«..κι η φλόγα γίνεται δροσερή πικροδάφνη,
η φλόγα που καίει τον άνθρωπο, θέλω να πω...»
Θυμάμαι
την Κίχλη του Σεφέρη καθώς τοποθετώ το βάζο πλάγια στην ακτίνα ήλιου που διασχίζει
το τραπέζι. Το φως σκορπά το χρώμα κι ο τοίχος από ώχρα βάφεται ρόδινος σα ηλιοβασίλεμα.
Πριν
λίγο στον κήπο, κόβοντας τα κλαδιά και καθαρίζοντας από τα κάτω φύλλα, με επισκέφθηκε το δημοτικό:
Στης
πικροδάφνης τον ανθό
έγειρα
ν’ αποκοιμηθώ…
άιντε
κι είδα όνειρο μεγάλο.
Παντρεύεται
η αγάπη μου
για
πείσμα για γινάτι μου
και
της δίνουν τον εχθρό μου
για
το πείσμα το δικό μου..»
Γιατί
έτσι ίπτανται οι στίχοι ελεύθεροι, έτσι ταξιδεύουν με αναμνήσεις και με μυρωδιές και,
μια φορά να τους αφήσαμε λιγάκι χώρο, κρατούν το προσκλητήριο και επιστρέφουν φέρνοντας κόσμους από το παρελθόν ή άλλους
που δε ζήσαμε παρά σε όνειρα και βιβλία.
______________________
Όμορφα συναισθήματα-όμορφη γραφή!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ φίλε,
Διαγραφήεσύ με νιώθεις.