Ο Χασάν Ταχσίν Πασά ο τελευταίος πασάς της Θεσσαλονίκης είναι ο είναι αξιωματούχος που την παρέδωσε αμαχητί σώα κι αβλαβή στους Έλληνες σώζοντας χιλιάδες ζωές και την Πόλη από μια περιττή καταστροφή. Οι Βούλγαροι του είχαν προσφέρει μεγάλη αμοιβή για να την παραδώσει σ' εκείνους μα απάντησε «Με τους Έλληνες πολεμήσαμε, σ' αυτούς θα την παραδώσουμε» που θρυλικό πλέον, έχει παραφραστεί σε «από τους Έλληνες την πήραμε, στους Έλληνες θα την παραδώσουμε».
Η οικογένεια παρέμεινε στην Ελλάδα. «Οθωμανός, όχι Τούρκος», επέμενε ο εγγονός του, ο Χασάν Πασάς ήταν Αλβανός στρατιωτικός «όπως κι ο Αλή Πασάς». Γιός του ο Κενάν Μεσαρέ, ζωγράφος των Βαλκανικών Πολέμων κι ο Ίνης Μεσαρέ εγγονός του, Γιαννιώτης αρχιτέκτονας, Χριστιανός πλέον και κάτοικος Εξαρχείων ως το 2015 που πέθανε.
Φέρνω βιογραφικά του πασά και του γιου του με συνέντευξη του εγγονού, αποσπάσματα βιβλίων, πορτραίτα τους + έργα του γιου, Κενάν Μεσαρέ, μαζί με συνδέσμους και πηγές και φωτογραφίες από το Αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Ιστορίας της Ελλάδος.
Βιογραφικά
Ο Χασάν Ταχσίν Πασάς (1845-1918) ήταν ανώτερος στρατιωτικός αξιωματούχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γόνος της ευγενούς αλβανικής οικογενείας των Μεσαρέ. Γεννήθηκε στη Μεσσαριά της Ηπείρου, σημερινή Μόλιστα και σπούδασε στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων. Μιλούσε άπταιστα ελληνικά.
Ως αξιωματικός του οθωμανικού στρατού υπηρέτησε για σαράντα χρόνια στην Κρήτη, τη Θεσσαλία, την Κωνσταντινούπολη, την Ήπειρο, την Αλβανία, τη Συρία και την Υεμένη.
Τον καιρό του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου ήταν διοικητής της 8ης Στρατιάς του Αυτοκρατορικού Οθωμανικού Στρατού της Μακεδονίας. Μετά την εκβίαση των Στενών του Σαρανταπόρου από τον ελληνικό στρατό, ο τουρκικός στρατός συμπτύχθηκε στην τοποθεσία των Γιαννιτσών, όπου έδωσε αμυντική μάχη με σκοπό να ανακόψει την πορεία του ελληνικού στρατού προς τη Θεσσαλονίκη. Η ελληνική νίκη όμως ήταν αποφασιστική και αυτό ώθησε τον Χασάν Ταχσίν Πασά να συνθηκολογήσει άνευ όρων και να παραδώσει την πόλη της Θεσσαλονίκης και 25.000 αιχμαλώτους στον ελληνικό στρατό.Ενέργεια για την οποία καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο ως προδότης. Η παράδοση στον ελληνικό στρατό της Θεσσαλονίκης, που αποτελούσε μήλο της έριδος των βαλκανικών κρατών, κατέστησε την Ελλάδα το μεγάλο κερδισμένο του πολέμου.
Το πρωτόκολλο της παράδοσης έχει χαθεί από τα αρχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού, αλλά σώζεται ανυπόγραφο αντίγραφο στα γαλλικά.
Μετά το πέρας των πολέμων έζησε στη Γαλλία και κατόπιν στην Ελβετία, όπου στάλθηκε από την κυβέρνηση Βενιζέλου για λόγους ασφάλειας και υγείας. Πέθανε στη Λωζάννητο 1918.
Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1937 στον οικογενειακό τάφο των Μεσαρέ στο αλβανικό νεκροταφείο της Τριανδρίας στη Θεσσαλονίκη και, όταν το νεκροταφείο καταπατήθηκε, το 1983, στο οστεοφυλάκιο της Μαλακοπής. Από το 2002 βρίσκονται θαμμένα στο Στρατιωτικό Νεκροταφείο των Βαλκανικών Πολέμων στη Γέφυρα κοντά στη βίλα Μοδιάνο, που σήμερα λειτουργεί ως Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων.
Είχε νυμφευτεί εξισλαμισμένη Ελληνίδα και γιος του ήταν ο ζωγράφος Κενάν Μεσαρέ.
Αγροφύλακας στην Κατερίνη, χωροφύλακας στα Γιάννενα, πολεμιστής στη Θεσσαλία, διοικητής χωροφυλακής στην Κρήτη, στρατιωτικός κυβερνήτης στην Υεμένη, διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού στη Θεσσαλονίκη με τον ταγματάρχη Μουσταφά Κεμάλ (τον μετέπειτα Ατατούρκ). Ήρωας ή προδότης - «διαπράξας το μεγαλύτερο σφάλμα στη στρατιωτική ιστορία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας» ή μέγας ευεργέτης του ελληνικού -εν τη γενέσει του - κράτους, Τούρκος, Αλβανός, ή κρυπτο- Έλληνας, ο Χασάν Ταχσίν Πασάς παραμένει -αν μη τι άλλο- μια από τις πλέον αμφιλεγόμενες αλλά και πλέον γοητευτικές μορφές της ιστορίας.
Μετά την παράδοση της Θεσσαλονίκης ο Χασάν Ταχσίν Πασάς καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο από στρατοδικείο της Κωνσταντινούπολης χωρίς ποτέ να του δοθεί η ευκαιρία να απολογηθεί.
Ο Ταχσίν Πασάς πέθανε στα 1918 σε ηλικία 73 ετών σε νοσοκομείο της πόλης Τεριτέτ πλάι στη λίμνη Λεμάν στην Ελβετία. Η ταφή του έγινε στη Λωζάνη στο κοιμητήριο των ετερόδοξων, με δαπάνη της ελληνικής κυβέρνησης. Έκτοτε τάφηκε τρεις φορές. Μία στην Ελβετία, στη συνέχεια στο Αλβανικό νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης όταν ο γιος του Κενάν Μεσσαρέ μετέφερε τα οστά του το 1936, και μια το 2002 στην αυλή της τέως έπαυλης Μοδιάνο - του αγροκτήματος Τόψιν - 25 χιλιόμετρα δυτικά της Θεσσαλονίκης.
Ο εγγονός του πασά. Από τα Γιάννενα στα Εξάρχεια
Κέρδισε τον τίτλο του πασά στα πεδία των μαχών Εκατό χρόνια μετά την απελευθέρωση της πόλης η Μηχανή του Χρόνου συνάντησε τον εγγονό του Χασάν Ταχσίν Πασά, τον Ίνη Μεσαρέ, ο οποίος επιμένει ότι «ο παππούς μου δεν ήταν Τούρκος. Οθωμανός, να λέτε» και διευκρινίζει ότι οι πρόγονοί του «ήταν Αλβανοί, όπως και ο Αλή Πασάς και άλλοι μη Τούρκοι στρατιωτικοί».
Ο απόγονος του στρατηγού που παρέδωσε τη Θεσσαλονίκη στους Έλληνες ζει σήμερα στα Εξάρχεια. Είναι Έλληνας υπήκοος και έγινε χριστιανός για να παντρευτεί την αγαπημένη του, καθώς τα χρόνια του νεανικού τους έρωτα, δεν υπήρχε πολιτικός γάμος. Είναι αρχιτέκτονας και μεγάλωσε στα Γιάννενα ακούγοντας από τον πατέρα του τις οικογενειακές ιστορίες. Άλλωστε ο πατέρας του ήταν υπασπιστής του Πασά και παρευρέθηκε στην ιστορική υπογραφή για την παράδοση της πόλης.
Ο κύριος Μεσαρέ, μιλά με αγάπη για τον παππού του: «ο παππούς Χασάν Ταχσίν γεννήθηκε στη Μεσαριά Ηπείρου, ένα χωριό με ελληνικό όνομα άλλα με αμιγή αλβανικό πληθυσμό. Μιλούσε άπταιστα ελληνικά και σε νεαρή ηλικία μετακόμισε στα Γιάννενα και σπούδασε στην ονομαστή Ζωσιμαία σχολή. Εκεί γνώρισε και τη γυναίκα του τη Γιαννιώτισσα Χατιτζέ, που ήταν Ελληνίδα μουσουλμάνα και μιλούσε μόνο ελληνικά. Στο σπίτι του ακούγονταν μόνο αλβανικά και ελληνικά», εξιστορεί ο εγγονός και συμπληρώνει: «Ο παππούς ήταν αυτοδημιούργητος και κέρδισε τον τίτλο του πασά με την αξία του. Πολέμησε στις τέσσερις άκρες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, μέχρι την Υεμένη. Είχε όμως πάντα άριστες σχέσεις με τους Έλληνες. Το 1895 όταν το κρητικό ζήτημα βρισκόταν σε έξαρση, διορίστηκε στρατιωτικός διοικητής της Κρήτης. Εκεί ήρθε γρήγορα σε ρήξη με τη σκληρή πολιτική που εφάρμοζαν οι τοπικές αρχές εναντίον των Κρητών επαναστατών και έμεινε στην ιστορία του νησιού με το χαρακτηρισμό «ο φιλέλληνας πασάς».
Παρέδωσε αμαχητί τη Θεσσαλονίκη για να αποφύγει το μακελειό και την καταστροφή. Στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 έπαιξε σημαντικό ρόλο στην καταστροφή του ελληνικού στρατού και αποχώρησε από το στράτευμα με τιμές. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα επανήλθε σε επιτελική θέση για να πολεμήσει στους βαλκανικούς πολέμους. Ο Ταχσίν Πασάς, όταν είδε τη στρατιά του να υποχωρεί έχοντας υποστεί αλλεπάλληλες ήττες, αποφάσισε να ζητήσει συμβιβασμό και παράδοση. Ήξερε ότι μια άσκοπη μάχη στη Θεσσαλονίκη, θα οδηγούσε στον θάνατο χιλιάδες ανθρώπους και την πόλη στην καταστροφή. Γνώριζε ότι από τα ανατολικά έρχονταν και οι Βούλγαροι με σκοπό να προλάβουν να μπουν πρώτοι και να κρατήσουν την πόλη, ώστε η Βουλγαρία να αποκτήσει την πολυπόθητη έξοδο στο Αιγαίο. Ρωτήσαμε τον κύριο Μεσαρέ αν είναι αλήθεια ότι ο παππούς του είπε την περίφημη φράση «Από τους Έλληνες πήραμε την πόλη και στους Έλληνες θα την παραδώσουμε». Υποστήριξε ότι σίγουρα έχει υπάρξει παράφραση, η οποία όμως αποδίδει το νόημα της φράσης του παππού του, που ήταν η εξής: «με αυτούς πολεμήσαμε, σε αυτούς την παραδώσαμε»
Κέρδισε τον τίτλο του πασά στα πεδία των μαχών Εκατό χρόνια μετά την απελευθέρωση της πόλης η Μηχανή του Χρόνου συνάντησε τον εγγονό του Χασάν Ταχσίν Πασά, τον Ίνη Μεσαρέ, ο οποίος επιμένει ότι «ο παππούς μου δεν ήταν Τούρκος. Οθωμανός, να λέτε» και διευκρινίζει ότι οι πρόγονοί του «ήταν Αλβανοί, όπως και ο Αλή Πασάς και άλλοι μη Τούρκοι στρατιωτικοί».
Ο απόγονος του στρατηγού που παρέδωσε τη Θεσσαλονίκη στους Έλληνες ζει σήμερα στα Εξάρχεια. Είναι Έλληνας υπήκοος και έγινε χριστιανός για να παντρευτεί την αγαπημένη του, καθώς τα χρόνια του νεανικού τους έρωτα, δεν υπήρχε πολιτικός γάμος. Είναι αρχιτέκτονας και μεγάλωσε στα Γιάννενα ακούγοντας από τον πατέρα του τις οικογενειακές ιστορίες. Άλλωστε ο πατέρας του ήταν υπασπιστής του Πασά και παρευρέθηκε στην ιστορική υπογραφή για την παράδοση της πόλης.
Ο κύριος Μεσαρέ, μιλά με αγάπη για τον παππού του: «ο παππούς Χασάν Ταχσίν γεννήθηκε στη Μεσαριά Ηπείρου, ένα χωριό με ελληνικό όνομα άλλα με αμιγή αλβανικό πληθυσμό. Μιλούσε άπταιστα ελληνικά και σε νεαρή ηλικία μετακόμισε στα Γιάννενα και σπούδασε στην ονομαστή Ζωσιμαία σχολή. Εκεί γνώρισε και τη γυναίκα του τη Γιαννιώτισσα Χατιτζέ, που ήταν Ελληνίδα μουσουλμάνα και μιλούσε μόνο ελληνικά. Στο σπίτι του ακούγονταν μόνο αλβανικά και ελληνικά», εξιστορεί ο εγγονός και συμπληρώνει: «Ο παππούς ήταν αυτοδημιούργητος και κέρδισε τον τίτλο του πασά με την αξία του. Πολέμησε στις τέσσερις άκρες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, μέχρι την Υεμένη. Είχε όμως πάντα άριστες σχέσεις με τους Έλληνες. Το 1895 όταν το κρητικό ζήτημα βρισκόταν σε έξαρση, διορίστηκε στρατιωτικός διοικητής της Κρήτης. Εκεί ήρθε γρήγορα σε ρήξη με τη σκληρή πολιτική που εφάρμοζαν οι τοπικές αρχές εναντίον των Κρητών επαναστατών και έμεινε στην ιστορία του νησιού με το χαρακτηρισμό «ο φιλέλληνας πασάς».
Παρέδωσε αμαχητί τη Θεσσαλονίκη για να αποφύγει το μακελειό και την καταστροφή. Στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 έπαιξε σημαντικό ρόλο στην καταστροφή του ελληνικού στρατού και αποχώρησε από το στράτευμα με τιμές. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα επανήλθε σε επιτελική θέση για να πολεμήσει στους βαλκανικούς πολέμους. Ο Ταχσίν Πασάς, όταν είδε τη στρατιά του να υποχωρεί έχοντας υποστεί αλλεπάλληλες ήττες, αποφάσισε να ζητήσει συμβιβασμό και παράδοση. Ήξερε ότι μια άσκοπη μάχη στη Θεσσαλονίκη, θα οδηγούσε στον θάνατο χιλιάδες ανθρώπους και την πόλη στην καταστροφή. Γνώριζε ότι από τα ανατολικά έρχονταν και οι Βούλγαροι με σκοπό να προλάβουν να μπουν πρώτοι και να κρατήσουν την πόλη, ώστε η Βουλγαρία να αποκτήσει την πολυπόθητη έξοδο στο Αιγαίο. Ρωτήσαμε τον κύριο Μεσαρέ αν είναι αλήθεια ότι ο παππούς του είπε την περίφημη φράση «Από τους Έλληνες πήραμε την πόλη και στους Έλληνες θα την παραδώσουμε». Υποστήριξε ότι σίγουρα έχει υπάρξει παράφραση, η οποία όμως αποδίδει το νόημα της φράσης του παππού του, που ήταν η εξής: «με αυτούς πολεμήσαμε, σε αυτούς την παραδώσαμε»
Τεχνικό Επιμελητήριο «Στις 13-10-2017 έφυγε ο Ίνης Μεσαρέ.
Στα 81 του χρόνια έφυγε από τη ζωή ο Σαχίν – Σέργιος (με το υποκοριστικό Ίνης) Μεσαρέ, γνωστός Αρχιτέκτονας-Πολεοδόμος και εκλεγμένο μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ το 1988. Σπούδασε στην Ιταλία αρχιτέκτονας και εργάστηκε για χρόνια στη Ρώμη. Εκτός από το ιστορικό βάρος του ονόματος (ήταν ο γιος του Κενάν Μεσαρέ και εγγονός του Χασάν Ταχσίν Πασά, του στρατιωτικού ηγέτη που παρέδωσε στους Έλληνες τη Θεσσαλονίκη, το 1913) συνέδεσε και το δικό του με την ιστορία των Ιωαννίνων, καθώς ήταν ένας από τους βασικούς μηχανικούς στην ομάδα που την περίοδο 1983-1985, συνέταξε το σχέδιο πόλης των Ιωαννίνων.
Ο Χρήστος Ντάλας, Πολιτικός & Τοπογράφος Μηχανικός, έγραψε για τον Σ. Μεσαρέ:
«Στις 13-10-2017 έφυγε ο Ίνης Μεσαρέ.
Αρχιτέκτονας – Πολεοδόμος γνωστός στο συνάφι των μελετητών.
Από τους παλαιούς μηχανικούς που ήξεραν και αγαπούσαν τη δουλειά τους, έβλεπαν το έργο τόσο από μακριά όσο και από κοντά μέχρι την τελευταία κατασκευαστική λεπτομέρεια.
Καλός συνεργάτης, καλός φίλος με ανεξάντλητο χιούμορ, όλοι έχουν να λένε για έναν ωραίο τύπο.
Πολλοί τον γνωρίσαμε και από τη συμμετοχή του στα κοινά των Μηχανικών. Για χρόνια στο Δ.Σ. του ιστορικού ΣΑΔΑΣ (Σύλλογος Αρχιτεκτόνων), για πολλές θητείες εκλεγμένος στην αντιπροσωπεία του ΤΕΕ, με αδιάλειπτη παρουσία σε επιτροπές και ομάδες εργασίας. Πολύτιμη η συμμετοχή του σε αντιπροσωπείες του ΤΕΕ στο εξωτερικό, όπου, εκτός από την επιστημοσύνη, βοηθούσε και η γλωσσομάθειά του.
Γιαννιώτης με μακρινότερη καταγωγή από τη Μεσαριά της Αλβανίας, απ΄ όπου και το επίθετο Μεσαρέ. Με βαριά οικογενειακή ιστορία.
Ο πατέρας του Κενάν Μεσαρέ, σπουδαίος ζωγράφος, δώρισε τα έργα του στο Δήμο Ιωαννιτών, από τον οποίο τιμήθηκε.
Ο παππούς του Χασάν Ταξίν Πασάς, αρχιστράτηγος του οθωμανικού στρατού στον πρώτο βαλκανικό πόλεμο. Διοικητής της Θεσσαλονίκης το 1912, όταν είχε χαθεί ο πόλεμος για τους Οθωμανούς, βρέθηκε στο ιστορικό δίλλημα να αντισταθεί ή να παραδώσει την πόλη αποφεύγοντας την άσκοπη αιματοχυσία. ....Από τις άγνωστες λεπτομέρειες που καθόρισαν το έθνος –ποιος ξέρει ποια γλώσσα θα μιλούσαν σήμερα στη Θεσσαλονίκη αν ήταν άλλος στη θέση του Ταξίν Πασά; Πριν λίγα χρόνια τιμήθηκε από το ΓΕΣ και ο Ίνης σχεδίασε τον τελευταίο τάφο του παππού του έξω από τη Θεσσαλονίκη.
Συνεργάτες με τον Ίνη από τα παλιά. Συναντηθήκαμε πρώτη φόρα στην ομάδα μελέτης ΕΠΑ 82-84 για την επέκταση του σχεδίου πόλης Ιωαννίνων, ο ίδιος πολεοδόμος και συντονιστής. Το καλό αποτέλεσμα οφείλεται κυρίως στην προσπάθεια την δική του κάτι που η πόλη του το αναγνώρισε.
Σε μία τελευταία συνεργασία, ταλαιπωρημένοι από το τέρας της γραφειοκρατίας, τάξαμε στους εαυτούς μας ένα τραπέζι όταν θα έκλεινε ένα θέμα που κυνηγούσαμε δέκα χρόνια. Το θέμα έκλεισε λίγες μέρες πριν πεθάνει, το τραπέζι έμεινε μετέωρο»
Κενάν Ταχσίν Μεσαρέ (1889-1965)
Ο Κενάν Μεσαρέ ήταν ο γιος του Πασά, πατέρας του Ίνη Μεσαρέ. Ως υπασπιστής του πασά έγραψε στα γαλλικά από κοινού με τον Ι. Μεταξά και τον Β. Δούσμανη, τους δέκα όρους για την παράδοση της Θεσσαλονίκης. Ο αξιωματικός του τουρκικού στρατού και οι δύο Έλληνες επιτελικοί έβαλαν στο πρωτόκολλο της παράδοσης τις υπογραφές τους. Ο Ίνης Μεσαρέ μας μεταφέρει τη μαρτυρία του πατέρα του για ένα γεγονός που θα άλλαζε για πάντα τη μοίρα της Θεσσαλονίκης. Λίγες ώρες μετά την είσοδο του ελληνικού στρατού στην πόλη ο Βούλγαρος πρέσβης Σταντ Σιεφ συνάντησε τον Χασάν Ταχσίν, που τον συνόδευε ο γιος του, και ζήτησε ευθαρσώς να υπογραφεί πρωτόκολλο παράδοσης της πόλης και με τον βουλγαρικό στρατό. .
Πήγε σχολείο στα Γιάννενα και έπειτα σπούδασε στην σχολή Γαλατά Σεράι της Κωνσταντινούπολης. Υπήρξε υπασπιστής του πατέρα του τον οποίο ακολούθησε στις διάφορες στρατιωτικές μετακινήσεις του σε ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ήταν παρών κατά την υπογραφή της παράδοσης της Θεσσαλονίκης το 1912, στο Διοικητήριο. Μιλούσε άπταιστα αλβανικά, τουρκικά, περσικά, αραβικά, γαλλικά και ελληνικά και φέρεται να συνέταξε το πρωτόκολλο παράδοσης της Θεσσαλονίκης στα γαλλικά.
Μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη και πήρε την ελληνική υπηκοότητα. Το 1934 παντρεύτηκε και εγκαταστάθηκε στα Γιάννενα όπου γεννήθηκαν τα παιδιά του. Όταν πέθανε, θάφτηκε, σύμφωνα με την επιθυμία του, στο αλβανικό νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης.
Ο Κενάν Ταχσίν Μεσαρέ αποτύπωσε στα έργα του τοπία της Λίμνης των Ιωαννίνων, ζωγράφισε διάφορα πορτρέτα και υπήρξε ο εικονογράφος της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης και των Ιωαννίνων το 1912-13 ενώ μετά δούλεψε για τη χαρτογράφηση των νέων συνόρων της Ελλάδας. Συνήθιζε να χαρίζει έργα του και για το λόγο αυτό πολλά βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές ενώ πολλοί από τους πίνακές του χάθηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου.
Οι τρεις ταφές του Χασάν Ταχσίν Πασά του Χρίστου Χριστοδούλου
απόσπασμα:
Το σπίτι πάνω από το Μακεδονικό τάφο…
Γεννημένος το 1845 στη Μεσαριά και σπουδαγμένος στη Ζωσιμαία σχολή των Ιωαννίνων ο Χασάν Ταχσίν Πασάς, ήταν παντρεμένος με την ελληνικής καταγωγής Χατιτζέ (από τα Γιάννενα) και πατέρας τριών γιων (Κενάν, Εκραίμ και Κεμάλ). Τον Οκτώβριο του 1912 η οικογένεια ζούσε σ ένα διώροφο σπίτι -ιδιοκτησίας του πασά που είχε αναγερθεί μόλις ένα χρόνο πριν. Σύμφωνα με διηγήσεις του γιου του Κενάν Μεσαρέ, το σπίτι βρισκόταν «εκεί όπου ήτο το Μαιευτήριον» (στο ύψος της σημερινής Λεωφόρου Παπαναστασίου. Μετά την κατεδάφισή του, στα θεμέλια του ήλθε στο φως ο σπουδαίος Μακεδονικός τάφος που υπάρχει σήμερα.
Η Μακρόνησος πριν τη Μακρόνησο
Στη μυθιστοριογραφία του Χρίστου Χριστοδούλου που αντλεί τα πραγματικά στοιχεία από σειρά ελληνικών και ξένων πηγών και αρχείων γίνεται αναφορά και σ΄άλλη άγνωστη -μάλλον μιαρή- σελίδα της ιστορίας των πολέμων και της στάσης των Ελλήνων νικητών αυτή τη φορά.
«Δια του ατμοπλοίου «Ελένη» μεταφέρθηκαν εκ Θεσσαλονίκης εις Μακρόνησον του Λαυρίου δίσχιλιοι περίπου αιχμάλωτοι Τούρκοι στρατιώται.» γράφει η εφημερίδα «Εμπρός» στις 3 Δεκεμβρίου του 1912.
Περί τα 40 χρόνια αργότερα οι Έλληνες πολιτικοί εξόριστοι της Μακρονήσου σκάβοντας για να στήσουν τις σκηνές τους έβρισκαν τα οστά των "νικημένων" Τούρκων αιχμαλώτων που είχαν ταφεί εκεί τέσσερις δεκαετίες πριν».
Η «εικονική» παράδοση της πόλης
Η επίσημη τελετή παράδοσης της Θεσσαλονίκης στον Αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο έγινε στις 4.30 το απόγευμα της 26ης Οκτωβρίου στο Τόψιν από δύο Οθωμανούς αξιωματικούς, το στρατηγό Αχμέτ Τεφίκ Πασά και το Συνταγματάρχη Ασήμ Μπέη εξουσιοδοτημένους για την περίσταση από τον Χασάν Ταχσίν πασά ο οποίος δεν παρέστη. Οι λιθογραφικές απεικονίσεις που έχουν διασωθεί αποδίδουν συμβολικά και όχι πραγματικά το γεγονός. Φωτογραφική και κινηματογραφική καταγραφή δεν υπάρχει .
_________
kathimerini
απόσπασμα:
Το σπίτι πάνω από το Μακεδονικό τάφο…
Γεννημένος το 1845 στη Μεσαριά και σπουδαγμένος στη Ζωσιμαία σχολή των Ιωαννίνων ο Χασάν Ταχσίν Πασάς, ήταν παντρεμένος με την ελληνικής καταγωγής Χατιτζέ (από τα Γιάννενα) και πατέρας τριών γιων (Κενάν, Εκραίμ και Κεμάλ). Τον Οκτώβριο του 1912 η οικογένεια ζούσε σ ένα διώροφο σπίτι -ιδιοκτησίας του πασά που είχε αναγερθεί μόλις ένα χρόνο πριν. Σύμφωνα με διηγήσεις του γιου του Κενάν Μεσαρέ, το σπίτι βρισκόταν «εκεί όπου ήτο το Μαιευτήριον» (στο ύψος της σημερινής Λεωφόρου Παπαναστασίου. Μετά την κατεδάφισή του, στα θεμέλια του ήλθε στο φως ο σπουδαίος Μακεδονικός τάφος που υπάρχει σήμερα.
Η Μακρόνησος πριν τη Μακρόνησο
Στη μυθιστοριογραφία του Χρίστου Χριστοδούλου που αντλεί τα πραγματικά στοιχεία από σειρά ελληνικών και ξένων πηγών και αρχείων γίνεται αναφορά και σ΄άλλη άγνωστη -μάλλον μιαρή- σελίδα της ιστορίας των πολέμων και της στάσης των Ελλήνων νικητών αυτή τη φορά.
«Δια του ατμοπλοίου «Ελένη» μεταφέρθηκαν εκ Θεσσαλονίκης εις Μακρόνησον του Λαυρίου δίσχιλιοι περίπου αιχμάλωτοι Τούρκοι στρατιώται.» γράφει η εφημερίδα «Εμπρός» στις 3 Δεκεμβρίου του 1912.
Περί τα 40 χρόνια αργότερα οι Έλληνες πολιτικοί εξόριστοι της Μακρονήσου σκάβοντας για να στήσουν τις σκηνές τους έβρισκαν τα οστά των "νικημένων" Τούρκων αιχμαλώτων που είχαν ταφεί εκεί τέσσερις δεκαετίες πριν».
Η «εικονική» παράδοση της πόλης
Η επίσημη τελετή παράδοσης της Θεσσαλονίκης στον Αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο έγινε στις 4.30 το απόγευμα της 26ης Οκτωβρίου στο Τόψιν από δύο Οθωμανούς αξιωματικούς, το στρατηγό Αχμέτ Τεφίκ Πασά και το Συνταγματάρχη Ασήμ Μπέη εξουσιοδοτημένους για την περίσταση από τον Χασάν Ταχσίν πασά ο οποίος δεν παρέστη. Οι λιθογραφικές απεικονίσεις που έχουν διασωθεί αποδίδουν συμβολικά και όχι πραγματικά το γεγονός. Φωτογραφική και κινηματογραφική καταγραφή δεν υπάρχει .
_________
kathimerini
Της Γιωτας Μυρτσιωτη
«Ακόμα και οι τοίχοι της έχουν ιστορία. Κάθε γωνιά, κάθε αντικείμενο αποπνέει την ατμόσφαιρα της εποχής. Τα δωμάτιά της φορτισμένα με μνήμες από πρόσωπα και γεγονότα διηγούνται με τον πιο ζωντανό τρόπο τα τρία μερόνυχτα όπου παίχτηκαν οι τελευταίες πράξεις της οθωμανικής κατοχής και χαράχτηκαν τα τελικά επιτελικά σχέδια, καθοριστικά για την έκβαση του πολέμου, για την τύχη της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας».
Ο Βασίλης Νικόλτσιος, συνταγματάρχης Ε.Α. στο 20λεπτο της διαδρομής από τη Θεσσαλονίκη ώς τη Γέφυρα, περιγράφει με ενθουσιασμό το Στρατιωτικό Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων. Ως επιμελητής της μόνιμης έκθεσής του και συλλέκτης των περισσότερων αντικειμένων, δέχθηκε ευχαρίστως την πρόσκληση για μια ξενάγηση στην ιστορική έπαυλη παρά την κούρασή του από την ολονύχτια αγρυπνία στο «Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα» όπου 25 περίπου πιτσιρίκια βίωσαν εν δράσει τα «μυστικά του βάλτου» διανυκτερεύοντας στο Μουσείο -sleepover- το πρόγραμμα της αντιδημαρχίας πολιτισμού.
Στο 25ο χιλιόμετρο της οδού Θεσσαλονίκης - Εδεσσας ο χειμωνιάτικος ήλιος έλουζε το αγρόκτημα στο φως που απλώνεται στην άκρη του χωριού. Διασχίζοντας τον σιδηροδρομικό Σταθμό Γέφυρας (Οψιν) το τοπίο γυρίζει τον χρόνο προς τα πίσω. Εκατό χρόνια πριν. Σε σκηνές που διασώζουν επιστολικά δελτάρια και φωτογραφίες: Στο «ιστορικόν ΤΟΠΣΙΝ όπου συνήφθη το πρωτόκολον παραδόσεως της Θεσσαλονίκης εις τον Ελληνικόν Στρατόν», στον σταθμό της γέφυρας που άλλαξε χέρια μέσα σε ένα 24ωρο, περνώντας από τους Τούρκους στους Ελληνες.
Εκεί έφτασε σιδηροδρομικώς η τουρκική αποστολή με τη συνοδεία προξένων των μεγάλων δυνάμεων το μεσημέρι της 25ης Οκτωβρίου 1912 και με μια άμαξα κατευθύνθηκαν στην αγροικία για να παραδώσουν τους όρους του Τούρκου διοικητή της Θεσσαλονίκης Χασάν Ταχσίν Πασά στον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο. Ο διάδοχος είχε φτάσει στην έπαυλη την προηγούμενη νύχτα (24 Οκτωβρίου), κατάκοπος από τη μάχη των Γιαννιτσών. Η πλούσια αγροικία όπου εγκαταστάθηκε το Γενικό Στρατηγείο των ελληνικών δυνάμεων ήταν το καλύτερο κτίριο στην περιοχή για να ξεκουραστεί, πριν αρχίσει τις διαπραγματεύσεις με τους Τούρκους για την άνευ όρων παράδοση της πόλης που επετεύχθη τελικά το μεσημέρι της 26ης Οκτωβρίου 1912.
Διασώθηκε
Από εκείνη την ημέρα ώς σήμερα στο αγρόκτημα το ρολόι του χρόνου έπαψε να χτυπάει. Τύχη αγαθή το διέσωσε από μια πιθανή κατεδάφισή του ή μια ανακαίνιση που θα έσβηνε την ευρωπαϊκή του πολυτέλεια και τις ιστορικές στιγμές. «Στην εποχή του ήταν ένα πρότυπο αγρόκτημα που θα μπορούσε να αποτελεί και λαογραφικό μουσείο», επισημαίνει ο κ. Νικόλτσιος. Κτίστηκε το 1906 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Π. Αριγκόνι, από τον Γιακό Μοδιάνο, έναν από τους τρεις γιους του Σαούλ Μοδιάνο τον δεύτερο μεγαλύτερο ιδιοκτήτη ακινήτων σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η έπαυλη δέσποζε στη μέση μιας αχανούς έκτασης χιλιάδων στρεμμάτων, ανάμεσα σε δύο μικρότερα σπίτια που στέγαζαν το υπηρετικό προσωπικό και σε βοηθητικά κτίρια (σιταποθήκες, στάβλοι κ.ά.) όπου χίλιοι περίπου εργάτες δούλευαν νυχθημερόν για να καλλιεργούν την εύφορη γη και να συγκεντρώνουν την πλούσια σοδειά του αγροκτήματος.
Το 1911 το τσιφλίκι πέρασε σε τουρκικά χέρια, ενώ το 1925 η αχανής του έκταση πουλήθηκε τεμαχισμένη σε Ελληνες κτηματίες. Οι οικογένειες Σαρόγλου και Παπαγεωργίου στις οποίες περιήλθε το συγκρότημα ως κληρονομιά μέσα σε κτήμα 44 περίπου στρεμμάτων το φύλαγαν ως κόρη οφθαλμού. Δεν είχαν ακουμπήσει τίποτα από την εσωτερική διακόσμηση του σπιτιού και τον εξοπλισμό του. Επιπλα, αγροτικά εργαλεία, πρωτοποριακές κλωσοποιητικές μηχανές, σιδηρουργείο πλήρως εξοπλισμένο ακόμη και φαρμακείο με μια εκπληκτική συλλογή φαρμάκων είχαν παραμείνει στη θέση τους επί έναν ολόκληρο αιώνα.
Ανέπαφο περιήλθε και στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας το 1999 (αγοράστηκε επί υπουργίας Ακη Τσοχατζόπουλου) για να το μετατρέψει σε Στρατιωτικό Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων. Τα εγκαίνιά του έγιναν την ίδια χρονιά, στις 27 Οκτωβρίου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο. Εκτοτε λειτουργούσε μόνο με ραντεβού, αλλά πριν από λίγους μήνες ο αρχηγός του ΓΕΣ αντιστράτηγος Φραγκούλης Φράγκος, εν όψει του 2012, φρόντισε για την πλήρη λειτουργία του. Εμπλούτισε το Μουσείο με νέα κειμήλια, με διοράματα σε φυσικό μέγεθος και δύο νέες εκθέσεις που περιγράφουν το χρονικό των δύο Βαλκανικών Πολέμων.
Διακόσμηση
Η ιστορικότητα του χώρου ξεκινάει από τα μαρμάρινα εξωτερικά σκαλιά του διώροφου σπιτιού όπου φωτογραφήθηκε ο Κωνσταντίνος με τους πρίγκιπες κατά την τριήμερη παραμονή τους. Μια βαριά σιδερένια πόρτα οδηγεί κατ' ευθείαν στον χώρο υποδοχής. Από το σιντριβάνι που κοσμεί το κέντρο της δεν αναβλύζει πια νερό. Το βλέμμα εξάλλου τραβούν οι προθήκες με τα στρατιωτικά κειμήλια, ανάμεσα στα ευρωπαϊκά έπιπλα με τα οποία το είχε διακοσμήσει η οικογένεια Μοδιάνο στις αρχές του 19ου αιώνα. Κονσόλα με καθρέφτη γαλλικής κατασκευής του τέλους του 19ου αιώνα, μπουφέδες από ξύλο οξιάς και καρυδιάς ευρωπαϊκής κατασκευής (τέλους του 1800), βιεννέζικες καρέκλες και επιτραπέζιο ρολόι γαλλικής κατασκευής (1860 - 1880) από bronze-dore με επισμαλτωμενη πλάκα όπου γράφει Θεσσαλονίκη (Τουρκία).
Στους τοίχους, φωτογραφίες και πίνακες με πρόσωπα και στιγμές της ιστορικής περιόδου· λιθογραφίες με την παράδοση της Θεσσαλονίκης στο χωριό Γέφυρα, ο Χασάν Ταχσίν πασάς που υπογράφει στο διοικητήριο το πρωτόκολλο παράδοσης της Θεσσαλονίκης σε ελαιογραφία του Ρώσου ζωγράφου Μπορισόφ, ο γιος και υπασπιστής του πασά Κενάν Μεσσαρέ σε αυτοπροσωπογραφία και πίνακές του με σκηνές πολέμου, φωτογραφίες με τα παιδιά του -εγγόνια του πασά-, Σαχίν-Σέργιος Μεσαρέ που ζει στην Αθήνα και Ρεμζή-Ρομανός Μεσσαρέ που ζει στις ΗΠΑ, από πρόσφατη επίσκεψη μαζί με τις συζύγους τους στο μουσείο.
Τα κειμήλια, ο εξοπλισμός και ο τάφος του Πασά
Παιδιά του παιδικού χωριού SOS που ξεναγούνται την ίδια ώρα στο μουσείο έχουν διασκορπιστεί στα χώρους της έπαυλης που διατηρούν το άρωμα της εποχής. Πάνω από 225 στρατιωτικά κειμήλια από τον στρατό της Ελλάδος, της Τουρκίας, της Βουλγαρίας, της Σερβίας, του Μαυροβουνίου και της Ρουμανίας περιγράφουν τον στρατιωτικό πολεμικό εξοπλισμό. Συγκεντρώθηκαν κομμάτι κομμάτι επί 35 χρόνια. Ανάμεσά τους, το ελληνικό και βουλγαρικό τυφέκιο Μάνλιχερ, το τούρκικο μάουζερ, το ελληνικό πιστόλι Μπέργκμαν Μπραϊάρντ Μ 1908, το τούρκικο Σμιθ και Ουέσον, όλη η σειρά από ξίφη του ελληνικού και βουλγαρικού στρατού, σήματα και καπέλα κομιτατζήδων, σάλπιγγες, παγούρια και φορεσιές στρατιωτών, μπαρέτες παρασήμων, κέρματα, αριστεία ανδρείας.
Τα περισσότερα κειμήλια προέρχονται από τη συλλογή του Βασίλη Νικόλτσιου, ο οποίος τα παραχώρησε στο Μουσείο για χρήση. Ο ίδιος φρόντισε και τη μεταφορά των οστών του Χασάν Ταχσίν Πασά και του γιου του Κενάν Μεσαρέ στις αρχές του 2000. Εναποτέθηκαν σε ταφικό μνημείο που κατασκευάστηκε στο προαύλιο του Μουσείου με σχέδια του εγγονού του πασά, Σαχίν-Σέργιου Μεσαρέ, αρχιτέκτονα-πολεοδόμου. Μια λιτή πλάκα σφραγίζει τη μόνιμη θέση τους. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης ο Χασάν Ταχσίν Πασάς έφυγε στη Γαλλία και στη συνέχεια στην Ελβετία για λόγους υγείας. Ηδη ήταν μεγάλος. Πέθανε το 1918 και τον έθαψαν στη Λωζάννη. Το 1937 ο γιος του μετέφερε τα οστά του στο αλβανικό νεκροταφείο της Τριανδρίας όπου είχε ταφεί και ο γιος του Κενάν Μεσαρέ μετά τον θάνατό του στα Γιάννενα. Τα οστά, πατέρα και γιου, μετά την επέκταση της πόλης το 1985, φυλάσσονταν στο οστεοφυλάκιο της Μαλακοπής.
«Ενα σεμνό ταφικό μνημείο σε τέσσερα τετραγωνικά ήταν το ελάχιστο που μπορούσε να κάνει η Θεσσαλονίκη για τον αλβανικής καταγωγής αλλά ελληνικής παιδείας -σπούδασε στη Ζωσιμαία Σχολή- Χασάν Ταχσίν Πασά, σχολιάζει ο κ. Νικόλτσιος. «Κανείς δεν γνωρίζει, ποια θα ήταν η τύχη της Μακεδονίας αν είχε δεχθεί να υπογράψει αντίστοιχο πρωτόκολλο με τους Βούλγαρους. Τούρκοι τουρίστες που επισκέπτονται το μουσείο, κουνούν με απαξίωση το κεφάλι τους μόλις διαβάσουν το όνομά του, ενώ ακόμη και σήμερα είναι συνηθισμένη η φράση τους όταν τους αναθέτουν μια υπόθεση. «Πόσο δύσκολη είναι;» ρωτούν. «Σαν την κατάληψη της Θεσσαλονίκης!».
_______________________________________________
Πηγές και σύνδεσμοι
"Οι τρεις ταφές του Χασάν Ταχσίν Πασά" (Εκδόσεις Επίκεντρο): έρευνα σε τουρκικά και ελληνικά αρχεία του δημοσιογράφου Χρίστου Χριστοδούλου ο οποίος έχει γράψει και για τους "Αδελφούς Μανάκη"- τους πρώτους βαλκάνιους κινηματογραφιστές, τον εκδότη "Γιάννη Βελλίδη" και τον "γόνο της Θεσσαλονίκης "Κεμάλ Ατατούρκ".
Κενάν Μεσαρέ από τη Ζωσιμαία Σχολή, Γιάννινα https://zsgiannina.gr/κενάν-μεσαρέ-ο-ζωγράφος-των-βαλκανικώ/
Η ιστορία του τελευταίου πασά της Θεσσαλονίκης και η μαρτυρία του εγγονού του περιλαμβάνεται «Ένοχοι και αθώοι» εκδόσεις Πατάκη (γραμμένο από τους συντελεστές της Μηχανής του Χρόνου).
υπέροχο! μ' αρέσει
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ!!
ΔιαγραφήΘερμότατα συγχαρητήρια ,εξαιρετικη
ΑπάντησηΔιαγραφήπαρουσίαση !Η ιστορική μνήμη ειναι
ειναι το πιο θεμελειώδες στοιχείο της κοινωνικης συνοχής !Αναβιώνει
μέσα στην συλλογική συνείδηση εγγυήσεις ήθους για ενα πνευματικό
μέλλον ζωτικής σημασίας !
Συμφωνώ μαζί σας. Γι αυτό και πιστεύω πως δεν πρέπει να ξεχνάμε.
ΔιαγραφήΕυχαριστώ για τα καλά σας λόγια.