κορόιδο Μουσολίνι' μα έχει ταξιδέψει σε όλη τη γη, από επιτυχία του Τρυποκάρυδου στην Αμερική ως Τραγούδι της Κουζίνας στη μεταπολεμική Κίνα.
Αφιερωμένα λοιπόν (διότι αρκετά σας έκανα την καρδιά περιβόλι):



Gracie Fields The Woodpecker Song 1940
που έμεινε εβδομάδες στα αμερικάνικα charts



Κίνα 1959

______________________________
Εικόνα
«Το  συνηθισμένο σαλονάκι μιας μικροαστικής εξοχικής βιλλίτσας...με τα κακόγουστα καλά του πράγματα» περιγράφει ο Ιταλός Πρεσβης το δωμάτιο στο οποίο τον δέχθηκε ο Ιωάννης Μεταξάς.


Credits




Για το 'Κορόιδο Μουσολίνι' απολαυστική η έρευνα του Νίκου Σαραντάκου