Κυριακή 21 Μαΐου 2017

Ζωγραφισμένη γύρισα τον κόσμο και με πλούτο αρχαίο από «τη γωνία»


 Μπήκα σε ένα γωνιακό μαγαζάκι απ' αυτά που σε πολλές γλώσσες η γειτονιά τα λέει 'στη γωνία' και, μαζί με το μέλι το οποίο ήθελα, έκανα και στα χέρια /μέτωπο χέννα.

Καθώς μου έδινε ρέστα είδα τα σχέδια στα χέρια της παχουλής κοπέλας καλυμένης όλης με ένα  μπλέ λαμέ σαλβάρ-καμίζ και ρώτησα πού τα φτιάχνει. 'Εγώ' μου είπε κι επί τόπου με κάθισε σε ένα πλαστικό σκαμνάκι και, εκείνη όρθια, ζωγράφισε ταχύτατα και στα δικά μου με χέννα απ' το Μπαγκλαντές.

Ελάχιστα ελληνικά αλλά πολύ θερμή με όσους έμπαιναν και υπερήφανη για το γιο της που πάει σε μουσικό σχολείο και σήμερα είχε -αν κατάλαβα καλά- κάτι σαν σχολική εορτή στην οποία θα τραγουδούσε διότι μιλάει και ίνγκλις και γκρικ και μπάγκλα και ίντι.
Έμπαιναν άνδρες για τσιγάρα και χύμα κρασί στα πλαστικά (€5), όλοι γνωστοί κι εγκάρδιοι μα πιο τυπικοί από ό,τι συνηθίζουν στην Ελλάδα  με πωλήτριες σαββατόβραδα στις γειτονιές. Έξω έπαιζε ένα μικρούλι με κοτσίδες που ήρθε η μάνα του, Αφρικανή, να το μαζέψει.
Μια γειτονιά, ένας κόσμος, σε μια κάθετο στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.

Μόλις με τέλειωσε της ζήτησα και το άλλο το γνωστό, το ανάμεσα στα φρύδια και ευχαρίστως με χαμόγελα πρόσθεσε αυτό που βλέπετε.

Κάποτε έτσι ήταν η Μύκονος, το σταυροδρόμι, όπως η Δήλος πιο παλιά και πάντα η Πόλη, πάντα το Λονδίνο, η Νέα Υόρκη. Περάσματα όπου συναντιούνται οι πολιτισμοί με τις ανάγκες. Έβγαινα έξω και δεν ήξερα πώς θα γυρνούσα. Με τα μαλλιά ψηλά ξασμένα ή με πασούμια της Καμπούλ, με λέξεις νέες ή με εκείνα τα ασυνείδητα που μένουν μέσα μας και επιδρούν δίχως να ονομαστούν.
Μετά από την επέλαση των Κλικ-ασμένων τα 'χασε η Μύκονος λιγάκι αυτά. Κι αν μια στιγμή μια λυγερόκορμη γυναίκα με τεράστιο μπόγο στηριγμένο στο κεφάλι περνάει σαν όραμα στην παραλία με το μωρό της κρεμασμένο στην ολόισια πλάτη, ξέρω ότι είναι μια και δυστυχώς δε θα πουλάει αφρικανικά σαρόνγκ σαν τα φορέματά της αλλά τις ψεύτικες Louis Vuitton που προσπαθούν να συναγωνιστούν με το  Hermès   που άνοιξε στην Πόλη. 
Όχι, δε λέω ότι τα μαντίλια  Hermèsσχεδιασμένα από τους ζωγράφους κάθε εποχής, δεν είναι πλούτος. Μόνο, σαν τα αυθεντικά μπαούλα του Louis Vuiton, η ομορφιά τους είναι για τους λίγους που θα τα πληρώσουν. Κι όσοι δεν έχουν ούτε που αναγνωρίζουν το Ματίς ή τον Πικάσο ή τα παραδοσιακά της ιππασίας στο λαιμό άλλης μιας πάμπλουτης κυρίας μα, αγοράζοντας τα αντίγραφα για να τη μιμηθούν, παραμερίζουν κάθε αυθεντικότητα, δική τους, του Ματίς ή της Σομαλής βασίλισσας που περπατά στην άμμο σα  να της ανήκει ο κόσμος σκύβοντας με φινέτσα αυθεντική να εξυπηρετήσει τις κατακαμένες μάζες άσπρου κρέατος που στον ήλιο σιγοψήνονται στο σουσουδομεγαλείο μιας faux ανωτερότητάς τους.


_______________________________________________________
Δεν ξέρω πόσο λίγοι ή πολλοί θα καταλάβετε γιατί είναι τόσο μεγάλη η χαρά μου καθώς φωτογραφίζω στίγματα από χέννα της συνάντησης μου με το Μπαγκλαντές, εδώ πιο πάνω, σε μια κάθετο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Τρεις εβδομάδες, λένε θα κρατήσουν τα στολίδια που έχω δει να φτιάχνουν τραγουδώντας κι οι Τουρκάλες όταν μαζεύονται με μουσικές  πριν από γάμους.
Ιδού το selfie- και πάντα με λεοπάρ (σύμβολο ιερό μου, που δεν είναι του παρόντoς να σας εξηγήσω).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το Blogger με ενημερώνει ότι δε μου επιτρέπει να απαντώ στα σχόλια στο ίδιο μου το blog- λόγω κάποιας ρύθμισής μου για cookies (την οποία δε θυμάμαι) .

Ψάχνω για να διορθώσω
μα εν τω μεταξύ ΣΑΣ ΖΗΤΩ ΣΥΓΓΝΩΜΗ που δεν απαντώ πάντα
και ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ που σχολιάσατε.
Μου δίνετε μεγάλη χαρά όταν κάνετε τον κόπο- ακόμα κι αν διαφωνούμε.