Γυρνάω την πλάτη στις στεριές και φεύγω για τα πέλαγα.
Μόνη με θέα το Δίμαστο, τα «Βυζιά της Αφροδίτης», τα Διβούνια..
_________________________________________
Διβούνια Μύκονος
Στο ομώνυμο ακρωτήριο αποκαλύφθηκε μια σειρά από οικιστικά λείψανα που ξεκινούν από τους προϊστορικούς χρόνους με συνέχεια ως την ρωμαϊκή περίοδο. Στη χερσόνησο Δίμαστο που χωρίζει τον όρμο Καλαφάτη στην ΜΥΚΟΝΟ από την παραλία Καλό Λιβάδι έχουμε ενδείξεις της πιθανής ύπαρξης άλλης μιας προϊστορικής πόλης. Άξια επίσκεψης είναι η Μαυροσπηλιά όπου βρέθηκαν πολλά εργαλεία και αντικείμενα της νεολιθικής εποχής. Μια μικρή εγκατάσταση στο λόφο πάνω από τα Καμπαναριά μάλλον ανήκει στις αρχές της 5ης χιλιετίας π.Χ. Στην Αναβολούσα και στο Παλιόκαστρο υπάρχουν οικισμοί των Πρωτοκυκλαδικών και Μεσοκυκλαδικών χρόνων αντιστοίχως.
Eίμαι πολύ υπερήφανη που έχω προσκληθεί να συμμετέχω στον ηλεκτρονικό Διάλογο με θέμα τις Γυναίκες, τη χρήση και την ηλικία.
Μαζί μου πολύ αξιόλογες φεμινίστριες με πείρα στο χώρο μας αλλά εγώ, πάντα, εκτός της φεμινιστικής κι ακτιβιστικής μου ιδιότητας μιλάω και από την πλευρά της γυναίκας με εμπειρία χρήσης.
Εμάς, το στίγμα κι η ηλικία μάς χτυπούν διπλά κι αλύπητα γι αυτό και χαίρομαι που η οργάνωση WHRIN με προσκάλεσε.
Όπως θα χαρώ πολύ αν παρακολουθήσετε (δυστυχώς το γεγονός έχει παγκόσμιας εμβέλειας και είναι στα αγγλικά με ζωντανή διερμηνεία μόνο στα ισπανικά).
Τη δεύτερη οχιά του καλοκαιριού έφερε η ατρόμητή μου Άρτεμις,
η παρθένα κυνηγός,
η Μάικο μου το γατί του λόγγου,
προστάτιδά μας καλόκαρδη θεά.
Διότι τα ξετρυπώνει μα δεν τα πληγώνει.
Μου το έφερε περήφανη και το είχα για νεκρό ) εξ ου φαράσι αντί μπουκαλιού). Κι αυτό, σοφό όπως όλα τα φίδια, έκανε το ψόφιο, εντελώς ακίνητο για να μην ξεσηκώνει τα θηρευτικά ένστικτα του αιλουροειδούς. Ωστόσο μια διχαλωτή γλωσσίτσα μακριά και λεπτή σα κλωστή, βγήκε ζωηρότατη και το πρόδωσε.
Η μοίρα του από πλευράς μας δεν αλλάζει: τα μεταφέρουμε έξω απ τη μάντρα μας κι ελπίζουμε να προτιμήσουν την αντίθετη κατεύθυνση, προς βράχους και θάμνους, αντί τις αυλές μας..
Συνόδευσα τον αποχαιρετισμό με νανούρισμα Ονείρου Θερινής Νυκτός*
Καλό σου δρόμο μικρή μου οχιά,
φυγε μακρια μου,
εδώ στο κτήμα μου
είμαι η Βασίλισσα των Ξωτικών
κι όχι του πόνου
Το χελιδόνι ναι,
‘’Philomel with melody
Sing in our sweet lullaby;
Lulla lulla lullaby
Never harm
Nor spell nor charm…
Lulla, lulla, lullaby, lulla, lulla, lullaby:
Never harm
Nor spell nor charm,
Come our lovely lady nigh;
So, good night, with lullaby..’’
——
Σημειώσεις
* Την αποχαιρετώ από μνήμης me απόσπασμα (συγχωρέστε μου αν κάτι ξεχνώ στους στίχους που σας φέρνω- ανακατεύοντας με δικές μου σκέψεις κατά τη συνήθειά μου και κόβοντας ό,τι δε μου ταιριάζει στη στιγμή. Όμως στο blog έχω πάντα και πηγή και όλο το ποίημα.
2. Πηγή (πρωτότυπο- μετάφραση)
Act 2, Scene 2 ,
νανούρισμα: Τα ξωτικά διώχνουν τα πλάσματα τα τρομακτικά μακριά από τη βασίλισσά τους την Titania.
στο Διαδίκτυο βρήκα μόνο σε παιγμένες παραστάσεις YouTube. Εδώ στο νησί ο Σαίξπηρ μου είναι μόνο αγγλικά- στην Αθήνα όλες οι εκδόσεις και σε πολλές μεταφράσεις (από τη Βιβλιοθήκη του πατέρα μου). Οπότε επέλεξα ταινία (με υποτίτλους ελληνικά) διότι παραστάσεις δε βρήκα παρά κάτι σχολικά που θα ήθελα να στήριζα αλλά... βλέπω ότι στη μετάφρασή τους ακόμα και τον πασίγνωστο τίτλο εκδημοτίκισαν σε « Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», οπότε δε θέλω να φανταστώ τι γίνεται με το ίδιο το έργο.
Ye Spotted Snakes
by William Shakespeare
Ye spotted snakes with double tongue,
Thorny hedgehogs, be not seen;
Newts and blindworms, do no wrong,
Come not near our fairy Queen.
Philomele, with melody
Sing in our sweet lullaby;
Lulla, lulla, lullaby, lulla, lulla, lullaby:
Never harm
Nor spell nor charm,
Come our lovely lady nigh;
So, good night, with lullaby.
Weaving spiders, come not here;
Hence, you long-legged spinners, hence!
Beetles black, approach not near;
Worm nor snail, do no offence.
Philomele, with melody
Sing in our sweet lullaby;
Lulla, lulla, lullaby, lulla, lulla, lullaby:
Never harm
Nor spell nor charm,
Come our lovely lady nigh;
So, good night, with lullaby.
_____________________
2.
Οχιά Μυκόνου, Mykonos Viper [Vipera ammoditis] : μεγαλύτερη έχω και στα
Κίτρινο φεγγάρι ανατέλλει απόψε, αργά, όλο και πιο αργά κι όλο και λειψότερο. Στη χάση σαν τη ζωή μας.
«..Τοφεγγάριπήγεκιέπεσε
στοποτάμιτοβαθύ
κιηαγάπημουκιτρίνισε
σαντηφλόγαστοκερί..»
Από τη Στέλλα, βέβαια, η Σοφία Βέμπο.
Οι χιλιοτραγουδισμένοι στίχοι του Λόρκα μεταφρασμένοι από το Γκάτσο και μελοποιημένοι από το Χατζιδάκι.
Χρωματιστά φεγγάρια και ποτάμια σ’ αυτό κι άλλα πολλά του Λόρκα που για τις μεταφράσεις στα ελληνικά σας φέρνω ένα θαυμάσιο κείμενο του Γιώργου Κεντρωτή.
ΚΙ εν τω μεταξύ, καθώς έπεσε ο άνεμος κι αδειάζει το νησί ―παρά την παράλογη φωταψία που ξεγελά― ένα τριζόνι ήρθε στην αυλή μου σα να είμαι αλλού, κάτω από φυλλωσιές και ισπανικά ποτάμια.
«Ψηλάανεβαίνειτοφεγγάρι
καικάτωτρέχειοάνεμος….»
‘Mis cortas miradas
exploran el suelo..’
Οιαργόσυρτεςματιέςμουεμένα
τονουρανόεξερευνούν.
Χαρείτε τα αυτά και άλλα από το Γιώργο Κεντρωτή, που τον μοιράζομαι κι ας διαφωνώ με την άποψή του ότι η καλύτερη εκδοχή του συγκεκριμένου είναι της Μούσχουρη κι όχι της Βέμπο που, κατ’ εμέ, είναι η κορυφαία αφού στην εξαίσια φωνή της δίνει ένα έξτρα βάθος η αμυδρή σκιά τοπικής προφοράς, εκείνο το «ου» που αχνοηχεί στο «χουόρεψε ίσαμ' αύριο το προυί» ή τα διπλά της λάμδα στο «πουλί. Προσέξτε τα και θα με καταλάβετε: https://www.youtube.com/watch?v=Hl0N0bYS3i4
Μ’ επισκέφθηκε σπίτι μου αυτό το νεαρό περδικάκι και στάθηκε στο βράχο για ώρα πολλή.
Με ξάφνιασε, καιρό είχα να δω πέρδικα τόσο κοντά μου. Παιδί της πόλης είμαι, δεν τα ξέρω τα πουλιά όσο θα ήθελα, αλλά την περδικούλα μιά να τη δει κανείς πάντα θα τη γνωρίζει από το βήμα της το «λεβέντικο», καμαρωτό και ρυθμικό, που τόσο υμνήθηκε στα Δημοτικά και στη βουκολική Ποίηση στην οποία η αγαπημένη συχνότατα είναι «περδικοπερπατούσα» όπως και «περδικόστηθη» ή «περδικομάτα».
«Πού ήσουν πέρδικα γραμμένη κι ήρθες το πρωί βρεγμένη;
…..
Έτρωγα το Μάη χορτάρι και τον Αλωνάρη στάρι
Και τον Τρυγητή σταφύλι να είμαι κόκκινη στα χείλη»
(μνεία και του χαρακτηριστικού κόκκινου ράμφους)
Θυμήθηκα στη Δήλο, μια αλησμόνητη βραδιά που είχα την τιμή με ειδική άδεια να την περάσω ανάμεσα στα αρχαία, όπου πριν καλά-καλά δύσει το αυγουστιάτικο φεγγάρι, διέκρινα στο πρώτο αμυδρό φως της αυγής κάτι σκιές που πηδούσαν σκαλί -σκαλί στις κερκίδες του αρχαίου θεάτρου. ―Πέρδικες! μου είπαν.
Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν πια τόσο πολλές ή αν τις αποδεκάτισαν οι φωταψίες και τα τσιμεντώματα όπως έγινε και με τα αγριοκούνελα που, όταν πρωτοαγάπησα τη Μύκονο, λίγο πριν δύσει ο ήλιος τα καμάρωνα από μακριά να χοροπηδούν μικρές χαρούμενες σκιές στις παραγκεριές.
«..πέταξε περδικούλα μου, πέταξε πέρδικά μου
πέταξε από τα έλατα κι έλα στην αγκαλιά μου..»
Το ‘χουν οι κυνηγοί για μεγάλη γρουσουζιά να «σταυρώσει» το δρόμο σου πέρδικα αλλά τα βράχια μου δεν είναι τρίστρατο, ούτε ποτέ σκοτώνω ζώα και πουλιά οπότε το έχω για μεγάλη τύχη και παρηγοριά μου όταν τα άγρια μ’ εμπιστεύονται.
Κι ωστόσο, σ' αυτή την ωραία νύφη (κι ακριβό έδεσμα που αναφέρεται στους Δειπνοσοφιστές), είναι (φεμινιστικώς) διασκεδαστικότατο που, από την αρχαιότητα μαζί με τους επαίνους, της προσδίδονται και χαρακτηριστικά με τα οποία η κοινωνία των ανδρών στολίζει την άπιαστη. «Πονηρή» χαρακτηρίζεται κατά αρχαίους συγγραφείς αλλά και σύγχρονους κυνηγούς που λένε ότι ξέρει να παραπλανεί αλλάζοντας τη φωνή της ή αναποδογυρίζοντας έτσι που δεν τη βλέπουν. Κι ακόμα, την περιγράφουν τόσο ερωτιάρα κι ακόρεστη που τη γομιμοποιεί, έφτασαν λένε, ακόμα κι ο άνεμος.
Χαρακτηριστική επίσης η αυταρέσκεια του θηρευτή που όπως π.χ. στις κάτωθι στις μαντινάδες, είναι σίγουρος ότι η πέρδικα τον προκαλεί επειδή άλλο δεν ποθεί παρά να σκλαβωθεί από αυτόν:
Το γένος Πέρδιξ η Αλεκτορίς που ανήκει στην οικογένεια των Φασιανιδών και στην τάξη των Ορνιθόμορφων το πτηνό.Απ’ τη γενιά του Ερεχθέα ήταν η Πέρδικα η Πολυκάστη, αδελφή του Δαίδαλου και μάνα του Τάλω που μαθήτευε πλάι στο θείο του το Δαίδαλο και μάλιστα έλεγαν ότι αυτός ήταν που εφηύρε το πριόνι παρατηρώντας τα δόντια των ζώων. Όταν ο Τάλως έπεσε από την Ακρόπολη μια πέρδικα πέταξε καθώς έβγαινε η ψυχή του άτυχου ανιψιού που κατά μια εκδοχή ο Δαίδαλος τον είχε σπρώξει στο γκρεμό από ζήλεια. Μελετητές παρατηρούν ότι ο όνομα Πολυκάστη, πολύς κασσίτερος, παραπέμπει στην εποχή του Χαλκού, είναι δηλαδή αυτοί οι μύθοι πολύ παλιότεροι (όπως εξ άλλοι και ο Μινόταυρος)― άρα, λέω, παλιά ιστορία ήταν και οι πέρδικες της Αττικής που παρέμειναν σε επόμενους καιρούς, όπως μας λέει ο καλός μου Παυσανίας που είδε ναό στην Πέρδικα πλάι στον Παρθενώνα.
Πριν από χρόνια καταπιάστηκα να γράψω μερικές σκέψεις για ένα από τα πολυτιμότερα ενδημικά μας θηράματα. Για να το κάνω πολλοί ήταν οι λόγοι που με παρακίνησαν. Κυρίως όμως επειδή λίγα είδη από αυτά του φτερωτού μας κόσμου έχουν περάσει στην ιστορία μέσω των αιώνων με ιδιαίτερη γοητεία, με δοξασίες, θρύλους και τραγούδια, με μύθους και λογοτεχνήματα. Ανάμεσα σ' αυτά τα λίγα, λοιπόν, δεν θα 'ταν παράδοξο ένα να έχει την πρωτιά η πέρδικα..
Η πέρδικα προσέλκυσε τους ερευνητές, αλλά και τους φιλοσόφους της εποχής, στη μελέτη όχι μόνο των συνηθειών της, αλλά και της βιολογίας της, με τόσο μεγάλη προσοχή και επιτυχία μάλιστα, ώστε χιλιάδες χρόνια αργότερα οι επιστήμονες να στηρίζονται με σεβασμό σ' αυτές τις μοναδικές παρατηρήσεις.
Ο Αριστοτέλης, στο έργο του «ΑΙ ΠΕΡΙ ΤΑ Ζ?Α ΙΣΤΟΡΙΑΙ», κάνει εκτεταμένη αναφορά στις πέρδικες, για να τον επιβεβαιώσουν αρκετοί σύγχρονοί του, αλλά και μεταγενέστεροι, μεταξύ των οποίων Θεόφραστος ο Αιλιανός και ο Αριστοφάνης Βυζάντιος.Αναφερόμενος, λοιπόν, ο Αριστοτέλης στην πέρδικα, τη χαρακτηρίζει ως ιδιαίτερα φιλήδονο πουλί, κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στα αρσενικά, τα οποία περιγράφει ως «ένθερμους εραστές», οι οποίοι δεν άφηναν τις θηλυκές να κλωσήσουν. Παρατήρησε δε πως αρκετές φορές τα αρσενικά κατέστρεφαν τα αυγά στις φωλιές, για να μπορούν να συνεχίσουν τις ερωτοτροπίες με τις θηλυκές. Κάπου εκεί ο Αριστοτέλης μέμφεται «της ηθικής» των αρσενικών περδικών, αναφέροντας αρκετές λεπτομέρειες για την ερωτική συμπεριφορά μεταξύ τους, όταν οι θηλυκές αναγκάζονταν να απομακρυνθούν από κοντά τους, για να μπορέσουν να εκκολάψουν τα αυγά τους.
Ωστόσο, και οι νεότεροι ερευνητές και φυσιοδίφες χαρακτήρισαν αρκετές φορές τις αρσενικές πέρδικες «ασελγή πουλιά», επιβεβαιώνοντας κατά τον πλέον περίτρανο τρόπο τις παρατηρήσεις του μεγάλου αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου. Παρατηρήθηκε επίσης πως τα αρσενικά, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της αναπαραγωγής, και μόνο στο άκουσμα της φωνής της θηλυκιάς έφταναν σε ερωτικό οργασμό. Ίσως γι' αυτόν το λόγο και ο Αιλιανός, επιβεβαιώνοντας τον Αριστοτέλη, αναφέρει: «Πέρδικα θήλυν, όταν κατ' άνεμονγένηται του άρρενος, εγκύμονα γίνεσθαι φύσει τινί απορρήτω!» («Περί ζώων ιστορίας» βιβλ. XVII, κεφ. XV). Δηλαδή, η θηλυκιά πέρδικα γονιμοποιείται ακόμη και με την πνοή του ανέμου που έρχεται από το μέρος της αρσενικής πέρδικας, με κάποιο ανεξήγητο τρόπο.
Η ελληνική πέρδικα αναφέρεται σε πολυάριθμους πληθυσμούς μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Λέγεται δε πως με ειδικές μεθόδους συλλαμβανόταν και σε συγκεντρωτικούς αριθμούς γινόταν η εξαγωγή της για τον εμπλουτισμό των βιοτόπων άλλων ευρωπαϊκών χωρών.Αν οι συνήθειές της, η βιολογία και η πονηριά της μνημονεύονται από τους φυσιοδίφες και τους ερευνητές, η νεότερη λαϊκή ποίηση αλλά και η λογοτεχνία αφιερώνουν αμέτρητους στίχους και διηγήματα με προσωποποιημένη την πέρδικα ή αντίστροφα. Μαζί της όμως ασχολήθηκε και ο Αθήναιος, σοφιστής από τη Ναυκράτη της Αιγύπτου, ο οποίος έζησε το 2ο μ.Χ. αιώνα. Υποστήριζε πως οι πέρδικες «μετανάστευαν» από την Αττική στη Βοιωτία, όπου και άλλαζαν το κακάρισμα. Αυτό όμως έρχεται σε αντίθεση με τις βιολογικές συνήθειες του πουλιού, που το καθιστούν μη μεταναστευτικό ή μετακινούμενο σε πολύ μεγάλες αποστάσεις, τουλάχιστον τέτοιες που καθορίζονται από τα όρια μεγάλων νομών, όπως η Αττική και η Βοιωτία.
Στο έργο του Αθήναιου «ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ», μεταξύ των άλλων, περιγράφονται και οι αρχαίοι τρόποι μαγειρέματος του πουλιού, με τέτοιες λεπτομέρειες μάλιστα, ώστε να ωχριούν μπροστά στις περιγραφές αυτές αρκετοί ίσως από τους σύγχρονους σεφ, ως προς την εκλεπτυσμένη γαστριμαργική τέχνη των αρχαίων. Αλλά και σε νεότερα χρόνια -τότε που η Ελλάδα ήταν ακόμη υπόδουλη στον τουρκικό ζυγό- έχουν αναφερθεί αρκετά περιστατικά με πρωταγωνιστές ήρωες της εθνικής μας Επανάστασης και την πέρδικα. Κι αυτό δεν είναι καθόλου παράδοξο, αφού σε αναφορές ιστορικών της εποχής καταγράφεται η έντονη κυνηγετική δραστηριότητα των Ελλήνων της εποχής εκείνης, αλλά και η ιδιαίτερη σχέση τους με διάφορα ζώα και θηράματα.
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος π.χ. αγαπούσε γενικά το κυνήγι τόσο των φτερωτών όσο και των τριχωτών θηραμάτων και ιδιαίτερα αυτό της πέρδικας και του λαγού. Χαρακτηριστικό όμως είναι το επεισόδιο που συνέβη με πρωταγωνιστές τον Καραϊσκάκη και μια πέρδικα. Ο Καραϊσκάκης επιθεωρούσε την εμπροσθοφυλακή του στο Δαφνοβούνι στο σημερινό Δαφνί και κάποια στιγμή βρέθηκε με τους επιτελείς του σ' ένα μισογκρεμισμένο χαμόσπιτο. Εκεί που συζητούσαν, μια πέρδικα πέταξε μέσα και κάθισε στον ώμο του αρχηγού. Ολοι ταράχτηκαν και ξαφνιασμένοι τινάχτηκαν όρθιοι. Τρόμαξε και η πέρδικα κι έκανε φτερό.Ο Καραϊσκάκης θεώρησε το συμβάν καλό οιωνό και εμψύχωσε τα παλικάρια του, λέγοντάς τους πως αυτό ήταν σημάδι νίκης, σταλμένο από τον Θεό.Και δεν ήταν μοναδικό το συμβάν, αφού πλήθος από λαϊκές καταγραφές εξιστορούν θρύλους και δεισιδαιμονίες, με πρωταγωνιστές θηράματα και ανθρώπους, σε μια σχέση αναμφίβολα τρυφερή και πολλές φορές συγκινησιακά μυσταγωγική.
Χαιρετισμός στον ήλιο. Το ξέρω, όταν σας μιλάω για απογευματινό κολύμπι, μόνη με τη γιόγκα και τις σκέψεις μου στην άμμο, δεν το χωράει ο νους σας πως μιλάω για Μύκονο του 2022.
Μα, βλέπετε, δεν είναι η ζωή η αληθινή το copy paste από τρία μαγαζιά και κάτι ψευτοϊνφλουένσερς. Κι εξ άλλου το έχουμε ξαναπεί: Αναγκαίον το navigare* πιο πολύ κι από το ζειν.
Ίσως να τα προλάβατε τότε που κατεβαίνοντας στην παραλία μάς έσπαγαν τη μύτη με το ζαλιστικό τους άρωμα που περνούσε τα ανοιχτά παράθυρα και μας μεθούσε τις νύχτες.
Ίσως να τα πετύχατε και φέτος, ιδίως τώρα μετά τις βροχές.
Τα κρινάκια μας, τα άγρια κρινάκια της άμμου.
Όλο και λιγοστεύουμε με τα τσιμεντώματα και τις εξέδρες.
Ας τα σεβαστούμε, ήταν και αυτά πριν από εμάς εδώ.
από Βαγγέλη Πελέκη*
Τα πιο πολύτιμα λουλούδια σε απειλή
Ένας προϊστορικός και ίσως ο αρχαιότερος κάτοικος της Μυκόνου μαζί με τους φοίνικες Theophrastus, το πολύ αγαπημένο σε όλους μας κρινάκι της άμμου Pancratium Maritimum, από το τέλος Ιουνίου μέχρι τα μέσα Σεπτέμβρη παράγει μετά την ανθοφορία τους καρπούς του, που είναι μορφή κάψας. Όταν αυτοί ανοίξουν, πετάγονται μακριά τα σπόρια του, μαύρα, ακανόνιστα και πολύ ελαφριά, ώστε να μπορούν να ταξιδεύσουν, με τον αέρα και με τα κύματα σε κάθε παραλία που θα βρουν ιδανικές συνθήκες, ώστε να δημιουργήσουν, νέες αποικίες.
Το Παγκράτιο, αποδεικνύει την μοναδικότητα του Αιγαίου με αμετάβλητες οικολογικές συνθήκες από τη Μεσολιθική εποχή μέχρι σήμερα, συνθήκες βέβαια που αλλάζουν ραγδαία στις μέρες μας με ανυπολόγιστο κόστος. Είναι, το σύμβολο των ισχυρών χωρών της Μινωικής περιόδου, του Μίνωα, της Κρήτης, αλλά και ο λογότυπος του τμήματος Περιβάλλοντος, στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου. Η πρώτη παράσταση του Παγκράτιου σε αρχαιολογικά ευρήματα αναφέρεται από τον αρχαιολόγο Evans, ο οποίος κατά τις ανασκαφές που έκανε στο παλάτι της Κνωσού (1896), ανακάλυψε μια τοιχογραφία με το "Μπλε Πουλί", όπου στη κάτω δεξιά γωνία υπάρχει η πρώτη σωζόμενη αναπαράσταση του Παγκρατίου στον κόσμο. Αργότερα αναφέρθηκε το Παγκράτιο και από τον έλληνα αρχαιολόγο Γ. Μαρινάτο (1967-1972), κατά τις ανασκαφές στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης, στο εκεί ανάκτορο που ανάσκαψε. Εκεί, βρέθηκε σε τοιχογραφία μια ζωγραφιά, που χρονολογείται πριν από 3.500, όπου απεικονίζεται το Παγκράτιο χωρίς εξωτερικά πέταλα.
Το ζουμί από τις κάψουλες των καρπών του χρησιμοποιήθηκε από πολιτισμούς στην αρχαιότητα ως παραισθησιογόνο που άλειφαν στο κεφάλι, ενώ ανακατεμένο με μέλι είναι βρώσιμο και κάνει καλό στις καρδιοαγγειακές παθήσεις.
Οφείλουμε να το προστατέψουμε, μιας και είναι στη λίστα των ευρωπαϊκών απειλούμενων ειδών. Κυρίως να το προστατέψουμε γιατί ειναι ο αρχαιότερος γείτονάς μας. Είναι στο χέρι μας!