Πλείστοι ιστορικοί πιστεύουν ότι η περιοχή της Βέροιας της Συρίας, η γνωστή ως « Χαλέπιον – Χαλέπι », ή όπως αναφέρεται στην αραβική « حَلََبُ», κατοικείτο από επτά χιλιετίες. Τα μεν σπήλαια, που υπάρχουν σε αρκετές περιοχές γύρω από το Χαλέπι κατοικούντο πρωτύτερο, οι δε λόφοι, όπως ο λόφος " تل العقبة " κατοικήθηκαν από την Β΄ χιλιετία π . Χ
Το Χαλέπι ήταν σύγχρονο με τις πόλεις « Νινεβί , Βαβέλ , Μαρί, Αυγαρίτιδα και άλλες », που αφανίστηκαν, ενώ αυτή η πόλη η γνωστή ΒΕΡΟΙΑ της ΣΥΡΙΑΣ παρέμεινε όρθια, πανάρχαια και συνάμα σύγχρονη ως σήμερα.
Άλλοι ιστορικοί και ερευνητές συγκαταλέγουν την πόλη του Χαλεπίου με εκείνη της Δαμασκού της Συρίας και της Ιεριχούς της Δυτικής όχθης του Ιορδάνη στις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου, που κατοικούνται μέχρι σήμερα. Άλλωστε, το Χαλέπι ήταν άνω των χιλίων χρόνων όταν ιδρύθηκε η Ρώμη.
Το Χαλέπι διαδραμάτισε διακεκριμένο πολιτισμικό ρόλο από πέντε χιλιετίες. Οι ανασκαφές που έχουν γίνει στην περιοχή αποδεικνύουν ότι, κατά την λίθινη εποχή τα σπήλαια της σημερινής περιοχής "الكلاسة" κατοικούνταν και από τότε.
Το όνομα Χαλέπιον – Χαλέπι ( حلب ) στις ιστορικές πηγές και βιβλιογραφία.
Το όνομα ( HALAM –حلم ) αναφέρεται ως όνομα της πόλης του βασιλείου )EBLA- ايبلا (. Ενώ στον κώδικα MARI του ( 1750 ) π . Χ αναφερόταν ως Χαλέπα « Χάλμπα - حلبا», πρωτεύουσα του Βασιλείου «يمحاض ».
Λέγεται ακόμη πως το όνομα Χαλέπι « حلب » στην Αμμορική γλώσσα σήμαινε σίδηρος και χαλκός, ενώ το όνομα στην Αραμαϊκή προφερόταν ως Χάλμπα ή Χαλάμπα από παραφθορά Χαλέμπα που σήμαινε λευκότητα, πράγμα που σχετίζεται με το λευκό χρώμα του εδάφους και του ασβεστόλιθου της συγκεκριμένης περιοχής.
Υπό το όνομα Αλέπο μνημονεύεται και στα αιγυπτιακά μνημεία από το 2000 π. Χ . Από τον Στράβωνα μάλιστα αναφέρεται ως « Πολύχνιον » ενώ ως « Χάλος » των αρχαίων Ελλήνων αναφέρεται στην «Κύρου Ανάβαση» του Ξενοφώντα.
Ένας Άραβας ιστορικός ερευνητής λέει ότι, το όνομα είναι σύνθετο και αποτελείται από τις λέξεις « حلًّ + لب » και σημαίνει τόπο συνάθροισης. Τέλος, το 312 π. Χ ο Σέλευκος Νικάτωρ ( 312- 280 ) π. Χ , ένας από τους στρατηγούς του Μ. Αλεξάνδρου ονόμασε την πόλη ΒΕΡΟΙΑ, προς τιμή της γεννήτριας του πατέρα του Αλεξάνδρου ΒΕΡΕΙΑ της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, για να θυμίζει έτσι στους στρατιώτες ότι, η πρωτεύουσά τους βρίσκεται στην Ελλάδα. Με το όνομα ΒΕΡΟΙΑ παρέμεινε η πόλη γνωστή καθ’ όλη τη διάρκεια της ελληνικής, ελληνιστικής και βυζαντινής περιόδου.
Είναι ιστορικά δεδομένο πως δεν υπάρχει συγκεκριμένη άποψη για την ετυμολογία της ονομασίας « Χαλέπι », ή حلب . Στη Βιβλική προφορική παράδοση αναφέρεται ότι, ο Πατριάρχης Αβραάμ κατασκήνωσε στον λόφο, όπου κτίστηκε εκεί ένα κάστρο - قلعة – κατόπιν. Εκεί λέγεται πως άρμεγε τα πρόβατά του, τις καμήλες του και την αγαπημένη του αγελάδα την الشهباء και μοίραζε το γάλα τους στους πτωχούς. Για τον λόγο αυτόν οι κάτοικοι της περιοχής, γύρω από την κατασκήνωση του ελεήμονα Αβραάμ έλεγαν « حلب الشهباء » που σημαίνει δηλ. άρμεγε την σταχτιά-ψαριά αγελάδα και μοίραζε το γάλα. Έτσι, επικράτησε το όνομα αυτό στην αραβική μέχρι σήμερα.
Σε άλλο ιστόρημα αναφέρεται ότι, ο «ΑΜΛΙΚ», ένας εκ των γιγάντων είχε τρεις υιούς , τους οποίους ονόμαζε : ΧΑΛΑΜΠ ( Χαλέπι ) , ΧΟΥΜΣ ( Έμεσα ) και ΠΟΥΡΝΤΑΑ, εκ των οποίων ο καθένας έκτισε μια πόλη, δίνοντας σε αυτή το όνομά του. Η αναφορά όμως στην ετυμολογία της ονομασίας της πόλης « حمص » ελληνικά ( ΕΜΕΣΑ ) , δηλ. ενδιάμεση και μεσαία μεταξύ των πόλεων Δαμασκού και Χαλεπιού – Βεροίας ανατρέπει την εκδοχή αυτή.
Ο άραβας ιστορικός «ابن النديم» αναφέρει ότι, όταν π Πατριάρχης Αβραάμ αποφάσισε να αναχωρήσει από το Χαλέπι, συνεχίζοντας την πορεία του προς την γη της επαγγελίας, στράφηκε προς τον τόπο όπου διέμενε, σήκωσε τα χέρια του προς τον ουρανό λέγοντας: « Κύριε … Κύριε κάνε το έδαφός της γης του τόπου αυτού εύφορο, τον αέρα της δροσερό και το νερό της γλυκό. Κάνε Κύριε τα τέκνα της να την αγαπούν…» .
Έτσι, ο Θεός εισάκουσε τον Αβραάμ, σε τέτοιο βαθμό, κατά τον οποίο, όποιος εμμένει να μένει στην πόλη του Χαλεπιού, έστω για βραχύ χρονικό διάστημα, να την αγαπά και να στεναχωριέται μάλιστα άμα την εγκαταλείπει. Αναφέρεται μάλιστα ότι, όταν ο Αριστοτέλης διαπίστωσε το καλό κλίμα του Χαλεπιού, ζήτησε από τον μαθητή του Μ. Αλέξανδρο να του επιτρέψει να παραμείνει στ Χαλέπι μέχρι να θεραπευθεί από την ασθένειά του . και έτσι έγινε.
Ο άραβας περιηγητής «ابن بطوطة» εξέφρασε τον θαυμασμό του για την πόλη του Χαλεπιού, ζητώντας μάλιστα να ανακηρυχθεί ως πρωτεύουσα του Χαλιφάτου.
Η πόλη του Χαλεπιού αναφέρεται ακόμα σε δυο θεατρικά έργα του Σαίξπηρ, στον Μακβέθ και στον Οθέλο. Ακόμη και ο Γάλλος ποιητής Λαμαρτίνος έμεινε για λίγο χρονικό διάστημα στην συνοικία « الكتّاب » όπου έγραψε ένα ποίημα για μια Χαλεπιανή κόρη που κάπνιζε ναργιλέ καθισμένη δίπλα στο σιντριβάνι της έπαυλής της. Ο Λαμαρτίνος μάλιστα αποκάλεσε την πόλη ως « Αθήνα της Ασίας ».
Το Χαλέπι ως Βέροια υπήρξε σημαντική πόλη της Β. Συρίας και σπουδαία χριστιανική Μητρόπολη, η οποία μετά την μάχη πλησίον του ποταμού Γιαρμούκου ( 634 μ . Χ ) νότια της Δαμασκού παραδόθηκε το ( 636 μ. Χ ) στους υπό του « أبو عبيدة بن الجرّاح » άραβες μουσουλμάνους μαχητές.
Η πόλη παρέμεινε υπό την αραβική ισλαμική κυριαρχία από το 634 μέχρι τις 23 Δεκεμβρίου 962 μ. Χ , όποτε την ανακατέλαβε ο Νικηφόρος Φωκάς από τους μουσουλμάνους Χαμαντάνιους άραβες.
Αναφέρεται επίσης ότι η Αυτοκράτειρα της Ν. Ρώμης, μητέρα του Μ . Κωνσταντίνου Αγία Ελένη έκτισε στην Βέροια της Συρίας, το Χαλέπι ένα μεγαλοπρεπή Καθεδρικό Ι. Ναό, τον οποίο αναστήλωσε ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός μετά την επιδρομή των Περσών κατά τηςπόλης το 540 μ. Χ. Αυτός ο μεγαλοπρεπής Ι. Ναός μετατράπηκε το 1124 μ. Χ σε τέμενος, το αποκαλούμενο των Σαμαράδων "جامع السرّاجين ", και σε σχολή εκμάθησης του Κορανίου « الكتّاب» το 1149 μ. Χ , την εποχή της δυναστείας του Νουρ Αλ- Ντιν Αλ-Ζαγκί " نور الدّين الزًّنكي " ( 1127 – 1183 μ. Χ ).
Οι επανειλημμένες σταυροφορίες δεν κατόρθωσαν να καταλάβουν τη Βέροια. Το 1085 μ. Χ οι Σελτζούκοι την κατακτούν και την είχαν υπό την κυριαρχία τους μέχρι το 1291 μ. Χ, οπότε περιήλθε από τους Σελτζούκους Τούρκους στην κυριαρχία των Μαμελούκων της Αιγύπτου. Το 1400 μ. Χ ο Τάταρος ηγέτης Ταμερλάνος κατέκτησε την πόλη, την οποία και κατέστρεψε . Το 1516 μ. Χ τέλος, καταλαμβάνεται από τους Οθωμανούς, οι οποίοι την κατείχαν μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Με την λήξη του πολέμου και την νίκη των συμμάχων τίθεται μαζί με την υπόλοιπη Συρία, μετά από απόφαση της Κοινωνίας των Εθνών υπό την κηδεμονία της Γαλλίας μέχρι της συστάσεως του ανεξάρτητου κράτους της Συρίας στις 17/04/1945.
Κατά την εποχή των Ουμαγιάδων – عصر ألامويين" ο Χαλίφης Αλ Ουαλίντ Μπεν Αμπντι Αλ-Μαλίκ " الوليد بن عبد الملكِ έκτισε, αρχές του Η΄ αιώνα μ. Χ , δίπλα στον μεγαλοπρεπή Καθεδρικό Ναό το μεγάλο τέμενος του Χαλεπιού, που μέχρι σήμερα αποκαλείται ως « Μεγάλο Τέμενος των Ουμαγιάδων – الجامع الاموي الكبير ». Η δε αποπεράτωση του τεμένους έγινε από τον αδελφό του Σουλεϊμάν . Η ανέγερση του μεγάλου αυτού τεμένους έγινε στον περιβάλλοντα χώρο του Ι. Μητροπολιτικού Καθεδρικού Ναού της Βεροίας της Συρίας, τον οποίο όπως προαναφέραμε έκτισε η Αγία Ελένη. Ο χώρος αυτός της παλιάς ορθόδοξης χριστιανικής εκκλησίας έμεινε έως σήμερα γνωστός ως η σχολή Χαλαβία – الحلوية.
Με την ανατροπή της Δυναστείας των Ουμαγιάδων από τους Αβάσιδες, οι τελευταίοι αφαίρεσαν τα μάρμαρα και τα ψηφιδωτά του όλου συγκροτήματος του μεγάλου τεμένους και τα σχολής διδασκαλίας του Κορανίου και τα μετέφεραν στο τέμενος Αλ-Ανμπάρ-الآنبار κοντά στη Βαγδάτη.
Αναφέρεται ακόμη ότι, το Μεγάλο Τέμενος αυτό έκαψε ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς το 962 μ. Χ και το αναστήλωσε ο Χαμαντανίτης βασιλιάς του Χαλεπιού « Σαϊφου Αλ- Νταουλατί Αλ-Χαμαντάνη سيف الدولة الحمداني-». Οι Ισμαηλίτες το έκαψαν πάλι το 1169 μ. Χ και το αναστήλωσε ο Νουρ Αλ-Ντιν Αλ-Ζάγκι, καθώς και οι Τάταροι το 1285 μ. Χ. Λέγεται μάλιστα ότι, στο Μεγάλο Τέμενος που υπήρξε Καθεδρικός Ιερός Ναός της Μητροπόλεως Βέροιας της Συρίας φυλάσσεται η Κάρα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, ενώ άλλοι ιστορικοί ισχυρίζονται πως η Κάρα ανήκει στον πατέρα του Ζαχαρία.
Ένα άλλο αξιόλογο αρχαίο ελληνικό και βυζαντινό μνημείο είναι το τέμενος Αλ-Κκικκάν « القيقان جامع» , που θεωρείται ότι υπήρξε το κέντρο της αρχαίας πόλης του Χαλεπιού την π. Χ εποχή. Το τέμενος αυτό οικοδομήθηκε με υλικά διάφορων ιστορικών μνημείων και περιόδων. Ο αρχαιότερος σωζόμενος λίθος ανάγεται στο δεύτερο ήμισυ της Β΄ π. Χ χιλιετίας και φέρει ιερογλυφική Χιτική γραφή. Σώζονται επίσης και κίονες της Ελληνιστικής, Ρωμαϊκής και Βυζαντινής περιόδου.
Ως γνωστό, ο χριστιανισμός διαδόθηκε στη Βέροια της Συρίας πολύ νωρίς, ίσως δε από τον Α΄ αιώνα. Εξ αρχής η Βέροια γίνεται εκκλησιαστικό κέντρο και αποβαίνει Ι . Μητρόπολη και Αρχιεπισκοπή. Από τον ΣΤ΄ αιώνα φέρεται ως αυτοκέφαλος Αρχιεπισκοπή της Συρίας. Στα ελληνικά έγγραφα και ιστορικές πηγές αναφέρεται ως Επισκοπή Συρίας Α΄ . Από της ισλαμικής αραβικής κατάκτησης υπαγόταν, άλλοτε στο κλίμα του πατριαρχείου Αντιοχείας και πάσης Ανατολής, όπως και σήμερα, και άλλοτε στο της Κωνσταντινουπόλεως . Ως Βεροίας και Συρίας Α΄ μάλιστα, ήταν γνωστοί όλοι οι Ιεράρχες Επίσκοποί της. Από του ΙΣΤ΄ όμως αιώνα μέχρι και σήμερα οι επίσκοποί της καλούνται στα αραβικά ως Χαλεπίου και Αλεξανδρέττας .
Τα αξιόλογα μνημεία της Βέροιας της Συρίας
Ø Τα τείχη της παλιάς πόλης
Το Χαλέπι, η ελληνική, ελληνιστική και βυζαντινή Βέροια της Α΄ Συρίας, περικλειόταν από στερεά τείχη και πυργίσκους. Τα δε σημερινά τείχη ορθώνονται πάνω στα ερείπια εκείνων που, ανάγονται χρονικά στην ελληνιστική, ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο. Όσα τμήματα έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα, ιδιαίτερα τα άνω τμήματα των τειχών ανάγονται χρονικά στην εποχή των Μαμελούκων ( 15ος αιώνας ) . . Διατηρούνται μάλιστα τμήματα των τειχών και των είκοσι (20) πυργίσκων και άλλα τμήματα από δέκα επτά (17) πύλες της παλιάς πόλης του Χαλεπιού όπως των πυλών της Αντιόχειας και του Αλ-Φαράτζ (باب انطاكية وباب الفرج ) .
Ø Το κάστρο του Χαλεπιού
Θεωρείται ως το μεγαλύτερο κάστρο-φρούριο του κόσμου. Κανένας κατακτητής δεν κατόρθωσε με ένοπλα στρατιωτικά μέσα να το εκπορθήσει και να το κυριαρχήσει. Ο μουσουλμάνος ηγέτης, κούρδος στη καταγωγή, ο νικητής της οριστικής μάχης κατά των σταυροφόρων صلاح الدين الايوبي " " είχε δηλώσει ότι : « αν πέσει το κάστρο του Χαλεπιού, ήταν δυνατή στην πραγματικότητα να καταληφθεί όλη η Γεωγραφική Συρία » . Ο δε ηγέτης του Χαλεπιού Νουρ Αλ-Ντιν Αλ-Ζανγκί – نور الدين الزنكي χαρακτήριζε την πόλη του Χαλεπιού ως η πύλη του Ιράκ.
Ø Το Εθνικό Μουσείο του Χαλεπιού
Το μουσείο του Χαλεπιού έχει το σπάνιο γνώρισμα, όπου όλα τα εκθέματά του προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή του Χαλεπιού. Ιδιαίτερο τμήμα του είναι εκείνο, που ανήκει στην ιστορική εποχή της Βέροιας της Α΄ Συρίας ( 133 π. Χ έως 636 μ. Χ ) , όπου εκτίθενται ευρήματα από την Αλεξανδρέττα, την Δούρα Ευρίπου και την γενέτειρα της Αυτοκράτειρας Θεοδώρας Ιεράπολη – منبج .
Ø Η παλιά αγορά
Η παλιά φημισμένη αρά του Χαλεπιού αποτελείται από 37 επαγγελματικές κλαδικές αγορές. Η κάθε μια διαθέτει πύλες εισόδου και εξόδου, τις οποίες ανοίγει και κλειδώνει ένας αρμόδιος νυχτοφύλακας. Το μήκος των δυο πλευρών των αγορών αυτών είναι σκεπαστές, με παράθυρα φωτισμού και φεγγίτες αερισμού ανέρχεται σε 16 χλμ . και καταλαμβάνουν έκταση 16 τετραγωνικών εκταρίων. Η ίδρυση των αγορών αυτών ανάγεται ιστορικά και χρονολογικά στην ελληνιστική εποχή του 4ουπ. Χ αιώνα, όπου τα καταστήματα κτίστηκαν στις δυο πλευρές της ευθείας οδού, που επεκτεινόταν από το κάστρο-φρούριο μέχρι την διασωθείσα μέχρι σήμερα πύλη της Αντιόχειας. Η αγορά εξακολουθεί α λειτουργεί κανονικά μέχρι σήμερα και ως αξιόλογο διατηρητέο φυλαγμένο λειτουργικό, εμπορικό και ιστορικό κέντρο της πόλης του Χαλεπιού.
-Τα πιο σημαντικά παλαιοχριστιανικά μνημεία της ευρύτερης περιοχής της Βέροιας της Α΄ Συρίας
1 – Το όρος του « Συμεώνος του Στηλίτη »
Η περιοχή απέχει 32 χλμ από το Χαλέπι, όπου έχει διασωθεί το μεγαλύτερο τμήμα του αξιοπρεπούς Ι . Ναού.
Ως γνωστό ο Άγιος Συμεών ασκήτεψε επί 42 χρόνια διαμένοντας ανεβασμένος επάνω σε στήλη. Κοιμήθηκε το 459 μ. Χ .
Επισημαίνεται ότι μετά από παρέλευση αιώνων ο αείμνηστος Μητροπολίτης Βεροίας κυρ Ηλίας τελούσε ανήμερα της εορτής του Αγίου, την 1η Σεπτεμβρίου την θεία Λειτουργία στον εκεί αρχαιολογικό χώρου της ερειπωμένης εκκλησίας. Την αξιόλογη αυτή τακτική και νέα θεσπισθείσα λειτουργική παράδοση ακολουθεί και ο νυν Μητροπολίτης Βεροίας κ. κ Παύλος, δεδομένου ότι και οι δυο είναι απόφοιτοι θεολογικών σχολών της Ελλάδας.
2 – Η αρχαία Μπάρα
Απέχει 90 χλμ από το Χαλέπι. Βρίσκεται στη μέση της διαδρομής μεταξύ Αντιοχείας και Απάμειας. Ήκμασε κατά τον 5ο και 6ο αιώνα μ. Χ. Διασώζονται ερείπια εκκλησιών, κοιμητηρίων, αρχοντικών, λουτρών και ελαιοτριβείων, που χρονολογούνται από τον 2ο μέχρι 12ο μ. Χ αιώνα. Επισημαίνεται ότι η Μπάρα υπήρξε κεφαλοχώρι έξι επαρχιών.
3 – Κκορκκ Μπίζα και Κκαλμπ Λόζα
Οι δυο αυτές πόλεις قرق بيزة و قلب لوزة οι αποκαλούμενες σήμερα μαζί με άλλες πολλές ως νεκρές ελληνικές πόλεις της Συρίας απέχουν 75 χλμ Δ. του Χαλεπιού. Η εκκλησία της κκορκ Μπίζα θεωρείται η αρχαιότερη εκκλησία που αναγέρθηκε στην Συρία, χρονολογείται μάλιστα στον 4οαιώνα μ. Χ . Ο δε καθεδρικός ναός της Κκαλμπ Λόζα, που σημαίνει στα αραβική καρδιά της αμυγδαλιάς αναγέρθηκε τον 6οαιώνα μ. Χ, έχει μήκος 25 μ. Ο ναός περικλείεται από δυο τριώροφους πυργίσκους και θεωρείται από τα πιο σημαντικά παλαιοχριστιανικά μνημεία της περιοχής.
4 – Η Κύρος
Βρίσκεται σε απόσταση 60 χλμ Β Δ του Χαλεπιού. Διασώζονται τμήματα του ελληνορωμαϊκού αμφιθεάτρου, της μεγάλης εκκλησίας και του εξάγωνου τάφου που αναγέρθηκε τον 5ο αιώνα μ.Χ .
5 – Η Ιεράπολις – منبج
Βρίσκεται 80 χλμ Β Α του Χαλεπιού και από την πόλη αυτή καταγόταν η Αυτοκράτειρα του Βυζαντίου Θεοδώρα. Στον εθνικό της κήπο διασώζονται και προβάλλονται μέχρι σήμερα αρκετά ελληνορωμαϊκά μνημεία και αγάλματα. Ο ιστορικός Μιχαήλ ο Σύρος αναφέρει στην περισπούδαστη ιστορία του ότι, οι Πέρσες παρέδωσαν τον Τίμιο Σταυρό στους Βυζαντινούς στην πόλη αυτή, από όπου μεταφέρθηκε διαδοχικά, στην Βέροια, Έμεσα, Δαμασκό και από εκεί στην Τιβεριάδα της Παλαιστίνης, όπου Τον παρέλαβε ο Ηράκλειος και Τον μετέφερε στην Ιερουσαλήμ.
- Η Γάβουλα – معرة النعمان
Βρίσκεται 85 χλμ Ν Δ του Χαλεπιού. Υπήρξε μια από τις μεγάλες ελληνικές και βυζαντινές πόλεις της αυτοκρατορίας και τις χριστιανικές μητροπόλεις της Α΄ Συρίας. Στην πόλη αυτή διασώζεται μια από τις μεγαλύτερες ψηφιδωτές ενιαίες ελληνικές παραστάσεις έκτασης 250 μ2 περίπου.
Θα μπορούσα στο σημείο αυτό να αναφέρω πολλά άλλα μέρη και τόπους από την ευρύτερη εκείνη περιοχή που αποκαλείται σήμερα των ΝΕΚΡΩΝ ΠΟΛΕΩΝ. Θα αρκεστώ να αναφέρω ότι οι μελέτες του Γαλλικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Μ. Ανατολής μνημονεύουν 780 περίπου αρχαιολογικά σημεία, χωριά και πόλεις, που αναγέρθηκαν στην περιοχή που περικλείει τη Βέροια της Συρίας, κατά την χρονική περίοδο από τον 2ο έως τον 7ο αιώνα μ. Χ .
Ο χριστιανισμός στη Βέροια της Συρίας
Πολλοί ιστορικοί αναφέρουν ότι ο χριστιανισμός διαδόθηκε στη Βέροια της Α΄ Συρίας από την Αντιόχεια, πρωτεύουσα τότε της Ανατολής, δια του αποστόλου Συμεώνος του Ζηλωτή, κατά τον Α΄ αιώνα μ . Χ . Η δε Βέροια μάλιστα, συνέβαλε και στη διάδοση του χριστιανισμού στην γύρω περιοχή. Οι επίσκοποί της επίσης συμμετείχαν στις πρώτες Οικουμενικές Συνόδους καθότι η Μητρόπολη της Βέροιας κατείχε μια υψηλή θέση μεταξύ των άλλων επισκόπων της Συρίας. Σε αυτή μάλιστα την πόλη η Αγία Ελένη, μητέρα του αυτοκράτορα Κων/τίνου ανέγειρε τη μοναδική εκκλησία σε όλη την επαρχία της Συρίας.
Ο άραβας μουσουλμάνος ιστορικός Ibn Al- Shouhnat – ابن الشحنة λέει ότι, στο Χαλέπι κατά την αραβική ισλαμική περίοδο υπήρχαν άνω των 70- εβδομήντα χριστιανικών ναών, εκ των οποίων οι ( 4 ) τέσσερις πιο μεγάλοι μετατράπηκαν σε τεμένη το 1124 μ. Χ, ως αντίποινα για την καταστροφή τότε των μουσουλμανικών νεκροταφείων από τους Φράγκους Σταυροφόρους.
Όταν οι άραβες μουσουλμάνοι κατέλαβαν την Βέροια της Α΄ Συρίας και τα στρατεύματά τους εισήλθαν στην πόλη υπό τον Abou Oubayda BenAl - Jarrah- أبو عبيدة بن الجرَاح υπήρχαν εκεί δυο χριστιανικές κοινότητες, εκείνη των Ελληνορθόδοξων και η άλλη των Συροϊακωβιτών μονοφυσιτών χριστιανών. Η επικρατέστερη όμως ήταν εκείνη των Ρωμιών Ελληνορθόδοξων, που απολάμβαναν την στήριξη της Βασιλεύουσας. Η χριστιανική αυτή κοινότητα ήταν ο κτήτορας του Ιερού καθεδρικού Ναού που είχε κτίσει στην πόλη η Αγία Βασιλομήτορα Ελένη. Αυτή η ίδια Ρωμαίικη ορθόδοξη κοινότητα παραμένει μέχρι σήμερα η επικρατούσα αριθμητικά, παρ’ όλη τη συρρίκνωση του χριστιανικού στοιχείου, κατά το πέρασμα του χρόνου.
Επισημαίνεται ότι η Ελληνορθόδοξη Ρωμαίικη Μητρόπολη της Βέροιας της Α΄ Συρίας υπέστη την μεγαλύτερη επίθεση προσηλυτισμού του παπισμού, δια της Ουνίας από το 1180 και πέτυχε την επίσημη αναγνώριση της ως Ουνιτική ελληνόρυθμη εκκλησία, υπαγόμενη στον Πάπα το 1838.
Η πιο σοβαρή και αιματηρή διάσπαση της χριστιανικής κοινότητας του Χαλεπιού σημειώθηκε το 1724 μεταξύ Ελληνορθόδοξων και Ελληνοκαθολικών ( Ουνιτών ). Ακολούθησαν η διάσπαση των Αρμενίων το 1741 σε ορθόδοξους και καθολικούς, και των Συροϊακωβιτών Μονοφυσιτών το 1773. Τη διάσπαση και την αναγνώριση ύπαρξης δυο ομολογιών της ίδιας εθνικής ( Μιλετικής ) καταγωγής και προέλευσης επισημοποιήθηκε από την Υψηλή Πύλη με σχετικό Φιρμάνι το 1838. Αξιοσημείωτο επίσης πως η κάθε μια από τις χριστιανικές αυτές κοινότητες εξακολουθεί να χρησιμοποιεί ως γλώσσα των λατρευτικών μυστηρίων και ακολουθιών της την εθνική γλώσσα της προέλευσής της, δηλ. την ελληνική, την συριακή ( αραμαϊκή ) και την αρμενική παράλληλα με την αραβική, που τους επιβλήθηκε μετά την αραβική κατάκτηση.
Επισημαίνεται επίσης ότι το πρώτο αραβικό τυπογραφείο ( λιθογραφία ) στην Μ. Ανατολή το εισήγαγε ο Ρωμιός Ορθόδοξος Πατριάρχης Αντιοχείας Αθανάσιος Πετμεζάς –أثناسيوس دباس το 1702. Οι δε πρώτοι που μετέφεραν και λειτούργησαν τυπογραφείο στο Λίβανο και σε άλλες περιοχές της Μέσης Ανατολής ήταν κληρικοί προερχόμενοι από το Χαλέπι, που είχε καταστεί τότε το πρώτο πολιτιστικό κέντρο για τους χριστιανούς όλων των δογμάτων της ευρύτερης περιοχής της Μ. Ανατολής.
Ως γνωστό το Χαλέπι μονοπωλεί ίσως ένα μοναδικό γνώρισμα της χριστιανικής κοινοτικής παρουσίας. Στη πόλη αυτή που για δέκα περίπου αιώνες εκκαλείτο ως Βέροια της Α΄ Συρίας συνυπάρχουν ( 11 ) χριστιανικά δόγματα με τις μητροπόλεις και τους μητροπολίτες αρχιερείς τους. Η κάθε μια από τις 11 διαφορετικές εθνικές χριστιανικές κοινότητες έχει τα βακούφιά της, την εκκλησιαστική και μη μεταβιβάσιμη ακίνητη περιουσία της και τα εκκλησιαστικά αστικά δικαστήριά της, των οποίων αποφάσεις περί γάμου, διαζυγίου, κηδεμονίας των ανήλικων τέκνων και κληρονομιάς είναι δεσμευτικές και εκτελεστές σε πρώτο και δεύτερο βαθμό για τα πολιτικά αστικά δικαστήρια.
Από αυτή την Βέροια προέρχομαι, και στην Ρωμαίική ορθόδοξη κοινότητα ανήκα μέχρι τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια. Σε αυτή πέρασα τα παιδικά μου χρόνια. Εκεί εξακολουθώ να έχω όμορφες παιδικές μνήμες και αναμνήσεις, μα κάτι πολυτιμότερο : τα οστά της αδελφής μου, του πατέρα μου και της γιαγιάς μου
Βιβλιογραφία
- Δρ . Ασάντ Ρούστομ .
Εκκλησιαστική ιστορία του Πατριαρχείου Αντιοχείας ( Αραβικά ) .
- Αλεξάνδρου Τζεχά Μητροπολίτου Εμέσης
Η εκκλησιαστική Ιστορία . Αραβική μετάφραση από τη Ρωσική.
-- Φουάντ Χιλάλ – Ναντίμ Φακκς.
Ιστορία του Χαλεπιού . δ΄ έκδοση 1977 Αραβικά.
- Εθνικό κέντρο πληροφοριών και Ενημέρωσης της Συρίας.
Συρία 2000 . Αραβικά
-Ευθυμίου Γ. Άσσου
Ιστορία της Εκκλησίας της Θεουπόλεως Αντιοχείας . Αθήνα 2009
- Του Ιδίου
Από το αραβικό χειρόγραφο الكوالكةΑθήνα 2010
- Του ιδίου
Της Ψυχής μου σκόρπια φτερουγίσματα – ποιήματα . Αθήνα 2009
- Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη
- Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια
- Μαξίμου Μητροπολίτου Σάρδεων
Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία. Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1972
- Journal of Oriental and African Studies Volume 13 / 2004