Για χρόνια είχα ένα κάπως μεγάλο ποσό σε λογαριασμό τράπεζας. Πριν λίγες μέρες
άδειασα αυτό το λογαριασμό στον οποίο δε μένει σχεδόν τίποτε.
Μοιάζει
άστοχο άραγε που, μετά από όλα τα χρόνια που είχα στην τράπεζα καταθέσεις, τώρα
ακριβώς μου τηλεφώνησαν για να μου προσφέρουν εντελώς δωρεάν τη 'χρυσή'
πιστωτική; Με
επιλογή μου μάλιστα αν προτιμώ visa ή mastercard προσφέρουν πιστωτική ψηλού ορίου σ΄εμένα που
ούτε μισθό να τρέχει έχω ούτε μετρητά στην τράπεζά τους. Ταχύτατα μάλιστα, πιο
γρήγορα απ' ό,τι θα «έβγαινε» δάνειο, θα στείλουν σπίτι μου με courier τα
έγγραφα για να υπογράψω, ενώ με διαδικασία πιο άνετη κι από εκείνη του ΟΤΕ όταν
πληρώνω τηλεφωνικά λογαριασμό, φρόντισε η συνομιλήτριά μου να μη με κουράσει
ούτε για να της πω τον το αφμ και τον αρ. ταυτότητάς μου, αφού τα είχε μπροστά
της κι απλώς επιβεβαίωνα τα πρώτα ή τελευταία νούμερα που εκείνη μου διάβαζε.
Όχι ολόκληρα, η συνομιλία ηχογραφήθηκε επειδή μου έθεσαν δυό ερωτήσεις: 1. αν δίνω
την άδειά μου να τσεκάρουν στον Τειρεσία πιθανότητα χρεών μου, και 2. αν το
σπίτι μου είναι ιδιόκτητο.
Το σπίτι μου. Καταλάβατε νομίζω.
Θυμάμαι είχα διαβάσει στους αγγλικούς Times για τους κακοπληρωτές
των τραπεζών, εκείνους που σε
καταλόγους που αγοράζουν η μια τράπεζα από την άλλη, σημειώνεται πλάι στα
ονόματα να αποφεύγονται. Και δεν είμαστε καθόλου εκείνοι που νομίζετε.
Εμείς οι κοινοί θνητοί κρίνουμε με όρους σπιτονοικοκύρη
κι εκοικιαστή. Για καλό πελάτη έχουμε όποιον πληρώνει στην ώρα του, δεν αργεί, δε
δικαιολογείται και δε χρωστά πουθενά ενώ προς αποφυγήν έχουμε όποιους καθυστερούν
ή, γενικά, όποιους όπως το λέει κι η λέξη: μας κακοπληρώνουν.
Αυτά εμείς, οι φουκαράδες. Εμείς που, όταν μας χρωστούν,
ακόμα και δικαστήρια να μας δικαιώσουν μόνο με διασυνδέσεις σε φουσκωτούς και
μαχαιροβγάλτες του υποκόσμου θα ξαναδούμε τα χρήματά μας. Διότι εμείς δεν
ξέρουμε πώς γίνεται ούτε το πάμε στα άκρα. Εμείς δεν είμαστε τοκογλύφοι·
δανείζουμε στο φίλο που θα μας τα επιστρέψει όχι στο φίλο που έχει το ακίνητο που βάλαμε
στο μάτι. Γι' αυτό, εξυπακούεται, εμείς φτωχαίνουμε ενώ η τράπεζα πλουτίζει.
Αν η συγκεκριμένη κάρτα ή τράπεζα, φακέλωνε, σαν Άγγλος τραπεζίτης,
τους πελάτες της, θα ήξερε ότι είμαι προς αποφυγήν. Από εμένα δεν έχει κερδίσει
ποτέ τόκο.
Στη ζωή μου, με εξαίρεση κάτι λουλούδια ή μικροδωράκια
για να μην εμφανιστώ με άδεια χέρια σε πάρτυ και γιορτές όταν, τότε στα
φοιτητικά μου χρόνια τύχαινε μέσα του μήνα να ξεμένω, ποτέ μου δεν αγόρασα με
πίστωση ό,τι δε θα είχα να πληρώσω, και ποτέ δεν επέλεξα την εξόφληση με δόσεις,
αφού δόση σημαίνει τόκοι σε όσα ξόδεψα.
Εκμεταλλεύομαι τις 30 με 40 ημέρες άτοκης προθεσμίας που
δίνει κάθε τράπεζα και το χρέος στις πιστωτικές μου αποπληρώνεται, αυτόματα με
πάγια εντολή μου, σε ορισμένη ημερομηνία κάθε μήνα. Ολόκληρο, επειδή το ποσό
αυτό ποτέ δεν ξεπερνά το ποσό που μπορώ να ξοδέψω. Τις πιστωτικές κάρτες
τις χρησιμοποιώ σα χρεωστικές δηλαδή σα μετρητά που απλώς με βολεύει να μην έχω
πάνω μου. Δεν ξεγελιέμαι δηλαδή, οι κάρτες δεν είναι δάνειο.
Είναι πρακτικό να μην έχω μαζί μου μετρητά και δίνει ένα αίσθημα
ασφάλειας να ξέρω πως σε μια μεγάλη ανάγκη θα είχα πρόσβαση στα δανεικά της
κάρτας μα ούτε λεπτό στη ζωή μου- σε ευκολίες ή δυσκολίες- δεν ξεγελάστηκα να
χρησιμοποιήσω αυτά τα δανεικά.
Το ξέρω πως είμαι εξαίρεση, δεν κινδυνεύω. Άλλοι όμως είναι ευάλωτοι. Άλλοι την
προσφορά πιστωτικής την ώρα ακριβώς που άδειασε ο λογαριασμός ίσως την έβλεπαν
ως τύχη και μεσολάβηση της Θείας Πρόνοιας. Γι αυτό και σας τα λέω. Δεν είναι.
Οι τράπεζες δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα ούτε έχουν
ανοιχτή γραμμή προς προσευχές και αγίους. Οι τράπεζες είναι νόμιμοι τοκογλύφοι που όσο δεν
περιφρονούν εκείνα τα ψιλά τα δεξιά της υποδιαστολής που μας χρεώνουν για κάθε
εξυπηρέτηση, τόσο καθόλου δε θα διστάσουν να κάνουν στόχο τα μεγάλα όπως το σπίτι μας, δηλαδή τη ζωή μας.
Γι αυτό και εικόνα πάνω έχω το αλώνι μου: Μονάχα εγώ εδώ θα αλωνίζω.
Μιά και είμαστε στο θέμα φέρνω
μια λίστα με όσα μάς κλέβουν οι καλές μας τράπεζες. Χρεώσεις που καθόλου δεν ακύρωσαν
αφότου η ελληνική Δικαιοσύνη τις έκρινε παράνομες. Αυτές ―όπως π.χ. τη χρέωση
«εξόδων» δηλαδή «προμήθειας» για μεταφορά χρημάτων σε άλλη τράπεζα, ούτε εγώ η
προσεκτική καταφέρνω να αποφύγω, άλλοτε επειδή βιάζομαι και με βολεύει και λέω
στον εαυτό μου ότι εντάξει, μια φορά είναι /στο κάτω-κάτω στοιχίζει λιγότερο
από το να σηκωθώ να πάω να σταθώ στην ουρά της άλλης τράπεζας και άλλοτε με
δικαιολογία το, χαρά των τραπεζών: σιγά το ποσό.
Σιγά το ποσό; Χμ..
Φέρνω:
τη λίστα παρανομιών κι απ' αυτήν φαίνεται για τι αστρονομικό ποσό
μιλάμε, τι μαζεύεται.
Μαζί μ' αυτήν φέρνω και λύση το «τι να κάνουμε» από το Press Project όπου μάς δίνει
σύνδεσμο του εξαιρετικού ΕΚ.ΠΟΙ.ΖΩ για ομαδικές μηνύσεις. Για σάς που ακόμη έχετε
τα κουράγια (διότι εγώ- δεν είναι του παρόντος (ούτε με τράπεζα) αλλά έχω καεί
και δικαιωθεί στα ελληνικά δικαστήρια μα καλή η ηθικό δικαίωση, ωραίο να κερδίζεις,
αλλά φράγκο δεν είδα ούτε τιμωρία
του απατεώνα.
Με την ευκαιρία επίσης, για το «σιγά
το ποσό» που είπα πιο πάνω, θυμήθηκα και σας φέρνω, από τη Mary Poppins, το θαυμάσιο παραμύθι του 20ου αίώνα με νεράιδα αλλά και τραπεζίτη και σουφραζέτα, 2 τραγούδια:
Fidelity Fiduciary Bank το τραγούδι για εκείνο το νόμισμα 2 πεννών που ο μικρός γιος τραπεζίτη δε θέλει να καταθέσει,
προτιμά να το δώσει για να φάνε τα πουλιά, κι η πεισματωμένη αντίστασή του εξοργίζει
τους τραπεζίτες μέχρι που κινδυνεύει ακόμα κι η θέση του πατέρα του. Δυό πέννες ταΐζουν τα πουλιά αλλά δυό πέννες σε κάνουν και πλούσιο, κατακτητή και στυλοβάτη του πολιτισμού μας.
Α British Bank – από τον κύριο Μπανκς ύμνος των τραπεζών: Η βρετανική τράπεζα κυβερνιέται όπως το βρετανικό σπιτικό: Παράδοση, πειθαρχία και κανόνες είναι τα εργαλεία και δίχως αυτά έχουμε αταξία, Χάος, ηθική κατάρρευση.
Η διαμάχη πολιτών – τραπεζών για παράνομες υπερχρεώσεις και καταχρηστικούς
όρους ξεκινάει στις αρχές του αιώνα, όταν πρώτα το Πολυμελές Πρωτοδικείο
Αθηνών, έπειτα το Εφετείο Αθηνών και τελεσίδικα ο Άρειος Πάγος με την υπ’
αριθ. 1219/2001 απόφαση του, δικαίωσαν την συλλογική αγωγή που είχε
καταθέσει η Ένωση Καταναλωτών – Η Ποιότητα της Ζωής (ΕΚ.ΠΟΙ.ΖΩ) κατά μίας
σειράς γενικών όρων και υπερβολικών επιβαρύνσεων που επέβαλλε η Citibank. Υπέρ
της Citibank είχε παρέμβει και η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών. Οι δικαστικές
συγκρούσεις συνεχίστηκαν και τα επόμενα χρόνια: Το 2003 το Εφετείο Αθηνών και
το 2005
ο Άρειος Πάγοςαποφάνθηκαν υπέρ των δανειοληπτών που είχαν προσφύγει
συλλογικά κατά της Εμπορικής Τράπεζας διαπιστώνοντας 15 παράνομους όρους
που οδηγούν σε αυθαίρετες χρεώσεις, αδιαφάνεια και υπονόμευση των
δικαιωμάτων τους. Η απόφαση του Εφετείου μάλιστα αναφέρει ότι ισχύει «έναντι
πάντων και αν δεν ήταν διάδικοι και, επομένως, όσα αυτή καθορίζει ισχύουν
και για τις άλλες τράπεζες», ήταν άμεσα εκτελεστέα και ορίζει και
χρηματική αποζημίωση του δανειολήπτη για κάθε παραβίαση της.
Τέλος,
με δύο
αποφάσεις του το 2007, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών και το 2010 ο Άρειος
Πάγος έκριναν παράνομους 14 όρους που προβλέπουν την επιβολή προμηθειών ή
εξόδων για τραπεζικές εργασίες. Πρόκειται για χρεώσεις που επιβαρύνουν
αδικαιολόγητα τις καθημερινές τραπεζικές συναλλαγές των πολιτών, μεταξύ των
οποίων και η πιο… διαδεδομένη, αυτή της επιβολής προμήθειας για κατάθεση σε λογαριασμό
τρίτου. Η ΕΚ.ΠΟΙ.ΖΩ τονίζει ότι λόγω των ομαδικών αγωγών που έχουν βασιστεί σε
αυτές τις αποφάσεις οι τράπεζες έχουν υποχρεωθεί να καταβάλουν περισσότερα από
2 εκατ. ευρώ.
Oι
τράπεζες εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να χρησιμοποιούν τέτοιες αδιαφανείς και
παράνομες μεθόδους, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη
Το
2008 η Πολιτεία αποφάσισε να εναρμονιστεί με τις δικαστικές αυτές αποφάσεις. Με
δύο Υπουργικές Αποφάσεις, πρώτα το 2008 κι έπειτα το 2011 που τροποποιήθηκε και
ενισχύθηκε η πρώτη, οι κυβερνήσεις Καραμανλή και Παπανδρέου θεωρητικά έβαλαν
τέλος στις χρεώσεις των τραπεζών που είχαν κριθεί παράνομες. Ωστόσο, πρακτικά
και με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι τράπεζες εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να
χρησιμοποιούν τέτοιες αδιαφανείς και παράνομες μεθόδους, αποκομίζοντας τεράστια
κέρδη. Μάλιστα, στη σημερινή περίοδο των capital controls, τα έσοδα των
τραπεζών εις βάρος των πολιτών πληθαίνουν, καθώς η χρήση του πλαστικού χρήματος
έχει εύλογα αυξηθεί.
Η αυθαιρεσία τους αυτή φαίνεται ότι βασίζεται σε τρεις πυλώνες. Ο πρώτος είναι
ότι αυτές οι χρεώσεις αφορούν, εφόσον εξεταστούν μεμονωμένα, μικροποσά, ωστόσο
εάν προστεθούν βγάζουν λογαριασμό εκατομμυρίων ευρώ. Ο δεύτερος, η ελλιπής
ενημέρωση των καταναλωτών πάνω στα δικαιώματα τους και στη νομιμότητα η όχι των
τραπεζικών χρεώσεων. Ο τρίτος και σημαντικότερος, το ότι καμία κυβέρνηση μέχρι
σήμερα δεν εφάρμοσε την ισχύουσα νομοθεσία, τις δικαστικές και
πολιτικές αποφάσεις, και (στην περίπτωση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ) την
ευρωπαϊκή οδηγία του 2015 για τις χρεώσεις στις πιστωτικές κάρτες, αφήνοντας
ελεύθερες τις τράπεζες να συνεχίζουν ανενόχλητες τις παράνομες χρεώσεις και
τους καταχρηστικούς όρους.
Θα
επιχειρήσουμε να κατατάξουμε τα παράνομα αυτά «χαράτσια» σε τρεις μεγάλες
κατηγορίες: α) Τις χρεώσεις σε καταθέσεις, εμβάσματα και τραπεζικούς
λογαριασμούς β) τις χρεώσεις σε πιστωτικές κάρτες και γ) τους καταχρηστικούς
όρους σε (κυρίως στεγαστικά) δάνεια. Παράλληλα, στο τέλος θα βρείτε οδηγίες για
το τι μπορείτε να κάνετε, ατομικά ή σε συνεργασία με τη μη κερδοσκοπική
ΕΚ.ΠΟΙ.ΖΩ.
Καταχρηστική
προμήθεια σε κάθε συναλλαγή
Κάθε
έμβασμα που κατατίθεται στην τράπεζα ή μεταφέρεται από έναν λογαριασμό σε
λογαριασμό τρίτου χρεώνεται αυθαίρετα με προμήθεια, ακόμα και εάν η συναλλαγή
γίνεται διαδικτυακά, μέσω e-banking. Η προμήθεια που λαμβάνουν οι τράπεζες για
καθεμία τέτοια συναλλαγή κυμαίνεται από 8 έως 125 ευρώ για τα εμβάσματα σε
κατάστημα και από 1 έως 10 ευρώ για τα εμβάσματα που πραγματοποιούνται μέσω
ίντερνετ. Στο παρακάτω infographic μπορείτε να δείτε τα ποσά που χρεώνουν οι 4
συστημικές τράπεζες (Eurobank, Εθνική, Πειραιώς και Alpha) για αυτές τις συναλλαγές:
Όπως
αναφέρθηκε και παραπάνω, η επιβολή προμήθειας για καταθέσεις σε λογαριασμό
τρίτου έχει κριθεί παράνομη από τον Άρειο Πάγο, ενώ είναι επίσης αντίθετη στην
Υπουργική Απόφαση με αριθμό Ζ1 21/13-1-2011, που τροποποίησε την προηγούμενη
του 2008. Παράλληλα, οι αποφάσεις αυτές έχουν κρίνει παράνομες και
καταχρηστικές μια σειρά από άλλες χρεώσεις στους τραπεζικούς και συγκεκριμένα:
- Την επιβολή εξόδων κίνησης
σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου ή τρεχούμενους (0,80 ευρώ συνήθως ανά κίνηση
μετά την τέταρτη κίνηση κάθε μήνα)
- Την επιβολή εξόδων
αδράνειας σε καταθετικούς λογαριασμούς που παραμένουν ακίνητοι για
διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών
- Την μονομερή από την
τράπεζα διαμόρφωση του επιτοκίου καταθέσεων, δίχως αναφορά σε εύλογα
κριτήρια
- Τον περιορισμό της ευθύνης
της τράπεζας σε περίπτωση που γίνει παράνομη χρήση του απωλεσθέντος
ή κλαπέντος βιβλιαρίου καταθέσεως
- Την επιβολή εξόδων
τήρησης και παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων
- Την μονομερή
μεταβολή των όρων λειτουργίας των λογαριασμών καταθέσεων
- Τον μονομερή καθορισμό των
ημερών δέσμευσης και διαθεσιμότητας και μετάθεσης της έναρξης
τοκοφορίας αναφορικά με ποσά που κατατίθενται
Η
ΕΚ.ΠΟΙ.ΖΩ τονίζει ότι ακόμα και σήμερα, αρκετά χρόνια μετά την έκδοση των
σχετικών αποφάσεων, οι τράπεζες συνεχίζουν να υποβάλουν τους καταναλωτές σε
τέτοιες χρεώσεις, με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Η
Ευρωπαϊκή Οδηγία και οι χρεώσεις στις πιστωτικές
Οποιαδήποτε
βούληση για έλεγχο στις χρεώσεις των τραπεζών εγκαταλείφθηκε
Το
Μάρτιο του 2015 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε, με 621 ψήφους υπέρ, 26 κατά
και 29 αποχές, την επιβολή πλαφόν στις προμήθειες που υποχρεούνται να
καταβάλουν στις τράπεζες οι επιχειρήσεις λιανικής για τις πληρωμές μέσω
χρεωστικών και πιστωτικών καρτών. Σύμφωνα με την Οδηγία οι προμήθειες και τα
έξοδα που χρεώνουν τα πιστωτικά ιδρύματα στους πωλητές λιανικής για την
εκτέλεση και την εκκαθάριση των πληρωμών έχουν πλέον ανώτατο όριο 0,3% επί της
αξίας οποιασδήποτε διασυνοριακής συναλλαγής με πιστωτική κάρτα και 0,2% επί της
αξίας οποιασδήποτε διασυνοριακής συναλλαγής με χρεωστική κάρτα. Για τις
εγχώριες συναλλαγές, η προμήθεια των τραπεζών για τις συναλλαγές έχει πλέον πλαφόν
0,2% επί του ετήσιου μέσου όρου όλων των πληρωμών με τη χρήση χρεωστικών
καρτών. Η οδηγία επηρεάζει τις προμήθειες τις οποίες χρεώνουν οι τράπεζες οι
οποίες χρησιμοποιούν συστήματα καρτών, όπως VISA και MasterCard, πρακτική που
ακολουθεί το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς.
Η Ευρωπαϊκή Οδηγία με αριθμό 751/2015 τέθηκε σε ισχύ από τον περασμένο
Οκτώβριο, μόνο που στην Ελλάδα δεν έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα. Οι τράπεζες
εξακολουθούν να επιβάλουν στις επιχειρήσεις έξοδα προμήθειας που
κυμαίνονται στο 2 με 3% κάθε συναλλαγής.
Οι υπερβολικές χρεώσεις των τραπεζών και το ζήτημα της εφαρμογής της Ευρωπαϊκής
Οδηγίας προκάλεσαν πρόσκαιρα και το ενδιαφέρον της σημερινής κυβέρνησης, η
οποία για ένα (μικρό) διάστημα εμφανιζόταν έτοιμη να ασχοληθεί με το θέμα και
να υποχρεώσει τις τράπεζες να συμμορφωθούν. Στις 15 Δεκεμβρίου 2015 ο
αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Τρύφων Αλεξιάδης χαρακτήρισε, από το βήμα της
Βουλής, «αδιανόητες» τις χρεώσεις τραπεζών για συναλλαγές με κάρτες και
επιχείρησε να θέσει το ζήτημα στην Τράπεζα της Ελλάδος και την Ένωση Ελληνικών
Τραπεζών (ΕΕΤ).
Η
κυβέρνηση προσπάθησε να βάλει τις τραπεζικές υπερχρεώσεις στη χρήση πιστωτικών
καρτών στην ατζέντα της. Ενδεικτικό είναι το πρωτοσέλιδο της «Αυγής» στις 18
Ιανουαρίου 2016, όταν τόνισε ότι οι τράπεζες «χρεώνουν 17,5 φορές παραπάνω το
πλαστικό χρήμα». Ωστόσο οι προθέσεις Αλεξιάδη συνάντησαν… τοίχο, όταν η ΕΕΤ
αρνήθηκε κατηγορηματικά να συζητήσει οποιαδήποτε αλλαγή στις προμήθειες,
απαντώντας ότι το καταστατικό της, δεν επιτρέπει την εξέταση, συζήτηση και λήψη
απόφασης οποιουδήποτε θέματος αφορά στην τιμολογιακή πολιτική των μελών της,
συμπεριλαμβανομένου και του άμεσου ή έμμεσου καθορισμού τιμών.
Και
κάπως έτσι, οποιαδήποτε κυβερνητική πρωτοβουλία εγκαταλείφθηκε. Οποιαδήποτε
βούληση για έλεγχο στις χρεώσεις των τραπεζών εγκαταλείφθηκε, κάτι που φαίνεται
και από τη μη ανταπόκριση του υπουργού Οικονομίας, Γιώργου Σταθάκη, του
υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Θεόδωρου Μητρακου και άλλων αρμόδιων
στελεχών στην επιστολή της Γενικής Διευθύντριας της ΕΚ.ΠΟΙ.ΖΩ, Παναγιώτας
Καλαποθαράκου με θέμα τις αδιαφανείς τραπεζικές προμήθειες τον Απρίλιο του 2016.
Όσον
αφορά τις υπόλοιπες χρεώσεις που σχετίζονται με τη χρήση πιστωτικών καρτών,
παράνομες έχουν κριθεί:
- Η προμήθεια της τράπεζας για την
ανάληψη δανείου μέσω της πιστωτικής κάρτας
- Η μετακύλιση στον κάτοχο
της κάρτας την ευθύνη για κάθε παράνομη χρήση της πιστωτικής κάρτας
που έγινε εξαιτίας κλοπής ή απώλειάς της, δίχως να εξαρτούν την ευθύνη
αυτή από υπαιτιότητα του καταναλωτή
- Η δυνατότητα της τράπεζας να
μεταβάλει (αυξάνει) μονομερώς το επιτόκιο, δίχως να αναφέρονται στην
σύμβαση συγκεκριμένα και εύλογα κριτήρια με βάση τα οποία θα γίνει η
αύξηση
- Ο καθορισμός ως
αποκλειστικά αρμοδίων για την εκδίκαση των διαφορών μεταξύ της τράπεζας
και των πελατών τα δικαστήρια των Αθηνών με αποτέλεσμα να
επιβαρύνονται και να δυσχεραίνονται στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων
τους οι καταναλωτές από άλλες πόλεις
- Η πρόβλεψη ότι αν ο καταναλωτής
δεν αντιδράσει σε ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, σημαίνει ότι ο
καταναλωτής έλαβε το μηνιαίο λογαριασμό από την τράπεζα και δεν μπορεί να
τον αμφισβητήσει
Η
στέρηση σε κάθε περίπτωσης την δυνατότητα του καταναλωτή να προβάλει κατά της
τράπεζας ενστάσεις που έχει κατά του προμηθευτή
Όροι
που επιβαρύνουν τους δανειολήπτες
Όσον
αφορά τα δάνεια, κυρίως τα στεγαστικά. οι τράπεζες φροντίζουν κι εδώ να
επιβαρύνουν τους καταναλωτές με επιπλέον χρεώσεις, που πολλές φορές βασίζονται
στα ψιλά γράμματα των συμβολαίων. Οι πιο διαδεδομένες από αυτές, είναι ο
υπολογισμός των τόκων με έτος 360 ημερών αντί 365, τα «έξοδα φακέλου» αλλά και
η... ευφυέστατη ιδέα να υποχρεώνεται ο δανειολήπτης να καταβάλει προμήθεια στην
τράπεζα όταν εξοφλεί πρόωρα το δάνειο του.
Αναλυτικά,η
απόφαση 430/2005 του Αρείου Πάγου έκρινε παράνομες και καταχρηστικές τις
παρακάτω τραπεζικές χρεώσεις, σχετικά με τα δάνεια:
Όρο
σύμφωνα με τον οποίο η τράπεζα υπολογίζει τους τόκους με έτος 360 ημερών
αντί με 365 ή 366 ημερών, με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται
πρόσθετα ο δανειολήπτης
Στην
περίπτωση της σταδιακής εκταμίευσης του στεγαστικού δανείου την επιβάρυνση του
δανειολήπτη με τόκους για όλο το ποσόν του δανείου εξαρχής, μολονότι
αυτός δεν κάνει χρήση του ποσού που κατατίθεται σε δεσμευμένο καταθετικό
λογαριασμό
- Καταχρηστικός ο όρος με τον
οποίο οι καταναλωτές υποχρεώνονται να καταβάλλουν στις Τράπεζες,
όταν εξοφλούν πρόωρα στεγαστικό δάνειο, ποσό που συνήθως ανέρχεται
σε 2,50% επί του προεξοφλούμενου κεφαλαίου του δανείου
- Η είσπραξη από την τράπεζα
για τη χορήγηση του δανείου εξόδων χρηματοδότησης, ύψους μάλιστα 1%
επί του ποσού του δανείου
Η
είσπραξη εξόδων φακέλου
Η
αξίωση της τράπεζας, σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης δανείου, να καταβάλει
ο δανειολήπτης ποσό ύψους 2,5% επί του ποσού που αφορά η πρόωρη
προεξόφληση, σε δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο
Η
δυνατότητα της τράπεζας να προσαρμόζει μονομερώς το επιτόκιο στα δάνεια με
κυμαινόμενο επιτόκιο, δίχως η προσαρμογή αυτή να είναι σε
συνάρτηση με κάποιο εύλογο κριτήριο (λ.χ. το διατραπεζικό επιτόκιο
euribo, επιτόκιο ΕΚΤ) ή να αξιώνει την επιστροφή του δανείου αν ο λήπτης
του δανείου δεν αποδεχθεί την προσαρμογή
Η
δυνατότητα της τράπεζας να καταγγέλλει τη σύμβαση σε περίπτωση καθυστέρησης
πληρωμής οποιασδήποτε δόσης
Η
εκχώρηση από τον δανειολήπτη των μισθωμάτων του ακινήτου στην τράπεζα προς
πρόσθετη διασφάλισή της
Η
επιφύλαξη της δυνατότητας είσπραξης από την τράπεζα προμήθειας κατά τη
διάρκεια του δανείου
Να
μην ελευθερώνεται ο εγγυητής αν η τράπεζα από δικό της πταίσμα δεν μπόρεσε να
ικανοποιηθεί από τον δανειολήπτη ή αν η τράπεζα παραιτήθηκε από άλλες
ασφάλειες που υπήρχαν για το δάνειο
Να
διαιωνίζεται η ευθύνη του εγγυητή ακόμα και όταν η τράπεζα δεν επιδιώκει σε
ορισμένες προθεσμίες δικαστικά την ικανοποίησή της από τον δανειολήπτη,
μολονότι η οφειλή του δανειολήπτη είναι ληξιπρόθεσμη
Τι μπορείτε να κάνετε
Στο
νέο ThePressProject προσπαθούμε να δώσουμε προσοχή και στο Solution Journalism,
δηλαδή στην παροχή λύσεων για ένα ζήτημα και όχι μόνο την απλή καταγραφή του.
Όπως αναφέραμε και παραπάνω. οι τράπεζες φαίνεται ότι βασίζονται μεταξύ άλλων
στο ότι αυτές οι καταχρηστικές χρεώσεις αφορούν μικρά ποσά, που ο καταναλωτής
δέχεται ως «θεσφατα» και συνεχίζει να πληρώνει κανονικά, μη έχοντας εναλλακτική
λύση, καθώς αρκετές από τις παραπάνω χρεώσεις επιβάλλονται από το σύνολο των
τραπεζικών ιδρυμάτων. Ωστόσο, υπάρχει η λύση των ομαδικών αγωγών, που έχει
αποδειχθεί νικηφόρα στο παρελθόν και αποκάλυψε ουσιαστικά αυτές τις παρανομίες
και αυθαιρεσίες των τραπεζών, με αποφάσεις που απαγόρευαν ρητά και συγκεκριμένα
δεκάδες όρους.
Η ΕΚ.ΠΟΙ.ΖΩ προσφέρει συμπληρωμένη μία
φόρμα καταγγελίας για να τη χρησιμοποιούν οι καταναλωτές τόσο ατομικά,
εάν δεν είναι μέλη της, όσο για συλλογικές αγωγές. Πρόκειται για ένα Νομικό
Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που αριθμεί αυτήν τη
στιγμή περισσότερα από 26.000
μέλη, στα οποία παρέχει δωρεάν προσωπικές νομικές συμβουλές για κάθε
καταναλωτικό πρόβλημα, ενώ παρεμβαίνει και εξψδικαστικά παρακολουθώντας, όπως
υποστηρίζει, συνεχώς τις υποθέσεις. Οι συλλογικές της αγωγές κατά των τραπεζών
έχουν αποφέρει επιστροφές που ξεπερνούν τα 2 με 3 εκατομμύρια ευρώ. Οι αγωγές
της δεν αφορούν μονο τις τραπεζικές χρεώσεις, αλλά και μια σειρά άλλων φορέων
που παραβι'ζουν τα δικαιώματα του καταναλωτή, μεταξύ των οποίων οι εισπρακτικές
εταιρείες και οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας.
Μία
νέα τεράστια επιτυχία έχει η
Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ. στο δικαστικό αγώνα που διεξάγει για την προστασία των καταναλωτών
από παράνομες τραπεζικές χρεώσεις.
Με
τις με αριθμό 711/2007 και 961/2007 αποφάσεις του Πολυμελούς Πρωτοδικείου
Αθηνών που εκδόθηκαν μετά από συλλογικές αγωγές της Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ. κατά δύο
μεγάλων τραπεζών κρίνονται
καταχρηστικοί 14 όροι που προβλέπουν την επιβολή προμηθειών ή (δήθεν) εξόδων για τραπεζικές εργασίες ή προβλέπουν αυθαιρεσίες στη
διαμόρφωση των επιτοκίων. Πρόκειται για πλήθος όρων που κατά περίπτωση βρίσκουν
εφαρμογή στο ευρύ καταναλωτικό κοινό, επιβαρύνοντας αδικαιολόγητα τις
καθημερινές συναλλαγές των καταναλωτών με τις τράπεζες. Ειδικότερα,
καταχρηστικοί κρίνονται με τις παραπάνω αποφάσεις μεταξύ άλλων οι όροι που
ενυπάρχουν στους λογαριασμούς καταθέσεων και προβλέπουν:
την
επιβολή προμήθειας για κατάθεση στο λογαριασμό τρίτου (1,40 ευρώ)
την
επιβολή εξόδων κίνησης σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου ή τρεχούμενους (0,80 ευρώ
ανά κίνηση μετά την τέταρτη κίνηση κάθε μήνα)
την
επιβολή επιβάρυνσης στον δανειολήπτη 50 ευρώ για τη χορήγηση από την τράπεζα
βεβαίωσης οφειλών
την
επιβολή εξόδων τήρησης και
παρακολούθησης στους λογαριασμούς καταθέσεων
την
μονομερή μεταβολή των όρων
λειτουργίας των λογαριασμών καταθέσεων
τον
μονομερή καθορισμό των ημερών δέσμευσης και διαθεσιμότητας και μετάθεσης της
έναρξης τοκοφορίας αναφορικά με ποσά που κατατίθενται
την
επιβολή εξόδων αδράνειας (0,60 ή 1,00 ευρώ ανά μήνα) σε καταθετικούς
λογαριασμούς που παραμένουν ακίνητοι για διάστημα μεγαλύτερο των 18 μηνών
τον
περιορισμό της ευθύνης της τράπεζας σε περίπτωση που γίνει παράνομη χρήση του
απωλεσθέντος ή κλαπέντος βιβλιαρίου καταθέσεως
Πως
πρέπει να αντιδράσετε;
Απευθύνεστε,
εγγράφως, με αίτησή σας στο τραπεζικό κατάστημα αμφισβητώντας το ποσό με το
οποίο αδικαιολόγητα, παράνομα και καταχρηστικά χρεώνεστε και ζητάτε
αντιλογισμό. Υπόδειγμα
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
Οι
παραπάνω όροι χρησιμοποιούνται σχεδόν από όλες τις τράπεζες, με υψηλότερες ή
μικρότερες των παραπάνω επιβαρύνσεων. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι
αποφάσεις που εκδίδονται επί
συλλογικής αγωγής, όπως οι παραπάνω, ισχύουν και σε βάρος όλων των τραπεζών που
χρησιμοποιούν τις ίδιες πρακτικές. Το παράνομο κέρδος, το οποίο αποκομίζουν οι
τράπεζες σε βάρος των καταναλωτών από τη χρήση των παραπάνω καταχρηστικών αυτών
όρων, ανέρχεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Αν αναλογισθεί κανείς ότι και στο πρόσφατο παρελθόν έχουν
κριθεί επίσης καταχρηστικές και
πλήθος άλλων τραπεζικών πρακτικών, καθίσταται σαφές ότι οι παράνομες επιβαρύνσεις
έχουν κυριαρχήσει στην καθημερινή πρακτική των τραπεζών. Οι καταναλωτές ασφαλώς
μπορούν να διεκδικήσουν την επιστροφή των χρημάτων που έχουν υποχρεωθεί να
καταβάλουν σε εφαρμογή των παράνομων τραπεζικών πρακτικών. Ωστόσο, για
ευνόητους πρακτικούς λόγους, στις περιπτώσεις που πρόκειται για μικροχρεώσεις,
η διεκδίκηση αυτή είναι σχεδόν αδύνατη.
Η
Πολιτεία θα πρέπει γι’ αυτό να θεσπίσει, κατ’ αντιστοιχία προς άλλες ευρωπαϊκές
χώρες, μέσα προστασίας που θα προβλέπουν την αποστέρηση των παράνομων κερδών
από τις τράπεζες και τη διάθεσή τους για κοινωφελείς σκοπούς. Τούτο είναι
αναγκαίο προκειμένου να επέλθει ένα αποτελεσματικό πλήγμα στα ίδια τα κίνητρα
που παράγουν τις παράνομες αυτές πρακτικές.
Η ΕΚΠΟΙΖΩ καλεί τους αρμόδιους φορείς,
ιδίως το Υπουργείο Ανάπτυξης, να αναλάβουν επιτέλους τις δικές τους ευθύνες
στην προστασία των καταναλωτών και να υποχρεώσουν τις τράπεζες, με την απειλή
των προβλεπομένων διοικητικών κυρώσεων, να εγκαταλείψουν τις παράνομες
πρακτικές. Δεν μπορεί, εξάλλου, να μην παρατηρήσει κανείς ότι οι κανονιστικές
παρεμβάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος στα παραπάνω ζητήματα καταγράφονται ως
εξαιρετικά προβληματικές και κατώτερες των προσδοκιών και περιστάσεων, καθώς,
όπως προκύπτει και από τις παραπάνω δικαστικές αποφάσεις που ρητά αναφέρονται
σε αυτές, υστερούν σε σχέση με την
προστασία που παρέχει η νομοθεσία για την προστασία των καταναλωτών. 1 Ιανουάριος, 2011
____________________________________