"The Island". Το νησί, το νησί! Η Σπιναλόγκα, θέμα συναρπαστικό γιά μυθιστόρημα. Ας το παραδεχθούμε εμείς που γράφουμε: δεν υπάρχει συγγραφέας που να μην αναρωτέται πώς δεν το είχε σκεφτεί.
Η ιστορία ενδιαφέρουσα, η ιατρική έρευνα αξιέπαινη και ακριβής.
Μόνο που... αυτό δεν είναι ακριβώς λογοτεχνία.
Διότι, αν θέλουμε να πληροφορηθούμε τι έγινε σε ένα τόπο ή σε μιά ιστορική στιγμή, όπως π.χ. στην εκστρατεία του Ναπολέοντα στη Ρωσία, διαβάζουμε επίσημα έγγραφα, ιστορικούς, απομνημονεύματα κι αλληλογραφίες· αν όμως θέλουμε να βιώσουμε την εκστρατεία, διαβάζουμε ένα καλό λογοτεχνικό βιβλίο όπως το «Πόλεμος Και Ειρήνη» του Τολστόυ. Είναι η διαφορά ντοκυμανταίρ και ταινίας. Αυτό που μας κάνει η Τέχνη, αυτό που μας κάνει η Λογοτεχνία. Μας αγγίζει βαθύτερα, κλαίμε, γελάμε, αισθανόμαστε, πονάμε και τελικά η συναισθηματική εμπειρία ριζώνει μέσα μας, και συνεχίζουμε τη ζωή μας με μιά ανάμνηση σα να είχαμε βιώσει τα συγκεκριμένα γεγονότα ακόμα κι αν δε θυμόμαστε ονόματα στρατηγών κι ημερομηνίες.
Γιά να γίνει αυτό όμως, απαιτείται από το δημιουργό μιά αλήθεια. Η πιστότητα. Η κατανόηση όχι μόνο αυθαίρετων χαρακτήρων αλλά και των ιστορικών συγκυριών και εθνικών χαρακτηριστικών που διαμόρφωσαν αυτούς τους χαρακτήρες. Κι εκεί "ΤΟ ΝΗΣΙ" χάνει, λες και διαβάζουμε μιά ιστορία με Αριανούς.
Ξέρω πως η κυρία Hislop αγαπά την Ελλάδα. Τόσο πολύ που ενώ την καλούσε το Hollywood εκείνη έδωσε το βιβλίο της στο Mega. Μα ξέρω επίσης, και αν δεν το ήξερα θα το διαπίστωνα διαβάζοντάς την, πως γίνεται να αγαπάς κάτι δίχως να το κατανοείς.
Μα καθόλου όμως. Ο βαρκάρης του 1950 όταν θέλει να επικοινωνήσει με την κόρη του στο διπλανό χωριό, της γράφει; Η Κρητικιά κόρη σερβίρει τσάι σε εργένη κάθε Τετάρτη στο μικρό της σπίτι δίχως λαϊκή κατακραυγή; Ο Κρητικός νέος κάνει γραπτώς πρόταση γάμου στη θυγατέρα βαρκάρη;
Κι αυτά είναι λίγα, ελάχιστα από εκείνα που διακόπτουν τη ροή καθώς διαβάζω και με εμποδίζουν να χαθώ ή να συγκινηθώ. Αυτοί δεν είναι Έλληνες, δεν είναι Κρητικοί, δεν είναι άνθρωποι του 1950, δεν είναι κάτοικοι της Σπιναλόγκας. Άρα, αυτό δεν είναι λογοτεχνικό βιβλίο. Είναι ένα έξυπνο plot, προσχέδιο ταινίας, γραμμένο από μιά προσεκτική, μελετηρή κυρία που δεν έχει καταλάβει την ελληνική νοοτροπία ή την ελληνική πραγματικότητα.
Εύχομαι το σίριαλ (κι αργότερα η ταινία) να γίνουν χίλιες φορές καλύτερα από το “Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι” (που τόσο απογοήτευσε τον ίδιο το συγγραφέα, Louis de Berniėr, όσο κι εμάς που το αγαπήσαμε) επιβεβαιώνοντας το παλιό αξίωμα πως τα καλά βιβλία δε γίνονται καλές ταινίες.