Σε κάθε φωτογραφία με μαντίλα
παρατηρούμε ότι τα πιο πολλά και πιο οργισμένα σχόλια έρχονται από άνδρες. Όπως
σε κάθε παρέλαση με τα μίνι των μαθητριών, οι άνδρες νιώθουν πως οφείλουν να εκφέρουν
γνώμη για την περιβολή μας διότι επαφίεται στον άνδρα να μας υπαγορεύει πώς θα ντυθούμε.
Είτε για να είμαστε σεμνές και ευπρόσδεκτες για νύφες, είτε για να είμαστε sexy για την καύλα τους,
είτε για να μην τους αηδιάζουμε επειδή γριές/χοντρές τολμάμε να ντυθούμε 'προκλητικά', οι άνδρες κάθε εποχής και κοινωνίας επιβεβαιώνουν έτσι την κυριαρχία τους με νουθεσίες, υποδείξεις και σχόλια.
Είτε για να είμαστε σεμνές και ευπρόσδεκτες για νύφες, είτε για να είμαστε sexy για την καύλα τους,
είτε για να μην τους αηδιάζουμε επειδή γριές/χοντρές τολμάμε να ντυθούμε 'προκλητικά', οι άνδρες κάθε εποχής και κοινωνίας επιβεβαιώνουν έτσι την κυριαρχία τους με νουθεσίες, υποδείξεις και σχόλια.
Μαντίλες, ύψος φούστας, σορτς, παντελόνια, τακούνια, γίνονται θέμα
διαξιφισμών και μουλάδες και παπάδες βγάζουν φετφάδες για να μας υπαγορεύσουν πώς
θα ντυθούμε ώστε να μην κινδυνεύσουντα χρηστά ήθη.
Στις παρελάσεις η πιο πολλή κουβέντα γίνεται για τις φούστες και
τα τακούνια των μαθητριών όπως και στις εκλογές οι γυναίκες πολιτικοί κρίνονται
πρωτίστως για το ντύσιμο και το σώμα τους. Τα στήθη της μιας, το μαλλί της άλλης,
το ρούχο σε σχέση με την ηλικία της τρίτης συζητιούνται από τους άνδρες και τον
Τύπο κι έχουν ξεφύγει προ πολλού από τον κλειστό χώρο των 'πρωινάδικων' και των
περιοδικών κουτσομπολιού.
Δεν είναι αθώες σαχλαμάρες αυτά. Δεν είναι αθώα σαχλαμάρα το ότι
όποτε γράψω καλό για πρόσφυγες κάποιος θα βρεθεί να μου πει πως περιμένει να με
δει όταν μου φορέσουν μπούρκα και με βιάσουν (διότι η μπούρκα κι ο βιασμός για κάποιους
πάνε μαζί όταν μιλάμε για Ισλάμ).
Το είδαμε στους Ολυμπιακούς. Από όλες τις Ισλαμικές χώρες (αν ισχύει
τέτοιος όρος) μόνο δυο είχαν στολή με κεφαλοκάλλυμα κι από αυτές στην Αίγυπτο ήταν
προαιρετικό αλλά επειδή κάποια το ήθελε οι άλλες το επέλεξαν χάριν ομοιομορφίας.
Δεν είναι τυχαίο που μια Αιγύπτια θέλησε να καλυφθεί. Στις γαλλικές
αποικίες της Βόρειας Αφρικής η μαντίλα έχει πικρή μακριά ιστορία διότι χρησιμοποιήθηκε
πολιτικά . Στην Αλγερία τα δημόσια ξεπεπλώματα (αποκαλύψεις) είχαν γίνει όργανο τάχα εκπολιτισμού γι αυτό και μέχρι σήμερα
η μαντίλα πολλές φορές δε φοριέται ως θρησκευτικό σύμβολο αλλά ως εθνικό, ως ένδειξη
αντίθεσης κι αντίστασης.
Δε θύμισαν μόνο σ' εμένα την Αλγερία οι ένοπλοι αστυνομικοί που επενέβησαν
όταν σε παραλία της Γαλλίας εμφανίστηκε το απαγορευμένο μπουρκίνι.
Έχετε ιδέα πώς το αισθανόμαστε
αυτό; Έχετε ιδέα πόσο παράλογο είναι
να έχουμε νόμους που μου επιβάλλουην να κυκλοφορώ γυμνή; Έχετε καταλάβει ότι η αστυνομία
του μπουρκίνι δε διαφέρει από την άλλη του ISIS και της Σαουδικής Αραβίας που σταματά τη γυναίκα
που δε φοράει την αμπάγια ή τη μπούρκα της;
Το γιατί μέσα στην αθλιότητα και τους βιασμούς
των προσφυγικών στρατοπέδων πολλά κορίτσια επιλέγουν μαντίλες δε θα το σχολιάσω. Νόμιζα
ότι θα είχατε τη φαντασία.
Στόχος μας είναι η εξασφάλιση της ελευθερίας
για όλες και όλους. Κι αυτό δε γίνεται με απαγορεύσεις. Γίνεται με παιδεία και χειραφέτηση.
Γίνεται με προάσπιση του δικαιώματος της γυναίκας να φορέσει ό,τι θέλει, είτε είναι
μαύρο είτε άσπρο, είτε είναι αποκαλυπτικό είτε όχι.
Η Γαλλία, όπως τότε στην Αλγερία, κάνει μεγάλο
λάθος. Απάντηση ευτυχώς της έδωσε η Σκωτία που ενέκρινε τη μαντίλα (hijab) στην επίσημη στολή της αστυνομίας της όπως παλιότερα στη Βρετανία
επιτρέποντας το παραδοσιακό τουρμπάνι των Σιχ ενέταξαν στην κοινωνία μια ολόκληρη
κάστα μεταναστών.
Διότι αν παραδεχθούμε ότι πολλοί μετανάστες
στην Ευρώπη έρχονται από ανδροκρατούμενες κοινωνίες που καταπιέζουν τις γυναίκες,
τι πιο έξυπνο και σωστό από το να μπορούν οι οικογένειες αυτές να επικοινωνήσουν
με όσους επιβάλλουν το νόμο αντί να τον νιώθουν ξένο και εχθρικό.
Η απαγόρευση του burkini είναι
μισογυνισμος - και οι δυτικές φεμινίστριες εθελοτυφλούν
Επιλέγοντας να συγχέουν και να
εξισωνουνε μια πολιτιστική και θρησκευτικα εμπνευσμένη λειτουργία της
ενδυμασίας - που οι γυναίκες επιλέγουν να φορούν για να αισθάνονται ασφαλείς
από το σεξουαλικο βλέμμα της κοινωνίας, συμετέχοντας σε ένα πολύ συνηθισμένο
χόμπι - με μια τρομοκρατική ομάδα είναι ένας βολικος στιγματισμος των
συμπολιτών μας ως ''απειλητικους αλλους''σε περιόδους εθνικής κρίσης
The burkini ban is misogynistic
– and Western feminists are turning a blind eye
Choosing to conflate a cultural
and religiously inspired mode of attire – which women choose to wear to feel
safe from the sexual gaze of society while partaking in a very ordinary
pasttime – with a terrorist group is a convenient ‘othering’ of fellow citizens
in times of national crisis
independent: The burkini ban is misogynistic – and Western feminists are turning a blind eye
-Arundhati Roy
" Όταν γίνεται περισσοτερη
προσπάθεια για να εξωθησουνε τις γυναίκες έξω από την μπούργκα παρά προσπαθεια
για να δημιουργηθει μια κατάσταση στην οποία η γυναίκα η ιδια να μπορεί να
διαλέξει τι θέλει να κάνει , δεν προκειται για την απελευθερωση της, αλλά για
το ξεγυμνωμα της .Γίνεται μια πράξη ταπείνωσης και πολιτιστικού ιμπεριαλισμού.
Δεν έχει να κάνει με την
μπούργκα.
Εχει να κανει με τον εξαναγκασμό.
Το να εξανάγκαζεις μια γυναίκα
να βγει έξω από μια μπούργκα είναι τόσο άσχημο όσο την εξαναγκάζεις να μπει σε
μια μπουρκα
Αντιμετωπιζοντας το φύλο με
αυτόν τον τρόπο, απογυμνωμένο από το κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό του
πλαίσιο, το καθιστάς ένα ζήτημα ταυτότητας και μια μάχη με σκηνικά και
κοστούμια.
Είναι αυτό που επέτρεψε στην
κυβέρνηση των ΗΠΑ να χρησιμοποιήσε δυτικες φεμινιστικες ομάδες ως ηθική κάλυψη
όταν εισέβαλαν στο Αφγανιστάν σε 2001."
Γαλλία: ένοπλοι υποχρεώνουν κοπέλα με μπουρκίνι να αποκαλυφθεί
Γαλλία: ένοπλοι υποχρεώνουν κοπέλα με μπουρκίνι να αποκαλυφθεί
Ο ΙΖ' κανόνας της τοπικής
συνόδου της Γάγγρας (340μ.χ.) που δεν έχει καταργηθεί έως σήμερα, απαγορεύει
στις γυναίκες να κουρεύουν τα μαλλιά τους. Μερικά χρόνια
αργότερα ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος (ο επονομαζόμενος Μέγας) διέταξε με νομοθεσία
να εκδιώχνονται από την εκκλησία οι γυναίκες που έχουν κοντά μαλλιά, ενώ αν
κάποιοι αρχιερείς τύχει και τις δεχθούν, να καθαιρούνται….
«η γυναίκα δεν εξουσιάζει το
ίδιο της το σώμα, αλλά ο άνδρας» (Α' προς κορινθίους, ζ'4). «οι γυναίκες να
υποτάσσεσθε στους άνδρες σας στα πάντα» (προς Κολοσσαείς,γ'18). «Ομοίως οι
γυναίκες υποτασσόμενες σοτυς άνδρες τους» (Α' Πέτρου,γ'1).
Νομίζω ότι δεν διέφυγε της προσοχής σας, αγαπητές αναγνώστριες η επανάληψη του
ρήματος «υποτάσσομαι». Σε περίπτωση που δεν εννοήσατε καλώς τη σημασία του, σας
πληροφορώ πως σημαίνει «εξ-ουσιάζομαι» «υποδουλώνομαι».
Παλαιά Διαθήκη, ιερό βιβλίο των
ορθόδοξων χριστιανών, Δευτερονόμιο κβ΄ 21: «Να
λιθοβολείται η θυγατέρα του λαϊκού όταν πορνεύσει». Αλλά και μη τα χειρότερα, Λευϊτικό κα΄. θ΄: «Θυγατέρα ανθρώπου ιερέως εάν βεβηλωθεί
πορνεύοντας.... επί πυρός κατακαυθήσεται».
Juliette Georgiades Όταν μιλάμε για Ισλάμ, η κουβέντα γρήγορα γυρίζει στη καταπίεση και τις γυναίκες. Στη μαντίλα, στη μπούρκα, και στην υποδεέστερη κοινωνική τους θέση. Στους περιορισμούς και στην υποταγή. Αναμφισβήτητα στα μάτια των δυτικών δεν μπορεί παρά να είναι έτσι. Όπως και στα μάτια πολλών γυναικών εντός του Ισλάμ που τα υφίστανται.
Απ’ την άλλη όμως μεριά διατηρώ και αρκετές επιφυλάξεις στο κατά πόσον εμείς οι δυτικοί μπορούμε να κρίνουμε και να κατακρίνουμε με τόση σιγουριά μιαν άλλην, άγνωστη σε μάς κοινωνία, η οποία βρίσκεται στον αντίποδα της δικής μας. Διαφορετικές κοινωνίες αξιοδοτούν με διαφορετικό τρόπο συμπεριφορές και γεγονότα, όχι πάντοτε κατανοητά από τους άλλους. Και το λέω αυτό έχοντας σαν παράδειγμα την εντελώς διαφορετική πρόσληψη της μαντίλας από τους μεν και από τους δε. Για μεν τους δυτικούς αποτελεί έκφραση γυναικείας καταπίεσης, για δε τις μουσουλμάνες έκφραση ελευθερίας, όσον αφορά την έκφραση μέσω αυτής, της ιδιαίτερής τους ταυτότητας.
Και αυτό το συνειδητοποίησα όταν άκουσα τον Eduard Said να λέει ότι η μαντίλα αναβίωσε στην Αίγυπτο κατά την περίοδο της αγγλικής κατοχής, σαν ένας τρόπος σιωπηρής αντίστασης στον κατακτητή και σαν έμπρακτη δήλωση προσήλωσης στις τοπικές πολιτισμικές αξίες. Σήμερα πολλές μουσουλμάνες υιοθετούν τη μαντίλα για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Έχουν γίνει γνωστοί οι τρόποι με τους οποίους οι φοιτήτριες μετέρχονται των απαγορεύσεων της μαντίλας στους πανεπιστημιακούς χώρους στην Τουρκία και την Αίγυπτο Το να τους αποσπάσεις τη μαντίλα είναι σαν να τους αποσπάς με βίαιο τρόπο την εθνικότητα. Και ως προς αυτό το σημείο τις κατανοώ.
Φαντάζομαι ότι υπάρχουν και άλλα παραδείγματα τα οποία αν αποσπασθούν από τις δικές τους συντεταγμένες, στα δυτικά μάτια θα παραμένουν ανεξήγητα. Η απαίτηση κάθε πολιτισμός να κρίνεται μέσα στο δικό του πλαίσιο και όχι με κριτήρια δανεικά από άλλες κουλτούρες, νομίζω ότι ανήκει στον Claude Levi Strauss, ο οποίος και κατηγορήθηκε για σχετικισμό. Είτε έτσι όμως, είτε αλλιώς, προσωπικά αισθάνομαι ότι οι κρίσεις μου θα χωλαίνουν αν δεν ακούσω τις αιτιάσεις και της άλλης πλευράς, εν προκειμένω της μουσουλμανικής.
Μου φαίνεται ότι ξεμάκρυνα αρκετά από τον αρχικό μου στόχο, που ήταν να δείξω τη σχέση των γυναικών με τις επιστήμες στις μουσουλμανικές χώρες. Και τούτο, γιατί ακόμα και με όλα τα άλλα να παραμένουν σταθερά, ceteris paribus, όπως λένε οι οικονομολόγοι, ο βαθμός πρόσβασης των γυναικών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δείχνει και το βαθμό συμμετοχής και επιρροής στα κοινωνικά τεκταινόμενα, αν όχι προς το παρόν, σίγουρα στο εγγύς μέλλον....''https://www.facebook.com/thomas.gata.5/media_set...
https://parallhlografos.wordpress.com/2011/07/27/η-«μάχη-της-μαντίλας»-ρατσισμός-σε-προ/
Η «μάχη της μαντίλας»: Ρατσισμός σε προοδευτική συσκευασία
Posted on 27 Ιουλίου, 2011 5:27 μμ από Capybara 141
του Μιχάλη Βουρεκά
(για τη μεταφορά: Καπυμπάρα)
Et moi pour la juger qui suis-je?
(Aragon)
Η πρόσφατη νομοθεσία στη Γαλλία σχετικά με την απαγόρευση στους μαθητές να πηγαίνουν στο δημόσιο σχολείο φορώντας εμφανή θρησκευτικά σύμβολα, γνωστή και ως «νόμος κατά της μαντίλας», που ψηφίστηκε το 2004, αλλά και την απαγόρευση του νικάμπ (της μαντίλας που καλύπτει ολόκληρο σχεδόν το πρόσωπο και το σώμα) στους δημόσιους χώρους, που έγινε νόμος του κράτους φέτος, παρότι αφορά έναν πολύ περιορισμένο αριθμό προσώπων, προκάλεσε δυσανάλογα έντονες συζητήσεις.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ένα θέμα τόσο μερικό ανέδειξε πολύ ευρύτερα ζητήματα, όπως η μετανάστευση, η εθνική ταυτότητα, η σχέση του κράτους με τη θρησκεία, η θέση των γυναικών στην κοινωνία, η σχέση της χώρας με το αποικιακό παρελθόν και το ιμπεριαλιστικό παρόν της. Ο δημόσιος διάλογος γύρω από το θέμα χαρακτηρίστηκε από μια πατερναλιστική και ευρωκεντρική νοοτροπία, που συχνά δεν έκρυβε το ρατσισμό της.
Ανομολόγητος σκοπός αυτής της νέας νομοθεσίας ήταν ο στιγματισμός ολόκληρης της μουσουλμανικής κοινότητας της Γαλλίας, καθώς η παρουσία της εμφανίστηκε σαν πηγή κινδύνων για την ασφάλεια και την εθνική ταυτότητα, κάτι που δικαιολογούσε κάθε προσπάθεια από την πλευρά του κράτους για περιορισμό και στενή επιτήρηση του «ισλαμικού κινδύνου», δηλαδή του μουσουλμανικού πληθυσμού. Αυτό φαίνεται αφενός από το γεγονός ότι παρά τη διακηρυκτική απαγόρευση όλων των εμφανών θρησκευτικών συμβόλων, ο δημόσιος διάλογος στο σύνολό του, τόσο στα ΜΜΕ, όσο και στις προπαρασκευαστικές επιτροπές της Βουλής, περιορίστηκε αποκλειστικά στο θέμα της ισλαμικής μαντίλας και αφετέρου από τα αποτελέσματα της κυρίαρχης ρητορικής, που έδωσε ιδεολογική κάλυψη και απενοχοποίησε, μια σειρά από επιθέσεις και λεκτικές προσβολές σε γυναίκες που φορούσαν νικάμπ ή μαντίλα σε δημόσιους χώρους.
Η επιχειρηματολογία υπέρ των νέων νόμων δεν ήταν πάντοτε ανοιχτά συντηρητική. Αντίθετα, πολύ συχνά εμφανιζόταν με τη μορφή μιας γενικόλογης προοδευτικής ρητορικής υπεράσπισης των οικουμενικών αξιών, των γυναικείων δικαιωμάτων και του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα το θέμα να διχάσει οριζόντια ολόκληρο το φάσμα της αριστεράς. Έτσι, ένα μεγάλο μέρος της αριστεράς, αλλά και των αντιρατσιστικών και φεμινιστικών οργανώσεων έθεσε ασυναίσθητα τον εαυτό του στο αριστερό άκρο μιας εθνοκεντρικής και άρρητα ισλαμοφοβικής συναίνεσης. Η ισλαμοφοβία κατέστη μ’ αυτόν τον τρόπο «πολιτικά ορθός» θεσμικός λόγος και η μοναδική μορφή ανεκτού ρατσισμού, αποκτώντας απήχηση πολύ πέρα από τους γνωστούς ξενοφοβικούς κύκλους στους οποίους θα έπρεπε λογικά να περιορίζεται.
Η στάση αυτού του τμήματος της αριστεράς οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι για να απαντήσει στα νέα ερωτήματα, χρησιμοποίησε ανεπαρκή και απαρχαιωμένα αναλυτικά εργαλεία. Στηρίχθηκε είτε σε μια φιλελεύθερη ανάλυση που έβλεπε τη θρησκεία και το κοσμικό κράτος σαν ανιστορικές κατηγορίες, έξω από το πλαίσιο μιας κοινωνίας στην οποία υπάρχουν σχέσεις εξουσίας είτε σε έναν δογματικό μαρξισμό που δεν βλέπει άλλες αντιθέσεις πέρα από τις ταξικές ή θεωρεί ότι οι λεγόμενες δευτερεύουσες αντιθέσεις θα επιλυθούν αυτόματα με τη δικαίωση των ταξικών αγώνων.
Έτσι, τοποθετήθηκε στο θέμα σαν να έπρεπε να απαντήσει σε κάποιους φανταστικούς επικριτές της αριστεράς, που την εγκαλούν ότι μεροληπτεί και δεν αντιμετωπίζει «όλες τις θρησκείες το ίδιο», ξεχνώντας ότι στη βάση της παράδοσής της βρίσκεται η μεροληψία υπέρ των καταπιεσμένων, χωρίς να εξαρτά την υπεράσπισή τους από την προηγούμενη αποδοχή από μέρους τους της ιδεολογικής και φιλοσοφικής της τοποθέτησης.
Στο σημείο αυτό θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εστιάσουμε στη βασική επιχειρηματολογία υπέρ των απαγορεύσεων, που διεκδικεί για τον εαυτό της προοδευτικά χαρακτηριστικά.
Ένα κοσμικό κράτος χωρίς ελευθερία και ισότητα
Όσο κι αν παρουσιάζεται σαν επιστροφή στις ρίζες των αξιών του κοσμικού κράτους, που απειλείται εκ νέου, η νέα νομοθεσία μπορεί να δικαιολογηθεί στο πλαίσιο αυτό, μόνο αν επανερμηνευθεί η έννοια της κοσμικότητας του κράτους με τρόπο ιδιαίτερα στενό και με σαφή συντηρητικά χαρακτηριστικά.
Με βάση το νόμο του 1905 για το χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους το κοσμικό κράτος είναι ένα μέσο για την αρμονική συνύπαρξη των πολιτών με βάση τις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας. Στο πλαίσιο αυτό η αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους επιβάλλει την οργάνωση των κρατικών υπηρεσιών και του δημόσιου χώρου με τέτοιον τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η ισότητα, η μη επιβολή δηλαδή, της θρησκευτικής ταυτότητας της πλειοψηφίας στη μειοψηφία με εργαλείο προνομιακής προώθησής της το κράτος. Ταυτόχρονα, επιδιώκεται η μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία έκφρασης. Κάθε θρησκευτική ταυτότητα μπορεί να εκφράζεται ελεύθερα. Υπό αυτό το πρίσμα, η θρησκευτική ουδετερότητα αποτελεί υποχρέωση του κράτους και όχι των πολιτών, με σκοπό οι πολίτες να απολαμβάνουν την ελευθερία να μην είναι ουδέτεροι.
Στους αντίποδες βρίσκεται μια επανερμηνεία της αρχής της κοσμικότητας του κράτους, κυρίαρχη σήμερα, που θέλει το κοσμικό κράτος αυτοσκοπό και απαιτεί την ουδετερότητα όχι μόνο από το κράτος, αλλά και από τους πολίτες. Έτσι, αντί να διασφαλίζει τη μέγιστη ελευθερία έκφρασης ζητά την απαγόρευσή της για όλους. Δεν πρέπει να είναι ο δημόσιος χώρος ουδέτερος, αλλά το κοινό που τον διασχίζει.
Στη βάση αυτής της ερμηνείας βρίσκεται η λογική ότι η κοσμικότητα ταυτίζεται με το χωρισμό της δημόσιας σφαίρας από την ιδιωτική καθώς και η αυθαίρετη κατάταξη της έκφρασης της θρησκευτικής συνείδησης στην ιδιωτική. Κάτι τέτοιο βέβαια, στον πραγματικό κόσμο δεν ισχύει. Διαφορετικά, δεν θα επιτρέπονταν οι λιτανείες στους δημόσιους χώρους και οι εκκλησίες δεν θα βρίσκονταν στις κεντρικές πλατείες των χωριών και των συνοικιών όντας ελεύθερα προσβάσιμες στο κοινό, αλλά σε διαμερίσματα πολυκατοικιών, όπως τα παράνομα τζαμιά της Αθήνας.
Επιπλέον, όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, η νέα νομοθεσία στόχευε στην πράξη στον περιορισμό της ελευθερίας έκφρασης όχι ολόκληρης της κοινωνίας, αλλά μόνο της μουσουλμανικής μειοψηφίας, την οποία χωρίς να το λέει, φωτογραφίζει με τις διατάξεις της. Γι’ αυτό άλλωστε, οι κοινωνικές αντιδράσεις απέναντί της ήταν τόσο χλιαρές· η πλειοψηφία αντιλαμβανόταν ότι η ταυτότητά της ήταν αρκετά ουδέτερη, ώστε η απαγόρευση να μην την αφορά. Η κοσμικότητα του κράτους καθίσταται επομένως, από μέσο προστασίας της ισότητας, προσκλητήριο σιγής και απόσυρσης των μουσουλμάνων από τη δημόσια σφαίρα. Αυτή η λογική είναι χαρακτηριστικό κάθε ρατσισμού· η μειοψηφία επιτρέπεται να υπάρχει, αλλά όχι και να φαίνεται «για να μην προκαλεί».
Μπορεί επομένως, κανείς να ισχυριστεί ότι η απειλούμενη κοσμικότητα του κράτους, που έσπευσαν πολλοί να υπερασπιστούν, δεν είναι παρά μία ερμηνεία της. Μια κοσμικότητα χωρίς ελευθερία (δηλαδή ολοκληρωτική) και χωρίς ισότητα (δηλαδή ρατσιστική).
Φεμινισμός ενάντια στις γυναίκες
Αφετηρία της φεμινιστικής επιχειρηματολογίας υπεράσπισης της νέας νομοθεσίας αποτελεί η μονοσήμαντη ερμηνεία της μαντίλας ως συμβόλου της γυναικείας καταπίεσης. Υπό το πρίσμα αυτό, η μαντίλα θεωρείται ότι δεν μπορεί να αποτελεί («πραγματικά») ελεύθερη επιλογή, αλλά ότι αντίθετα, σίγουρα επιβάλλεται από το οικογενειακό περιβάλλον ή την «κοινότητα». Αντίστοιχα, οι γυναίκες που τη φορούν είναι είτε καταπιεσμένες είτε εθελόδουλες. Εξάγεται επομένως το συμπέρασμα ότι το κράτος οφείλει να παρέμβει απ’ έξω για να τις απελευθερώσει, αφού δεν μπορούν να το κάνουν από μόνες τους. Έτσι, φτάνουμε στο σημείο να υποστηρίζονται μέτρα που ενώ διακηρύσσουν ότι στοχεύουν στη προστασία από την καταπίεση, στρέφονται για πρώτη φορά ενάντια στα θύματα αυτής της καταπίεσης διώχνοντάς τα από το δημόσιο σχολείο ή το δημόσιο χώρο και στιγματίζοντάς τα.
Στο σημείο αυτό πρέπει να παρατηρήσουμε ότι τα μέτρα αυτά είναι αμφίβολης αποτελεσματικότητας καθώς δεν επιχειρούν να παρέμβουν συνολικά στις σχέσεις εξουσίας που υπάρχουν ανάμεσα στα δύο φύλλα, αντίθετα το μόνο που μπορούν να επιτύχουν, και που φαίνεται ότι στην πραγματικότητα επιζητούν, είναι να μη φαίνεται αυτό που στα δικά μας μάτια συμβολίζει τη γυναικεία καταπίεση, δηλαδή η μαντίλα, για όσο χρονικό διάστημα οι γυναίκες που συνηθίζουν να τη φορούν συνυπάρχουν μαζί μας στο δημόσιο χώρο.
Τα φεμινιστικά επιχειρήματα εντάσσονται στο πλαίσιο ενός πατερναλιστικού μονολόγου, που προϋποθέτει ότι «εμείς» γνωρίζουμε τι είναι καλό για τις γυναίκες που φορούν μαντίλα, καλύτερα απ’ αυτές, ενώ ο ισότιμος διάλογος με την άποψή τους θεωρείται περιττός καθώς αυτές προσλαμβάνονται ως ανίκανες να έχουν δική τους γνώμη και ο λόγος που αρθρώνουν ως σίγουρα υποβολιμιαίος. Ο μόνος λόγος, προερχόμενος από γυναίκες από την Ανατολή, που παρουσιάζεται σαν χρήσιμος στο δημόσιο διάλογο είναι αυτός που επιβεβαιώνει απλά τα συμπεράσματα στα οποία έχουμε ήδη καταλήξει. Αυτός, όμως, ενώ είναι αναμφισβήτητα ειλικρινής, εξάγεται από ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον (π.χ. το Ιράν) -όπου η μαντίλα επιβάλλεται υποχρεωτικά από ένα αυταρχικό κράτος- και μεταφέρεται μηχανιστικά σε ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο διαλόγου.
Η μονοσήμαντη ερμηνεία της μαντίλας ως συμβόλου υποκρύπτει μια άρνηση να αναγνωριστεί στις μουσουλμάνες το δικαίωμα να έχουν πολλαπλή ταυτότητα και να την εκφράζουν. Να μπορούν να είναι και γυναίκες και μουσουλμάνες και Γαλλίδες και Βορειοαφρικανές και να προσδίδουν διαφορετικές νοηματοδοτήσεις στη μαντίλα στο πλαίσιο αυτό. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο νεαρές μουσουλμάνες να επιλέγουν να φορούν μαντίλα -τη στιγμή που οι μητέρες τους δεν φορούν- είτε με στόχο να ενσωματωθούν στη γαλλική κοινωνία, χωρίς να αφομοιωθούν άνευ όρων στις πολιτιστικές της νόρμες είτε γιατί απορρίπτουν το δυτικό πρότυπο για τη θηλυκότητα είτε γιατί επιλέγουν να μετατρέψουν αυτό που συμβόλιζε την υποτίμηση σε σύμβολο υπερηφάνειας μιας ταυτότητας που περιθωριοποιείται βίαια.
Η ιδεολογική υπεροψία που χαρακτηρίζει το σώμα αυτής της επιχειρηματολογίας και η υποτίμηση των μουσουλμάνων γυναικών έφτασε στο απόγειό της με την εκδίωξη γυναικών που φορούσαν μαντίλα από φεμινιστικές διαδηλώσεις από τις διοργανώτριες.
Θα ήταν ορθό να σημειώσουμε ότι δεν μπορεί να θεωρήσει κανείς ότι στο σύνολό της η φεμινιστική συνηγορία στη νέα νομοθεσία έχει κίνητρα ρατσιστικά. Σε πολλές περιπτώσεις πηγάζει από μια γνήσια ανησυχία για την υπεράσπιση αυτών που εκλαμβάνονται ως οικουμενικές αξίες. Το πρόβλημα ξεκινάει από τη στιγμή που οι οικουμενικές αξίες ταυτίζονται με το δυτικό πολιτιστικό πρότυπο και η ελευθερία με την αφαίρεση των εμποδίων που ανακόπτουν το δρόμο μιας κοινωνίας προς αυτό.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μια πιο ευρύχωρη και γνήσια οικουμενική αντίληψη για τις πανανθρώπινες αξίες δεν συμπυκνώνεται στη φράση «οι ελεύθερες γυναίκες δεν φορούν μαντίλα», αλλά στη φράση «οι ελεύθερες γυναίκες φορούν ό,τι θέλουν».
Συμπερασματικά, θα λέγαμε πως η «μάχη της μαντίλας» υπήρξε εξαιρετικά διδακτική για το πως ο ρατσισμός γίνεται σιγά-σιγά «πολιτικά ορθός» θεσμικός λόγος, αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο ένα μεγάλο κομμάτι της αριστεράς βλέπει το ρόλο της ως υπερασπιστή της ισότητας και της ελευθερίας σε μια πολυπολιτισμική Ευρώπη που διαρκώς αλλάζει. Όσο βλέπει την ελευθερία μονόπλευρα, σαν το «δικαίωμα» των άλλων να γίνουν επιτέλους σαν κι εμάς και την ισότητα σαν απουσία της διαφοράς, η αριστερά είναι καταδικασμένη αντί να βρίσκεται στο πλευρό όσων υφίστανται την καταπίεση και τις διακρίσεις, να προσχωρεί σε μια συντηρητική συναίνεση, που έχουν φτιάξει άλλοι.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στα «Ενθέματα» της «Αυγής» στις 19.06.2011
Daphne Chronopoulou Τι πάταγο κάνει μια τσεμπερού ενώ ειδήσεις σαν αυτή πέρασαν απαρατήρητες- μα Μουσουλμάνοι άνδρες είναι κι αυτοί και δεν ταιριάζουν με το στερεότυπο του παλαβωμένου Ταλιμπάν:Ιρανοί φορούν μαντίλες για αντίσταση
http://www.independent.co.uk/.../men-in-hijab-iran...
http://www.independent.co.uk/.../men-in-hijab-iran...
Athina Pal Ο καθένας μπορεί να φοράει ο,τι θέλει και ο,τι νιώθει ότι τον εκφράζει ασχέτως αν εμείς δεν θα επιλέγαμε πότε να φορέσουμε κάτι παρόμοιο. Δεν υπάρχει αυταρχική ελευθερία.
Daphne Chronopoulou Όπως Μουσουλμάνες - και μάνες των σημερινών κοριτσιών είναι και αυτές: 8 Μαρτίου 1979, Ημέρα της γυναίκας 10.000 γυναίκες διαδήλωσαν στο Ιράν κατά της μαντίλας.
http://nytlive.nytimes.com/.../the-day-100000-iranian.../
http://nytlive.nytimes.com/.../the-day-100000-iranian.../
Και ένα απίστευτο. Πόσταρα μια Παναγία.
Ο κύριος, ίσως επηρεασμένος από όσα διαβάζει για μαντίλες την είδε φαίνεται με άλλα
μάτια και, δίχως δεύτερη σκέψη, σχολίασε.
Μ' αυτό δεν έχουμε πρόβλημα.
Ούτε μ' αυτό έχουμε πρόβλημα
Αλλά μ' αυτό έχουμε τεράστιο πρόβλημα
Οι Amish δε μας ενοχλούν όμως. Ή θα τις αναγκάσουμε;
Πάντως σε κάποια πράγματα η ελληνική επαρχία είναι πιο μπροστά. Να, βλέπω ας πούμε κάτι γιαγιάδες να κυκλοφορούν στην παραλία με ντάλα ήλιο, μαυροντυμένες από την κορφή ως τα νύχια και με μαντήλια στο κεφάλι και δεν τις πειράζει κανένας.
Φωτογραφήθηκαν χθες στη Γαλλία: #motokini για αντίσταση
Άλλη μια προσωπική εμπειρία:
Έτσι μου απευθύνονται όταν δεν τους αρέσει το φόρεμά μου (ένα από τα πάρα πολλά).
Διότι ο σεβασμός προς τη γυναίκα εξαρτάται από το ρούχο της
Από το Σύρο 'khartoonist' Khaleed Albaih
Δάφνη μου,ασφαλώς δεν φταίνε οι άντρες.Αν εννοείς ανόητοι άνδρες,θα συμφωνείς και στο ανόητοι άνθρωποι.Επειδή λοιπόν η ενδυμασία είναι έκφραση της προσωπικότητας και ελευθερίας του ατόμου,συμφωνώ απόλυτα με αυτό που έγραψες."Στόχος μας είναι η εξασφάλιση της ελευθερίας για όλες και όλους. Κι αυτό δε γίνεται με απαγορεύσεις. Γίνεται με παιδεία και χειραφέτηση. Γίνεται με προάσπιση του δικαιώματος της γυναίκας να φορέσει ό,τι θέλει, είτε είναι μαύρο είτε άσπρο, είτε είναι αποκαλυπτικό είτε όχι."
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητέ Μερμελέχα
Διαγραφήαυτό που παρατηρώ είναι ότι παπάδες και μουλάδες βγάζουν κανόνες.
Κι ακόμα ότι μου κάνει εντύπωση που οι άνδρες (όπως θα δεις και στο facebook) σχολιάζουν πολύ πιο παθιασμένα από τις γυναίκες και δείχνουν μικρότερη ανεκτικότητα.
__Για παράδειγμα παράλογα οργισμένα σχόλια σαν το 'άμα θα ρθουν αυτοί εδώ να σου βάλουν μπούρκα..' που ανέφερα, έχουν ήδη έρθει στο inbox. ―
Αλλά βεβαίως η ελευθερία είναι το ζήτημα που πρέπει να προασπιστεί. Πρώτα και πάνω από όλα η ελευθερία.
Αγαπητή Δάφνη,
Διαγραφήτους κανόνες τους βάζει πρώτα η φύση και μετά οι άνθρωποι.Η διαφορά είναι ότι οι κανόνες της φύσης είναι μόνιμοι,ενώ των ανθρώπων μεταβλητοί ιδίως όταν δεν είναι δίκαιοι.Μην ξεχνάς ότι ανάλογη μεταχείριση με τις γυναίκες της Ανατολής είχαν κάποτε και οι Δυτικές,αλλά αυτό άλλαξε στην ροή του χρόνου.Από την άλλη και τους μουλάδες και τους παπάδες γυναίκες τους ανέθρεψαν.Τι να πω για τις μανάδες που αγοράζουν πολεμικά παιχνίδια στον κανακάρη τους και μετά του κάνουν αντιπολεμικό κήρυγμα.Αυτός είναι ο λόγος που συμφωνώ ότι για την ελευθερία χρειάζεται παιδεία και χειραφέτηση.