Τα Ευτελή.
Είναι μια μικρή συλλογή μου (ανέκδοτη που μάτια δε την έχουν δει), με ποιήματα και διηγήματά μου περί θεμάτων, ευτελών ναι, μα και για μένα ουσιωδών και πολυσήμαντων.
Όπως,
π.χ., τα νύχια που σας δείχνω σήμερα.
Διότι έτσι είναι το εθιμοτυπικό.
Όπως παλιά, πριν φύγουν για ταξίδι, οι ναυτικοί
κοινωνούσαν κι αφιέρωναν πρόσφορα και ράντιζαν σκάφη κι ακρόπρωρα,
όπως ακόμα τώρα χύνεται ο καμπανίτης αναβαπτίζοντας παλιό σκαρί,
έτσι κι εγώ
πριν φύγω απ’ το νησί
πρέπει απαρεγκλίτως να περάσω από τη Νάντια.
Nadia’s House of Beauty,
που σημαίνει πεντικιούρ το αναγκαίο για την ξυπόλυτη με ζωγραφιές στα νύχια ανάλογα τα κέφια μου και τις κρυφές μου ευχές (αφού τους μισούς μήνες μένει σκεπασμένο κι απόκρυφο έτσι που μόνο εγώ γνωρίζω τι συμβαίνει εκεί·
όπως και στο άλλο το απόκρυφο
που, αποτριχώνει η Νάντια με κερί και, από κάποια τελευταία ίχνη αξιοπρέπειας θα σας σεβαστώ και δε θα περιγράψω σχήμα ή ποσόστωση τριχών κρατάω
κι ύστερα χέρια,
το μανικιούρ που βλέπετε, σε ένα από τα κόκκινα που η Νάντια μου τα λέει «δικό σου».
Η τελετουργία πάντα συνοδεύεται από αμέτρητα μακρόστενα σφηνάκια της «τεκίλας σου» ― από το μπουκάλι μου που είναι πάντα εκεί και με περιμένει στο συγκεκριμένο ράφι του κομψού αν και τεράστιου μαύρου της ψυγείου,
και το σφηνάκι μου με συνοδεύει όσο γελάμε και μιλάμε κι αλληλοενημερωνόμαστε για εξελίξεις των γνωστών στην κάθε μια θεμάτων της ζωής της άλλης,
ώσπου
στο σύνθημα «πάμε να πιώ κι εγώ»
φορτώνομαι τσάντα, παπούτσια, κάλτσες κι ό,τι άλλο στο ένα χέρι, παίρνω το ποτηράκι μου προσεκτικά στο άλλο και,
φορώντας τη γνωστή σαγιονάρα των ‘salons’,
ακολουθώ τις άλλες φιλενάδες,
τη ζωηρή πανέξυπνη γκρίζα γκριφόν Χαρούλα
και τη μοιραία Ντέστινι, το μισή μερίδα Γιορκσάιρ Τεριέ που σκαρφαλώνει Έβερεστ ανάμεσα στα πόδια μου καθώς
ανεβαίνουμε προσεκτικά τα εσωτερικά σκαλιά
οδηγούν από το ‘salon’ στο σαλόνι
κι εκεί με ταΐζει μεζεδάκια και με φορτώνει δώρα ανεκτίμητα (όπως τα φρέσκα-ολόφρεσκα αυγά,
το μέγα πάθος μου).
Διότι, το έχω ξαναπεί
τα μικρά δώρα κάνουν τις μεγάλες φιλίες
και τα ΕΥΤΕΛΗ
είναι το αλάτι της ζωής,
σα χαραυγή χαμόγελου
ανάμεσα στα δάκρυα.