Τα
Μεταλλεία της Μυκόνου.
Τόπος
μυστήριος, μαγικός και άγριος για μεθυσμένες βόλτες για τρελές βουτιές στον απότομο
κολπίσκο και στοιχήματα ποιος θα τολμήσει να μπει πιο βαθιά στις σήραγγες τις σκοτεινές μέσα στο βράχο. Τα εγκαταλελειμμένα σπιτάκια διατηρούν μια ζωή σταματημένη
απότομα αλλά δυνατή ακόμα.
Εμείς
που ζούμε στο νησί τρέφουμε μια ιδιαίτερη αγάπη για τα Μεταλλεία κι
ένα σεβασμό για εκείνη την πρόσφατη μα άγνωστη Μύκονο με τους μηχανικούς και τους
εργάτες και την πρώτη διάνοιξη των δρόμων του νησιού που έδωσαν τρόπο να ξεχυθούν
οι πακτωλοί του τουριστικού χρήματος.
Το
1955 ξεκίνησε η Μυκομπαρ και με τα πόδια, από μονοπάτια, πήγαιναν οι εργάτες
στη δουλειά. Ύστερα στο 'Τηγάνι' μια μαούνα άδειασε τα πρώτα εκσκαπτικά που,
το χειμώνα που η βροχή μαλάκωνε το χώμα, νύχτες και δίχως φώτα, έσπαγαν τα 'κόκαλα',
όπως έλεγαν το βράχο, κι άνοιγαν δρόμους για τα Μεταλλεία, για τους εργάτες και, τελικά για μας.
Ελάχιστα
έχουν γραφτεί γι' αυτή την ιστορία μας μα ευτυχώς η κόρη ενός από εκείνους
τους ακούραστους εργάτες σκέφτηκε να μαζέψει το υλικό και πρόλαβε να καταγράψει
μαρτυρίες από όσους είναι ακόμα ζωντανοί.
Η Μεταλλεία κι οι Μεταλλειώτες στη Μύκονο
Ένα σημαντικό
κομμάτι της τοπικής ιστορίας της Μυκόνου και ιδιαίτερα της Άνω Μεράς, το οποίο
αφορά τη Βιομηχανική Ιστορία του τόπου μας, αποτελεί η δραστηριοποίηση της
Μεταλλευτικής Εταιρείας Μύκομπαρ.
Μέχρι στιγμής είναι
πεδίο αδιερεύνητο, τόσο από Ιστορική όσο και από Κοινωνιολογικο-Ανθρωπολογική
σκοπιά, ενώ γνωρίζουμε ότι η παρουσία της Μεταλλευτικής Εταιρείας επέφερε
σημαντικές αλλαγές στην τοπική κοινωνία για περίπου μια τριακονταετία (1955-1983)
– με αρνητικές και θετικές πλευρές. Είναι βέβαιο πως άλλαξε τον ρου της
ιστορίας του φτωχού τότε νησιού μας, καθώς αυτή συνέβη στα μέσα της δεκαετίας
του 1950, όταν ακόμη ο Τουρισμός ήταν στα πρώτα του βήματα και οι Μυκονιάτες
αναγκάζονταν να ξενιτευτούν στην Αθήνα –ή και στο εξωτερικό– για να ζήσουν τις
οικογένειές τους.
Η προσωπική μου
ενασχόληση με το ζήτημα αυτό εμφανίστηκε ως επιτακτική προσωπική μου ανάγκη να
τιμήσω τους εργαζομένους των Μεταλλείων της Μυκόνου, ντόπιους και ξένους, που
έχασαν τη ζωή τους είτε εν ώρα εργασίας είτε από τις συνέπειες αυτής (χαλίκωση,
ακρωτηριασμοί κ.λπ.), αλλά και αυτούς, που έζησαν καλά και τίμια τις
οικογένειές τους χωρίς να χρειαστεί να απομακρυνθούν από τη γενέτειρά τους, –
ανάμεσα σ’ αυτούς και ο πατέρας μου Παναγιώτης Ι. Λοΐζος («Λωλάδας»).
Γιατί έχω ζήσει από πρώτο χέρι την κούραση, τον αγώνα και
την αγωνία του, από την ταμάχη της δουλειάς. Έχω δει όμως και τη χαρά, και την
ικανοποίηση, στο πρόσωπο και τη φωνή του κάθε φορά που έφερνε στο σπίτι το τσεκ της πληρωμής του κι έλεγε, με βαθιά
ευγνωμοσύνη: «Ε, καημένη Μυκομπάρ, μας χόρτασες ψωμί!».
Επίσης, έχω δει την αλματώδη αναβάθμιση της Άνω Μεράς,
τόπου καταγωγής μου, όσον αφορά κυρίως το οδικό δίκτυο, τις συγκοινωνίες και
τον ηλεκτροφωτισμό, αλλά και σε κάθε έκφανση της καθημερινότητάς μας, αφού η εν
λόγω Εταιρεία υπήρξε πανταχού παρούσα με πατρικό ενδιαφέρον, όχι μόνο στην Άνω
Μερά όπου έδρευε, μα και σε ολόκληρο το νησί (σχολεία, δρόμοι, διάφορα έργα,
βραβεύσεις μαθητών, απονομή τιμητικών διακρίσεων στους εργαζομένους της,
παλλαϊκό πανηγύρι και αργία των εργαζομένων στη γιορτή της προστάτιδάς τους
Αγίας Βαρβάρας, κ.λπ.). Έχω δει, όμως, και εξακολουθούμε όλοι να βλέπουμε, ό,τι
άφησε πίσω της αφότου σταμάτησαν οι εργασίες της και έκλεισε το 1983 (οριστικά
το 1986): Μια περιοχή «φάντασμα», αφού τα κτήρια των εγκαταστάσεων ρήμαξαν σιγά
σιγά με το πέρασμα του χρόνου κι έμειναν οι γαλαρίες να χάσκουν, ανοιχτές
πληγές, στο έδαφος και στις ψυχές, αυτών κυρίως που έχασαν μέσα εκεί αγαπημένα
πρόσωπα –τέκνα, συζύγους, συντρόφους–, σε όλη την ΒΑ περιοχή του νησιού όπου
δραστηριοποιείτο η Μύκομπαρ.
Και ακόμη, γνωρίζω οικογένειες που διαλύθηκαν αφού έχασαν
τους προστάτες τους από κάποιο φονικό ατύχημα μέσα στις στοές ή από τη νόσο των
μεταλλωρύχων (χαλίκωση-πνευμονοκοκκίαση), αλλά και οικογένειες, που
δημιουργήθηκαν από ντόπιες νεαρές κοπέλες με τους νεοφερμένους Μεταλλειώτες, που ήρθαν από μακρινούς
τόπους – ακόμα πιο φτωχούς κι απ’ τη Μύκονο.
Μέχρι τώρα, έχω
ασχοληθεί με τον εξής τρόπο:
Α. Έχω έρθει σε επαφή με παλαιότερους
διευθυντές, Μηχανικούς Μεταλλείων-Μεταλλειολόγους της Μύκομπαρ, οι οποίοι με
μεγάλη προθυμία έθεσαν στην κατοχή μου στοιχεία από τα προσωπικά τους αρχεία
και δέχτηκαν να μου παραχωρήσουν συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης:
Η πρώτη
αναγνωριστική επαφή έγινε με τον τελευταίο διευθυντή της Μύκομπαρ κ. Αναστάσιο
Παπαδόπουλο, ο οποίος με μεγάλη χαρά άκουσε την ιδέα και με πολύ μεγάλη
προθυμία ανταποκρίθηκε στα κάλεσμά μου και μου παρέδωσε πλούσιο και εξαιρετικού
ενδιαφέροντος αρχειακό υλικό.
Σε δεύτερη φάση
συναντήθηκα με την κ. Ανεζώ Κουσαθανά-Μιχελή («Μπέμπαινα»), που έγινε ο
σύνδεσμός μου με παλαιότερους διευθυντές της Μύκομπαρ –που αναφέρω παρακάτω–,
με τους οποίους διατηρεί φιλικές σχέσεις, αφού και ο εκλιπών σύζυγός της
Βασίλειος Μιχελής είχε δουλέψει ως μηχανικός μεταλλείων στην Εταιρεία.
Στη συνέχεια να
αναφερθώ:
·
στον αείμνηστο
Λουΐζο Παρασκευαΐδη, τρίτο κατά σειρά γενικό διευθυντή της Μύκομπαρ –που έφυγε
πρόσφατα απ’ τη ζωή– με τον οποίο είχα επί ενάμιση χρόνο μια πολύ ωραία
συνεργασία και ο οποίος μου προσέφερε άφθονο φωτογραφικό, γραπτό και προφορικό
υλικό.
·
Τον κ. Νικόλαο
Γκαράνη, τον κ. Κων/νο Παναγόπουλο, τον κ. Θεόδωρο Χατζή, τον κ. Νικόλαο
Αποστολίδη, τον κ. Κωνσταντίνο Δούνα, τον κ. Kenneth Walker, και τον κ. Peter Belkin, που επίσης με μεγάλη προθυμία μίλησαν για κείνα τα χρόνια.
·
Την κ. Μαρίνα
Πρεζάνη, η οποία μου εμπιστεύθηκε το φωτογραφικό αρχείο του εκλιπόντος συζύγου
της Άγη Πρεζάνη, στο οποίο έχουν αποτυπωθεί οι πρώτες εργασίες, έτσι όπως
σταδιακά εξελίσσονταν..
·
Ακόμη, την Πάμελα
Μάρτιν-Σιώτη, κόρη του Αμερικανού Νταν Μάρτιν, πρώτου Γενικού Διευθυντή της
Μύκομπαρ, η οποία μου παρέδωσε ένα αρκετά μεγάλο αρχείο με φωτογραφίες, επίσης,
στις οποίες έχουν αποτυπωθεί οι πρώτες εργασίες, έτσι όπως σταδιακά
εξελίσσονταν.
·
Είναι πολλοί ακόμη,
και ευχαριστώ όλους ανεξαιρέτως, εκείνοι που με λειτούργησαν ως σύνδεσμοι για
να με φέρουν σε επαφή με πρόσωπα που θεώρησαν πως με κάποιο τρόπο θα πρόσθεταν
στην έρευνα.
Β. Έχω καταγράψει ηλεκτρονικά
όσες γραπτές αναφορές μπόρεσα να βρω στον έντυπο Τύπο της εποχής (1954-1986),
αλλά και σε λαογραφικά και λογοτεχνικά ή επιστημονικά κείμενα, που πρόθυμα μου
διέθεσε η Βιβλιοθήκη Παναγιώτη Κουσαθανά - Δημοτική Στέγη Μελέτης Πολιτισμού
και Παράδοσης.
Γ. Έχω συγκεντρώσει αρκετό
φωτογραφικό υλικό από τους ανωτέρω αναφερόμενους, καθώς και από το αρχείο της
οικογένειάς μου, και από την ομάδα «Παλιά Μύκονος / old Mykonos» του Facebook, που επίσης πρόθυμα μου διέθεσε προς χρήση ο κ. Δημήτρης
Κουτσούκος, ιδρυτής αυτής της ομάδας.
Ακόμη, ο κ.
Δημήτρης Ρίζος έχει θέσει στη διάθεσή μου κινηματογραφημένο έγχρωμο υλικό διάρκειας
11 λεπτών (ιδιοκτησίας Άγγελου Ρόκκου) από την εποχή που λειτουργούσε το Μεταλλείο
(δεκ. 1950-’60) με στιγμιότυπα όλων των εργασιών.
Δ. Παράλληλα, σε συνεργασία με
τον Δημήτρη Καλφάκη –κινηματογραφιστή, με τον οποίο είχα συζητήσει αυτή τη
σκέψη από το 2008 και είχε δείξει θερμό ενδιαφέρον– έχουμε ξεκινήσει από το
2013 τη βιντεοσκόπηση μαρτυριών, ανθρώπων που είχαν εργαστεί στη Μύκομπαρ, σε
διάφορες θέσεις. Μέχρι αυτή τη στιγμή υπάρχει υλικό περίπου 60 συνεντεύξεων,
εικόνας ή ήχου, και συνεχίζουμε. Αρκετές απ’ αυτές έχουν πραγματοποιηθεί στον
ερειπωμένο πλέον χώρο των εγκαταστάσεων στην Αγία Βαρβάρα, και στον Λούλο, όπου
είχε λειτουργήσει όλα αυτά τα χρόνια η Σκάλα Φόρτωσης Μεταλλεύματος στα πλοία.
Στόχος μας είναι:
1. Η έκδοση Βιβλίου, την
επιμέλεια του οποίου ανέλαβε η κ. Λήδα
Παπαστεφανάκη, ιστορικός, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
2. Η παραγωγή Ντοκιμαντέρ
που θα στηρίζεται στη μελέτη, από τον κινηματογραφιστή κ. Δημήτρη Καλφάκη, και
3. Διαδραστική Πλατφόρμα και Ψηφιακός Χάρτης (εικονική περιήγηση
στους χώρους και την ιστορία με προσωπικές αφηγήσεις των ανθρώπων, και ιστορίες
από τις βιβλιογραφικές πηγές) των Μεταλλείων της Μυκόνου, που ανέλαβε να
επιμεληθεί η συντοπίτισσα κ. Δέσποινα
Νάζου, Κοινωνική Ανθρωπολόγος, Διδάσκουσα-Ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο
Αιγαίου, σε συνεργασία με την κ. Λήδα Παπαστεφανάκη και την υποφαινόμενη.
Ακόμη, θα υπάρξει πρόταση στον Δήμο για την αναβάθμιση και
αξιοποίηση της περιοχής, ώστε να καταστεί επισκέψιμη ως μέρος της πολιτιστικής
και βιομηχανικής διαδρομής της Μυκόνου: Οικισμός
- Εγκαταστάσεις - Γαλαρίες - Σκάλα Φόρτωσης στον Λούλο - Κτήμα Τάκη Σκουλάξινου
(όπου φιλοξενεί εκτεθειμένα αντικείμενα και εργαλεία, τα οποία και
περισυνέλλεξε ο ίδιος όταν το Μεταλλείο εγκαταλείφθηκε).
Μια ακόμη πρόταση χρήσης του Μεταλλείου από τον κ. Κωνσταντίνο Παναγόπουλο,
καθηγητή του Πολυτεχνείου, ο οποίος είχε εργαστεί εδώ:
"Επειδή η τεχνολογία που χρησιμοποιούσαν οι Αμερικάνοι και η τεχνολογία
των εργατών όπως αναπτύχθηκε εδώ, θεωρείται πολύτιμη παρακαταθήκη νοήματος την οποία
μπορούν να έχουν οι επόμενες γενιές και να εμπνέονται, θα μπορούσε το Μεταλλείο
της Μυκόνου, να συντηρηθεί σε κάποια σημεία του και να χρησιμοποιηθεί σαν ένα είδος
Πειραματικού Εργαστηρίου για Μεταλλειολόγους. Δηλαδή, να το έπαιρνε ένα Πανεπιστήμιο
αφού δεν λειτουργεί πια, και να έρχονται εδώ κάποιοι καθηγητές με τους φοιτητές
τους να κάνουν τα πειράματά τους. Γιατί μέσα στο Πανεπιστήμιο μπορείς να έχεις Εργαστήριο
Χημείας, δεν μπορείς όμως να έχεις Εργαστήριο Μεταλλείου".
Δήμητρα Παν. Λοΐζου-Βουλγαράκη:
"Όταν πέθανε ο πατέρας μου το 2003,
στην κηδεία του είχα μείνει αποσβολωμένη και πικραμένη που κανείς δεν είχε την ευαισθησία
(ένας εκπρόσωπος του Δήμου ή της Κοινότητας, ένας παπάς, ένας δάσκαλος, κάποιος
τέλος πάντων) να κατευοδώσει με δυο λόγια καρδιάς αυτόν τον τόσο δοτικό και αγαπητό
άνθρωπο σ' ολόκληρη την κοινωνία του νησιού, τον συντοπίτη τους που με μεγάλη αυταπάρνηση
μετά το σκληρό μεροκάματό του στα Μεταλλεία της Μυκόνου για πάνω από 30 χρόνια έτρωγε
τη ζωή του στους χωματόδρομους για τη διάνοιξη και συντήρηση ολόκληρου –χωρίς υπερβολή–
του οδικού δικτύου της Μυκόνου (εκτός των δυο μοναδικών κεντρικών Άνω-Μεράς Χώρας και Άγιου Στέφανου-Ορνού
που ήταν ήδη ανοιγμένοι το 1955 που ξεκίνησε ο μπαμπάς μου την... καριέρα του στη
Μύκομπαρ), τον άνθρωπο που διακινδύνευσε άπειρες φορές με τα σαράβαλα μηχανήματα,
εκετεθειμένος σε αντίξοες καιρικές συνθήκες, σε δυσπρόσιτες απόκρημνες περιοχές
ροκανίζοντας "κόκκαλα" (έτσι έλεγε τα βράχια ο μπαμπάς μου) στο Αγράρι,
στο Καλαμοπόδι, στο Πλυντρί, στο Φανάρι, στον Άγιο Πατάπιο, στο Μωροέργο...
ΤΟΤΕ ακριβώς ένιωσα έντονα πως πρέπει κάποιος
κάποτε να το κάνει, επειδή η παρουσία της Μεταλλευτικής Εταιρείας επέφερε σημαντικές
αλλαγές στην τοπική κοινωνία για περίπου μια τριακονταετία (1955-1983), με αρνητικές
και θετικές πλευρές, και επειδή είναι βέβαιο πως άλλαξε τον ρου της ιστορίας του
φτωχού τότε νησιού μας καθώς αυτή εμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 όταν
ακόμη ο Τουρισμός ήταν στα πρώτα του βήματα και οι Μυκονιάτες αναγκάζονταν να ξενιτευτούν
στην Αθήνα –ή και στο εξωτερικό– για να ζήσουν τις οικογένειές τους.
ΤΟΤΕ με κάποιο μεταφυσικό τρόπο, το Μνημόσυνο-Ιστορία
των Μεταλλείων της Μυκόνου δρομολογήθηκε.
Από το βιβλίο του Γιάννη Κολτσάκη «Άνω Μερά, αγάπη μου!»,
[έκδοση
του Συλλόγου Γυναικών Άνω Μεράς Μυκόνου «Ανωμερίτισσες», Μύκονος 2015]:
"Ξημέρωσε η επόμενη ημέρα, Δευτέρα. Παίρνω το δρόμο για τα Γραφεία της Εταιρείας που ήταν στην περιοχή της Κουκουλούς, για να δω εάν με προσλάβουν στη δουλειά. Μόλις περπάτησα λίγα μέτρα από το σπίτι της θείας της Μαριωρής –Θεός σ’χωρέσ’ τη!–, περνάει ένα τζιπ δίπλα μου και σταματάει. Στο τιμόνι είναι ένας Αμερικάνος και δίπλα του ένας Γερμανός. Στα πίσω καθίσματα, ο διερμηνέας του Αμερικάνου και ο διερμηνέας του Γερμανού, Έλληνες βέβαια.
Ο Αμερικάνος ήταν ο Διευθυντής της Εταιρείας Dan Martin, και ο Γερμανός Eric Walter. O διερμηνέας του Αμερικάνου ήταν ο Γιάννης Μακρής και του Γερμανού ο Θανάσης, μου διαφεύγει το επώνυμο.
Μου λέει ο Γιάννης ο Μακρής ότι ρωτάει ο κύριος Martin αν είμαι πρόθυμος για δουλειά, – άκου ερώτηση! Λέω: «Ναι!». Μου λέει: «Ανέβα στο τζιπ». Έλεγα εγώ στον διερμηνέα ότι είμαι διπλωματούχος μηχανικός, ότι έχω δουλέψει στον Πειραιά, και πως ό,τι δουλειά κι αν είναι είμαι πρόθυμος να την αναλάβω. Αυτά τα μετέφραζαν οι δύο διερμηνείς.
Αυτοστιγμεί, δίνει εντολή να με βάλουν με το συνεργείο του Γερμανού".
Ο Αμερικάνος ήταν ο Διευθυντής της Εταιρείας Dan Martin, και ο Γερμανός Eric Walter. O διερμηνέας του Αμερικάνου ήταν ο Γιάννης Μακρής και του Γερμανού ο Θανάσης, μου διαφεύγει το επώνυμο.
Μου λέει ο Γιάννης ο Μακρής ότι ρωτάει ο κύριος Martin αν είμαι πρόθυμος για δουλειά, – άκου ερώτηση! Λέω: «Ναι!». Μου λέει: «Ανέβα στο τζιπ». Έλεγα εγώ στον διερμηνέα ότι είμαι διπλωματούχος μηχανικός, ότι έχω δουλέψει στον Πειραιά, και πως ό,τι δουλειά κι αν είναι είμαι πρόθυμος να την αναλάβω. Αυτά τα μετέφραζαν οι δύο διερμηνείς.
Αυτοστιγμεί, δίνει εντολή να με βάλουν με το συνεργείο του Γερμανού".
Στη φωτογραφία το σπίτι της Μέλπως Αξιώτη
(αυτό με τους φοίνικες), όπου λειτούργησαν τα πρώτα Γραφεία της Μύκομπαρ. [Η φωτ.
προέρχεται από το βιβλίο του Πανάγου Αξιώτη "Γράμματα στη Μέλπω", επιμ.
Π. Κουσαθανά, έκδοση της εφημ. "Η Μυκονιάτικη", Μύκονος 1997.]
Αν θέλετε να
μάθετε για τα Μεταλλεία ή αν έχετε υλικό (φωτογραφίες, έγγραφα ή οτιδήποτε άλλο έχει σχέση με το θέμα,
ή θέλετε να καταθέσετε πληροφορίες προσωπικές ή συγγενικές σας):
Δήμητρα Λοΐζου-Βουλγαράκη τηλ 6937403388
https://www.facebook.com/dimitra.loizou.voulgaraki/
Επίσης
Επίσης
Φωτογραφίες βρήκα και στη συλλογή του Δημήτρη Κουτσούκου Μεταλλεία βαρύτη - ΜΥΚΟΜΠΑΡ ΑΕ: https://www.facebook.com/media/set/?set=oa.10151485093813264&type=3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το Blogger με ενημερώνει ότι δε μου επιτρέπει να απαντώ στα σχόλια στο ίδιο μου το blog- λόγω κάποιας ρύθμισής μου για cookies (την οποία δε θυμάμαι) .
Ψάχνω για να διορθώσω
μα εν τω μεταξύ ΣΑΣ ΖΗΤΩ ΣΥΓΓΝΩΜΗ που δεν απαντώ πάντα
και ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ που σχολιάσατε.
Μου δίνετε μεγάλη χαρά όταν κάνετε τον κόπο- ακόμα κι αν διαφωνούμε.